Χρειάστηκαν κάποιες δηλώσεις από τον πρόεδρο της Fed κ. Πάουελ, την κα Λαγκάρντ της ΕΚΤ και κάποιες αυξήσεις επιτοκίων παρέμβασης από την Τράπεζα της Αγγλίας και άλλες, για να αρχίσει να περιορίζεται η ρευστότητα και να αυξηθεί η μεταβλητότητα στις αγορές. Πλέον, το στοκ του χρέους που φέρει αρνητικές αποδόσεις έχει μειωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2015, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η άνοδος των αποδόσεων των ελληνικών και των ιταλικών ομολόγων στον απόηχο των δηλώσεων της προέδρου της ΕΚΤ κας Λαγκάρντ, που παρέπεμπαν σε επανεξέταση της νομισματικής πολιτικής τον Μάρτιο, έδειξε στην πράξη ποιους θεωρούν οι αγορές αδύναμους κρίκους στην ευρωζώνη. Η άνοδος των αποδόσεων δεν δημιουργεί πρόβλημα στη χρηματοδότηση της Ελληνικής Δημοκρατίας προς το παρόν, όμως υπενθυμίζει σε όλους πόσο ευμετάβλητη είναι η κατάσταση και πόσο γρήγορα μπορεί να εξελιχθεί.
Αντιμέτωπες με υψηλότερο πληθωρισμό και αυξανόμενο κόστος δανεισμού, αρκετές χώρες διαπιστώνουν επίσης ότι έχουν ένα ακόμη πρόβλημα. Τον σχετικά χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης. Ως ένα βαθμό δικαιολογείται καθώς ο πληθωρισμός είναι μια μορφή φορολογίας που επιβαρύνει το καλάθι της νοικοκυράς. Αν σ’ αυτό προστεθεί το υψηλότερο κόστος δανεισμού, η επίπτωση στη συνολική ζήτηση είναι συσταλτική σε μια περίοδο που δεν είναι η πλέον ισχυρή.
Η Ελλάδα μπορεί να εμφανίσει ανάπτυξη κοντά στο 9% το 2021, σύμφωνα με τις διαρροές, και να ποντάρει εν συνεχεία σε μεγάλες εισροές κοινοτικών κονδυλίων για να επιτύχει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα 2 με 4 χρόνια. Όμως, άλλες χώρες της ευρωζώνης δεν μπορούν να ελπίζουν σε κάτι ανάλογο.
Σ’ αυτό το ασταθές σκηνικό, υπάρχει κάτι που ξεχωρίζει. Παρά την άνοδο των ονομαστικών αποδόσεων των ομολόγων, οι πραγματικές αποδόσεις, δηλ. εκείνες που προκύπτουν μετά την αφαίρεση του πραγματικού ή προσδοκώμενου πληθωρισμού, βρίσκονται σε αρνητικό έδαφος. Δεν συμβαίνει για πρώτη φορά. Κατά μέσο όρο, τα τελευταία 10 χρόνια και βάλε, οι πραγματικές αποδόσεις των 10ετών ομολόγων ήταν ελαφρώς αρνητικές σε Βρετανία και Ιαπωνία και οριακά θετικές στη Γερμανία. Αν όμως ο ορίζοντας περιορισθεί στα τελευταία 5 χρόνια, που αρκετές ονομαστικές αποδόσεις ήταν ελαφρώς αρνητικές στη Γερμανία, οι πραγματικές αποδόσεις ήταν πολύ πιο αρνητικές. Πολλοί επενδυτές απλά εξαναγκάσθηκαν να αποδεχθούν τα αρνητικά πραγματικά επιτόκια. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις φάνηκε ότι τα πραγματικά αρνητικά επιτόκια δεν ήταν πανάκεια για την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης.
Μερικοί οικονομολόγοι, όπως ο Lacy Hunt, θεωρούν ότι τα αρνητικά πραγματικά επιτόκια αντανακλούν τις μειωμένες αποδόσεις κεφαλαίου των επιχειρήσεων προσαρμοσμένες για το ρίσκο. Ο συνδυασμός μειωμένων πραγματικών αποδόσεων και αυξημένης μεταβλητότητας μοιάζει να είναι η νέα κανονικότητα για το επόμενο χρονικό διάστημα. Με ό,τι συγκινήσεις και θύματα μπορεί να έχει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.