Δεν ήταν δύσκολο να προβλέψει κανείς τι θα γινόταν. Γι’ αυτό ο τίτλος του άρθρου της Τρίτης ήταν «Αν η ΕΚΤ δεν ξυπνήσει, πάμε για 5%+ στο 10ετές ομόλογο». Το ανησυχητικό είναι πως μια μεγάλη κεντρική τράπεζα έπεται των εξελίξεων, αγόμενη και φερόμενη από τις αγορές αντί να προηγείται. Έστω κι αν έχει, αφενός, το ελαφρυντικό της εφαρμογής μιας νομισματικής πολιτικής σε 19 χώρες με διαφορετικά οικονομικά χαρακτηριστικά, π.χ. ύψος χρέους προς το ΑΕΠ, πληθωρισμό, ελλείμματα, ρυθμούς ανάπτυξης και αφετέρου, την ατελή αρχιτεκτονική της ευρωζώνης. Κοινώς, διαφορετικές δημοσιονομικές πολιτικές με μια κοινή νομισματική πολιτική και κοινό νόμισμα.
Έστω κι έτσι, σε μια σπάνια, έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου χθες, η ΕΚΤ προσπάθησε να διορθώσει το λάθος της προηγούμενης Πέμπτης που έστειλε την απόδοση του ιταλικού 10ετούς ομολόγου πάνω από το 4% και του ελληνικού πάνω από το 4,70%.
Εκ πρώτης όψεως, η χθεσινή ανακοίνωση έδωσε μια ανάσα στα ομόλογα της ευρωπεριφέρειας. Τουλάχιστον αρχικά, η απόδοση του 10ετούς ιταλικού ομολόγου υποχώρησε κάτω από το 4% και του ελληνικού κάτω από το 4,3%. Θυμίζουμε ότι η ΕΚΤ μίλησε για ευελιξία στις επανεπενδύσεις ομολόγων τα οποία απέκτησε μέσω του προγράμματος αγορών για την αντιμετώπιση της πανδημίας (PEPP) και ένα νέο εργαλείο για τη μείωση των επιτοκιακών διαφορών (spreads) μεταξύ των χωρών της ευρωπεριφέρειας και του πυρήνα της ΟΝΕ, κυρίως τη Γερμανία.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ μπορεί να διοχετεύσει κάπου 200 δισ. ευρώ από τα ομόλογα του PEPP που λήγουν τους επόμενους μήνες για την αγορά ιταλικών, ελληνικών, ισπανικών και πορτογαλικών ομολόγων. Σημειώνεται πως το PEPP ήταν συνολικού ύψους 1,850 τρισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει ομόλογα ύψους 17 δισ. ευρώ τον μήνα κατά μέσο όρο, όταν οι μηνιαίες αγορές ομολόγων μέσω του προγράμματος PEPP έφταναν τα 90 δισ. μηνιαίως μέσα στην πανδημία.
Από τον Ιούλιο, η ΕΚΤ θα μπορούσε ίσως να διοχετεύσει άλλα τόσα περίπου τον μήνα κατά μέσο όρο μέσω της επανεπένδυσης των ομολόγων που λήγουν από το κανονικό πρόγραμμα αγοράς τίτλων (PSPP). Συνολικά, μιλάμε για λιγότερα από 40 δισ. ευρώ τον μήνα. Όμως, δεν είμαστε σίγουροι αν οι επανεπενδύσεις του PSPP μπορούν να έχουν την ίδια ευελιξία με του PEPP από νομικής πλευράς.
Είναι αρκετά τα 45-40 δισ. ευρώ να κάνουν τη διαφορά στα spreads; Η απάντηση είναι πως μπορούν να βάλουν κάποιο φρένο στη διεύρυνση των spreads, αλλά δεν είναι αρκετά μεγάλο ποσό για να τα συρρικνώσουν. Αν μιλάμε μόνο για τα 17 δισ. ευρώ του PEPP, δεν είναι αρκετά. Σε κάποιο βαθμό, όλα αυτά μας θυμίζουν το πρώτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, γνωστό ως SMP, που λανσαρίστηκε τον Μάιο του 2010. To πρόγραμμα αποδείχθηκε μικρό για τις ανάγκες της εποχής και οι αποδόσεις των ομολόγων της ευρωπεριφέρειας συνέχιζαν να αυξάνονται. Χρειάστηκε η παρέμβαση του Μάριο Ντράγκι με τη φράση-υπόσχεση «whatever it takes» το καλοκαίρι του 2012 και εν συνεχεία το πρόγραμμα ΟΜΤ που ουδέποτε ενεργοποιήθηκε, για να αλλάξουν άποψη οι αγορές.
Σήμερα, το ζήτημα του κατακερματισμού της ευρωζώνης με τη διεύρυνση των spreads της ευρωπεριφέρειας και όλα τα νομικά και πολιτικά ζητήματα που το συνοδεύουν επανέρχεται ενώ η ΕΚΤ αυξάνει το επιτόκιο παρέμβασης για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό. Αυτή τη φορά, παρά την ανάσα που δόθηκε χθες, η ΕΚΤ με διοικητή την κ. Λαγκάρντ ίσως κληθεί από τις αγορές να εκπληρώσει την υπόσχεση που είχε δώσει ο Μάριο Ντράγκι το 2012.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.