Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η μεγάλη απειλή

Καλές οι αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ και το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, όμως η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ελλάδα προέρχεται από τη γεωπολιτική πραγματικότητα και ονομάζεται Τουρκία. 

Η μεγάλη απειλή

Η στήλη ξεκινά το σημερινό άρθρο που αφορά την Τουρκία, υπογραμμίζοντας για δεύτερη φορά αυτή την εβδομάδα  ότι προτιμά να είναι χρήσιμη παρά ευχάριστη. Επομένως, η προσέγγιση δεν πρόκειται να είναι από την οπτική γωνία των Ελλήνων πολιτικών, αναλυτών και μη, που βγαίνουν στον Τύπο και μιλάνε για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οι τελευταίες διέρχονται φάση έντασης και δεν αποκλείεται να δοκιμασθούν όσο ποτέ άλλοτε από τη δεκαετία του 1980, με δεδομένη την απόφαση της γείτονος να κάνει έρευνες για υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο, στο πλαίσιο της συμφωνίας με την κυβέρνηση της Λιβύης. 

Η χθεσινή αναφορά του υπουργού Άμυνας κ. Παναγιωτόπουλου ακόμη και σε στρατιωτική εμπλοκή με τη γείτονα δεν είναι τυχαία, αν και προφανής σκοπός του ήταν να στείλει μήνυμα στην Άγκυρα και σε άλλους.

Αναμφίβολα, η Τουρκία διέρχεται μια οικονομική κρίση που έχει τη ρίζα της στη συσσώρευση εξωτερικού χρέους από το κράτος και τις ιδιωτικές εταιρείες. Η κρίση έχει επιδεινωθεί από την πανδημία της Covid-19. Κάποιοι μετράνε την οικονομική κρίση με βάση τη διολίσθηση της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου και του ευρώ. Όμως, τέτοιου είδους οικονομικές κρίσεις είναι κοινές σε αναδυόμενες περιφερειακές δυνάμεις και συχνά οι αιτίες τους δεν έχουν όλες σχέση με τα οικονομικά. Οι κρίσεις μπορεί να τις αποσταθεροποιούν και αποδυναμώνουν ενίοτε, όμως σπανίως τις καταστρέφουν.

Για να κατανοήσει κανείς τι συμβαίνει, θα πρέπει να μη χάσει επαφή με το ιστορικό πλαίσιο. Η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο έκανε την Τουρκία μικρότερη σε μέγεθος, δύναμη και πλούτο. Με τους ισλαμιστές ηγέτες της να έχουν ντροπιαστεί, ο Κεμάλ Ατατούρκ προσπάθησε να την επαναπροσδιορίσει ως μια κοσμική δύναμη που κοιτούσε προς την Ευρώπη. Ο ίδιος ανέθεσε στις ένοπλες δυνάμεις τον ρόλο του προστάτη αυτής της ιδέας.

Η Τουρκία δεν συμμετείχε στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως, έσπευσε να γίνει βασικό μέλος της Δυτικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ), ως απάντηση στις προσπάθειες της Σοβιετικής Ένωσης να την αποσταθεροποιήσει. Τρία γεγονότα την περίοδο 1991-1992 έμελλε να αφήσουν έντονο το στίγμα τους στη γείτονα. Πρώτον, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης καθώς αφαίρεσε έναν από τους πυλώνες της εθνικής στρατηγικής της. Δεύτερον, η υπογραφή της συμφωνίας του Μάαστριχτ και η μακροχρόνια άρνηση της ΕΕ να δεχθεί την Τουρκία ως μέλος της, μεγάλωσε το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών. Τρίτον, η επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου» επανέφερε τα ισλαμικά αντανακλαστικά και αποσταθεροποίησε το τουρκικό μοντέλο, όπου μια προ-ευρωπαϊκή ελίτ ηγείτο ενός παθητικού μουσουλμανικού πληθυσμού.

Η Τουρκία έγινε προοδευτικά ολοένα και πιο εχθρική προς την ΕΕ, διαβλέποντας πρόθεση αποσταθεροποίησής της. Από τη σκοπιά της, η ΕΕ ανησυχούσε για την ισλαμοποίηση της Τουρκίας, τη μετανάστευση Τούρκων στην Ευρώπη και το θέμα της τρομοκρατίας. Η γείτονα έγινε επίσης πιο καχύποπτη απέναντι στις ΗΠΑ και απρόθυμη να παίξει τον ρόλο του συμμάχου-τζούνιορ, αρνούμενη να συμμετάσχει στην εισβολή του Ιράκ το 2003. Κι αυτό γιατί ανησυχούσε πως θα αποσταθεροποιήσει την περιοχή όπως κι έγινε.

Η ισχυροποίηση της ισλαμικής ιδεολογίας στο εσωτερικό της Τουρκίας έκανε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν το μεγαλύτερο στη χώρα το 2002. Το AKP εξέφρασε το γενικότερο αίσθημα στη γείτονα και παρά τους φόβους των κοσμικών, δεν ανέτρεψε το καθεστώς. Επί της διακυβέρνησης της Τουρκίας από αυτό, η χώρα πέτυχε εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης και κέρδισε μια θέση στο ίδιο τραπέζι με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία για θέματα της περιοχής και στο G20. Όμως, πολλά θέματα σιγόβραζαν υπογείως, όπως η σχέση κράτους-θρησκείας, το κουρδικό, ο πόλεμος στη Συρία, το Ιράν κ.λπ. 

Το πραξικόπημα των στρατιωτικών εναντίον του Ερντογάν το 2016 αποτελεί σημείο καμπής. Κι αυτό γιατί η κυβέρνηση προχώρησε σε εκκαθάριση του στρατεύματος και στράφηκε εναντίον των πολιτικών αντιπάλων της. Το πραξικόπημα και η παρατεταμένη περίοδος της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης άλλαξε προς το χειρότερο την εικόνα της Τουρκίας στα μάτια των ξένων δανειστών και επενδυτών. Η σταθερότητα της Τουρκίας  τέθηκε εν αμφιβόλω, οι εισροές ξένων κεφαλαίων επιβραδύνθηκαν και οι υποβόσκουσες αδυναμίες, κυρίως ο μεγάλος εξωτερικός δανεισμός, έγιναν πιο ορατές.  

Ο πρόεδρος Ερντογάν, ο οποίος είναι πολιτικό όν, κατανοεί τους κινδύνους που εγκυμονεί αυτή η κατάσταση για τον ίδιο και τη χώρα του. Όμως, η ιστορία διδάσκει ότι η πορεία των εθνών μακροχρόνια δεν εξαρτάται από τις ιδιοτροπίες των πολιτικών ηγετών τους αλλά από τη γεωπολιτική πραγματικότητα. 

Η Τουρκία, λόγω γεωγραφίας και ιστορίας, είναι η κύρια δύναμη της περιοχής από τη σκοπιά σημαντικών ξένων γεωπολιτικών αναλυτών μεγάλου βεληνεκούς όπως ο Τζορτζ Φρίντμαν. Η υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ της Άγκυρας και της κυβέρνησης της Λιβύης για την ΑΟΖ και η αναμενόμενη συνεργασία τους στον τομέα της έρευνας υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο επιβεβαιώνει την πρόθεση της Τουρκίας να παίξει αυτό τον ρόλο.

Γνωρίζοντας όλα αυτά, η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή από την ενίσχυση της οικονομίας της και της αποτρεπτικής ισχύος της, μαζί με την εντατικοποίηση και αναβάθμιση των διπλωματικών επαφών της. Δυστυχώς, τα δύο πρώτα χρειάζονται χρόνο.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v