Το 1977, το περιοδικό Economist χρησιμοποίησε τον όρο «ολλανδική ασθένεια» για να περιγράψει τι συνέβη στην οικονομία της Κάτω Χώρας μετά την ανακάλυψη των αποθεμάτων φυσικού αερίου στην επαρχία του Γκρόνινγκ και στη Βόρειο Θάλασσα το 1959. Η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου έφερε μεγάλες εισροές στην Ολλανδία, ανατιμώντας αισθητά το τότε εθνικό της νόμισμα. Το τελευταίο είχε ως συνέπεια αφενός την μείωση των εξαγωγών από άλλους κλάδους καθώς τα προϊόντα ήταν ακριβότερα σε ξένο νόμισμα και αφετέρου την αύξηση των εισαγωγών που ήταν φθηνότερες σε φιορίνι. Επίσης, η αύξηση των μισθών στον τομέα της ενέργειας συμπαρέσυρε ανοδικά τους μισθούς σε άλλους κλάδους, π.χ. μη εμπορεύσιμων αγαθών. Οι συνέπειες ήταν η αύξηση της ανεργίας στο 5,2% το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970 από 1% περίπου στις αρχές. Επίσης, ανέβηκε ο πληθωρισμός.
Ο όρος ολλανδική οικονομική ασθένεια έχει χρησιμοποιηθεί αρκετές φορές για να περιγράψει τις συνέπειες της υπερανάπτυξης ενός κλάδου, συνήθως φυσικών πόρων, σε διάφορες χώρες. Ανάμεσά τους η Νορβηγία πιο παλιά και η Ρωσία πιο πρόσφατα. Η Ελλάδα δεν έχει ασφαλώς προχωρήσει σε γεωτρήσεις που να επιβεβαιώνουν τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί για την ύπαρξη μεγάλων εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων φυσικού αερίου ή/και πετρελαίου στο Αιγαίο, Ιόνιο Πέλαγος ή κάπου αλλού. Ομως, ο ολλανδικός ιός μπορεί να προσβάλει μια χώρα ακόμη κι αν ο κλάδος που υπεραναπτύσσεται δεν συνδέεται με την ανακάλυψη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.
Στην περίπτωση της Ελλάδος, αυτός ο κλάδος είναι ο τουρισμός που βιώνει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για μια δεκαετία και πλέον με εξαίρεση τα χρόνια της πανδημίας. Ο κλάδος γίνεται όλο και πιο σημαντικός για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας όπως δείχνει η φετινή χρονιά. Όμως, το ίδιο αποδείχθηκε το 2020 όταν η εγχώρια οικονομία γνώρισε μια από τις μεγαλύτερες υφέσεις στην ευρωζώνη λόγω της μεγάλης εξάρτησης της από τον τουρισμό.
Φυσικά, η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ δεν επηρεάζεται από τον ελληνικό τουρισμό. Επομένως, ίσως κάποιος ισχυρισθεί ότι δεν ισχύει εδώ ότι σε άλλες χώρες που προσεβλήθησαν από τον ολλανδικό ιό. Παρ’ όλα αυτά η πραγματική σταθμισμένη ισοτιμία στην Ελλάδα επηρεάζεται και υπάρχουν συνέπειες. Ακόμη, η απορρόφηση πολλών ανθρώπινων πόρων από τον τουριστικό κλάδο προκαλεί έλλειψη εργατικών χεριών σε άλλους κλάδους. Επίσης, τα εισοδήματα που δημιουργούνται λόγω τουρισμού κατευθύνονται εν μέρει σε εισαγόμενα προϊόντα.
Με τους αριθμούς των τουριστών να αυξάνονται οι υφιστάμενες υποδομές δοκιμάζονται και συχνά αδυνατούν να ανταποκριθούν, π.χ. κυκλοφοριακό, μέσα μαζικής συγκοινωνίας σε τουριστικούς προορισμούς των νησιών και της ενδοχώρας. Επομένως, χρειάζονται νέες επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό και επέκταση τέτοιων υποδομών που θα λείψουν από άλλου. Επιπλέον, από τις υποδομές θα επωφεληθούν κυρίως οι ασχολούμενοι με τον τουρισμό, αρκετοί από τους οποίους δεν διακρίνονται για την φορολογική τους συμμόρφωση, ενώ θα πληρώνουν όλοι.
Όπως κι αν έχει, η μεγάλη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τον τουρισμό και η υπερανάπτυξη του τελευταίου προκαλεί ευφορία βραχυπρόθεσμα. Όμως, οι συνέπειες μπορεί να μην είναι ευχάριστες μεσοπρόθεσμα αν δεν διδαχθούμε από τα λάθη άλλων κρατών που μολύνθηκαν από τον ολλανδικό ιό. Η ελληνική οικονομία θα πρέπει να σταματήσει να είναι μονόπατη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.