Θα μπορούσαν οι Έλληνες καταθέτες να στερηθούν της πανευρωπαϊκής ασφάλισης καταθέσεων, λόγω ανεπαρκούς μείωσης των «κόκκινων» δανείων μέχρι το 2024; Δεν είναι απίθανο, με τα σημερινά δεδομένα, είναι η απάντηση.
Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη πρόκληση σε σχέση με εκείνες άλλων χωρών της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι θα μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΜΕΑ) δραστικά και χωρίς αστοχίες μέχρι και το 2022, σύμφωνα με τους στόχους που έχουν θέσει. Σημειώνεται ότι θα πρόκειται για τη μεγαλύτερη και ταχύτερη μείωση ΜΕΑ που έχει καταγραφεί στην ευρωζώνη, αν τα καταφέρουν όπως, σε σημαντικό βαθμό, προεξοφλεί το ράλι των μετοχών τους από τις αρχές του 2019.
Οι αντιδράσεις από πολιτικούς και άλλους απέναντι σε εργαλεία, π.χ. πωλήσεις «κόκκινων» δανείων, πλειστηριασμοί, και η προθυμία/δυνατότητα των ιδίων των τραπεζών είναι λογικό να προβληματίζουν.
Ως γνωστόν, η ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης (ΕΤΕ) περνά μέσα από τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού μηχανισμού ασφάλισης καταθέσεων για την οποία η Γερμανία θέτει ορισμένους αυστηρούς όρους. Ένας από τους πιο σημαντικούς όρους, όπως μας υπενθυμίζει αναλυτής της Goldman Sachs, είναι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) στο 5% των συνολικών δανείων πριν από το 2024 και στο 2,5% μετά την αφαίρεση των προβλέψεων. Μια ενδιάμεση έκθεση, που θα εκτιμά την πρόοδο που έχει γίνει σ’ αυτό το μέτωπο, αναμένεται να δημοσιοποιηθεί τους επόμενους μήνες.
Η μείωση των προβληματικών δανείων είναι προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης (Single Resolution Fund) από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) από το 2024, όπως αποφάσισε η Σύνοδος Κορυφής τον Δεκέμβριο του 2018. Πρόκειται για τον δεύτερο πυλώνα της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης (ΕΤΕ). Υπενθυμίζουμε ότι η κρίση της ευρωζώνης ανέδειξε τη σημασία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης (ΕΤΕ) καθώς η απώλεια της εμπιστοσύνης από τους καταθέτες σε μερικές τράπεζες οδήγησε σε κρίση ρευστότητας, που εν συνεχεία μετετράπη σε κρίση φερεγγυότητας.
Ασφαλώς, οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών έχουν υποσχεθεί να προστατεύσουν τις τραπεζικές καταθέσεις μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ. Αν όμως ενσκήψει μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση, οι αγορές και οι καταθέτες ενδέχεται να θεωρήσουν πως κάποιες χώρες δεν έχουν τους οικονομικούς πόρους, ώστε να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους.
Η ιστορία διδάσκει πως τέτοια γεγονότα μπορούν να πυροδοτήσουν μαζική ανάληψη καταθέσεων από τις τράπεζες στις πιο αδύναμες χώρες. Η δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού μηχανισμού ασφάλισης καταθέσεων θα λειτουργούσε ως δικλίδα ασφαλείας σε μια τέτοια περίπτωση. Όμως, η συμμετοχή της Ελλάδας σ’ έναν τέτοιο μηχανισμό ασφάλισης συνιστά μια μεγάλη πρόκληση, λόγω της δραστικής και ταχείας μείωσης των «κόκκινων» δανείων που απαιτείται μέχρι το 2024. Ακόμη κι αν το συστημικό σχέδιο «Ηρακλής» υλοποιηθεί χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.