Πολλές φορές δεν συνειδητοποιούμε πόσο τυχεροί είμαστε. Ίσως περισσότεροι το αντιλαμβάνονται σήμερα, πληροφορούμενοι από τα ΜΜΕ τι γίνεται στη Μαριούπολη και σ’ άλλες πόλεις της Ουκρανίας. Είμαστε τυχεροί γιατί, αφενός, ζούμε σε μια χώρα που δεν βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση για πάνω από 70 χρόνια και αφετέρου, γιατί δεν αντιμετωπίζουμε το φάσμα της πείνας όπως άλλες, φτωχές χώρες του πλανήτη ή και η δική μας στα αστικά κέντρα το 1941-1942. Προβληματιζόμαστε για την έξαρση του πληθωρισμού που ροκανίζει το διαθέσιμο εισόδημά μας αλλά τουλάχιστον δεν χρειάζεται να ανησυχούμε ότι θα έχουμε ελλείψεις βασικών τροφίμων.
Αναμφίβολα, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τον σιτοβολώνα της Ευρώπης, έχει καταφέρει σκληρό πλήγμα στην εφοδιαστική αλυσίδα των τροφίμων, που θα γίνει πιο ορατό το 2ο εξάμηνο του 2022. Ρωσία και Ουκρανία αντιπροσωπεύουν πάνω από το 30% των εξαγωγών σιτηρών παγκοσμίως, το 50% και πλέον εξαγωγών ηλιελαίου κ.λπ. Οι Ουκρανοί αγρότες, διαβάζουμε στο Bloomberg, έχουν ξεκινήσει να σπέρνουν καλαμπόκι και ηλιέλαιο αλλά αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω ναρκών και έλλειψης καυσίμων και λιπασμάτων. Εκτάσεις που είχαν καλλιεργηθεί με σιτάρι αρκετούς μήνες πριν από τον πόλεμο είναι κατειλημμένες από στρατεύματα. Κοινώς, η συγκομιδή τους μπορεί να μειωθεί στο μισό φέτος, μειώνοντας τις ουκρανικές εξαγωγές και επιδεινώνοντας την παγκόσμια προσφορά σιταριού, καλαμποκιού και ηλιέλαιου. Επιπλέον, υπάρχει θέμα μεταφοράς τους αφού η Ουκρανία είναι αποκλεισμένη από τη Μαύρη Θάλασσα και την Αζοφική. Πρακτικά, μόνο μέσω χερσαίων οδών μπορούν να μεταφερθούν.
Επίσης, τα ακριβότερα λιπάσματα καθιστούν την παγκόσμια προσφορά τροφίμων πιο ακριβή και λιγότερο αποδοτική καθώς αγρότες σε διάφορες χώρες χρησιμοποιούν μικρότερες ποσότητες λιπασμάτων. Οι καταναλωτές στις πλούσιες χώρες, όπως η Ελλάδα, το βλέπουν ήδη στα σουπερμάρκετ, όμως η μείωση της προσφοράς τροφίμων θα πλήξει πολύ περισσότερο και κύρια τις οικογένειες στις φτωχές χώρες της Αφρικής και αλλού.
Αρκετοί θέτουν θέμα επισιτιστικής κρίσης. Τη συνδέουν με τις ανωτέρω συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία αλλά και την επιστροφή των ορυκτών καυσίμων και την επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής. Η τελευταία εκφράζεται μέσω ακραίων καιρικών φαινομένων όπως ξηρασίες, τυφώνων, τη δραστική μείωση των μελισσών που επιτελούν τη διαδικασία της επικονίασης κ.λπ. Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη και άλλες πλούσιες περιοχές πετάνε στα σκουπίδια το 30% της παραγόμενης τροφής, σύμφωνα με τον αρμόδιο οργανισμό FAO του ΟΗΕ. Επιπλέον, ένα σημαντικό κομμάτι των σιτηρών, άνω του 50%, κατευθύνεται στις ζωοτροφές. Αν λοιπόν μειώναμε την κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών, θα μπορούσαμε να έχουμε διαθέσιμα περισσότερα σιτηρά για τροφή και ταυτόχρονα θα επιβαρυνόταν λιγότερο το κλίμα, τονίζουν οι οπαδοί της άποψης.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, ακρίβεια στα τρόφιμα υπάρχει αλλά έλλειψη στην Ελλάδα και στις χώρες της ΕΕ δεν διαφαίνεται στο άμεσο μέλλον. Όμως, ευλόγως τίθεται το θέμα της επάρκειας σε μεσοπρόθεσμη βάση και κατά πόσο χρειάζεται μια εθνική πολιτική. Ακούγεται ωραίο και ίσως είναι εφικτό για κάποιες καλλιέργειες. Όταν όμως ακούς πως λείπουν χιλιάδες εργάτες γης σήμερα, ευλόγως αναρωτιέσαι πού θα βρεθούν πολλοί περισσότεροι. Μερικοί θεωρούν ότι η αύξηση των μισθών θα προσέλκυε τον κόσμο που χρειάζεται. Πιθανόν, κάποιους. Όμως, ταυτόχρονα θα ανέβαζε τα κόστη και θα περνούσαν στις τιμές στα ράφια των σουπερμάρκετ, ανεβάζοντας τον πληθωρισμό. Είναι μια επιλογή πάντως. Ακόμη, το κλίμα μας δεν ευνοεί κάποιες καλλιέργειες, π.χ. μαλακό σιτάρι από το οποίο φτιάχνεται το ψωμί (λόγω απόδοσης). Ίσως, λοιπόν, θα έπρεπε να δοθούν συμβουλές προς τους παραγωγούς για να στραφούν στις καλλιέργειες που ευνοεί το μικροκλίμα κάθε περιοχής. Επιπλέον, εδώ υπάρχει κατακερματισμός γης που δεν επιτρέπει οικονομίες κλίμακας.
Καλή λοιπόν η επάρκεια, αν τα τρόφιμα είναι ανταγωνιστικά, αλλά ίσως θα ήταν φρονιμότερο να θεραπευτούν πρώτα οι δομικές αδυναμίες της ελληνικής γεωργίας, πριν υιοθετηθεί μια τέτοια πολιτική. Και ασφαλώς να έχουν βρεθεί οι απαραίτητοι πόροι για να τη χρηματοδοτήσουν.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.