Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Μην ποντάρετε τόσο στα επιτόκια για το πλεόνασμα

Αν η Αθήνα θέλει να γίνει πιο πειστική ώστε να αποδεχθούν οι εταίροι-πιστωτές χαμηλότερα πλεονάσματα θα πρέπει να αλλάξει την προσέγγισή της στο θέμα του κόστους δανεισμού.

Μην ποντάρετε τόσο στα επιτόκια για το πλεόνασμα

Ως γνωστόν, η κυβέρνηση έχει θέσει ψηλά το θέμα της μείωσης του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα ώστε να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος που θα επιτρέψει με το κατάλληλο μίγμα μέτρων να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη.

Έχοντας κατανοήσει ότι το αίτημα θα γίνει πιο εύκολα αποδεκτό αν η ίδια δώσει δείγματα γραφής, κυβερνητικοί παράγοντες προτάσσουν τις μεταρρυθμίσεις στις δημόσιες τοποθετήσεις και τις συζητήσεις τους όπως ο κ. Μητσοτάκης με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν.

Όλοι κατανοούν ότι  η απόφαση των πιστωτών θα είναι κατά βάση πολιτική, όμως το σκεπτικό θα βασίζεται σε τεχνοκρατικά επιχειρήματα.      

Γι’ αυτό τον λόγο η Αθήνα προβάλει το επιχείρημα της μεγάλης μείωσης των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων.

Το επιχείρημα είναι σωστό αλλά όχι απόλυτα πειστικό όπως θα εξηγήσουμε. 

Πράγματι, το μέσο κόστος δανεισμού της Ελλάδας από την αγορά είναι λίγο πάνω από το 3% κατά μέσο όρο φέτος και η βασική υπόθεση στην ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) των θεσμών είναι 4,9% σε βάθος χρόνου.

Επομένως,  το χάσμα είναι μεγάλο και υπέρ της. 

Αν λοιπόν μειωνόταν κι άλλο το μέσο κόστος δανεισμού στην ανάλυση DSA, αυτό θα μπορούσε να δικαιολογήσει μείωση του στόχου για το πλεόνασμα.

Σημειώνεται πως το επιτόκιο ήταν παλαιότερα στο 5,2%  και το ψαλίδισαν στο 4,9%.

Ως εδώ όλα καλά. Όμως,  οι έξω έχουν ένα αντεπιχείρημα

Η μείωση των επιτοκίων δεν είναι μόνο ελληνικό αλλά ευρύτερο φαινόμενο στην ευρωζώνη.

Αν τα επιτόκια πάρουν την πάνω βόλτα τα επόμενα χρόνια, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων θα ανέβουν. 

Ο μόνος τρόπος για να αντικρούσει η Αθήνα το αντεπιχείρημα είναι ένας. 

Να δείξει πως η μείωση των αποδόσεων έχει συνοδευθεί σε μεγάλο βαθμό από την μείωση της επιτοκιακής διαφοράς (spread) των ελληνικών ομολόγων από τα γερμανικά, ιταλικά, πορτογαλικά κ.τ.λ.  

Αντί λοιπόν να μιλά για μειώσεις των αποδόσεων, θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη σημασία στα spreads.     

H επιτοκιακή διαφορά του 10ετούς ελληνικού ομολόγου από το αντίστοιχο γερμανικό βρίσκεται σήμερα γύρω στις 261 μονάδες βάσης, έχοντας ανέβει από τις  240 μονάδες περίπου που βρισκόταν στα τέλη Ιουλίου.

Η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου κινείται σήμερα πέριξ του 1,95% έναντι -0,68% του γερμανικού. 

Θα πρέπει να επισημάνουμε πως το spread κινείτο κοντά στις 350 μονάδες και άνω πριν από τις ευρωεκλογές στα τέλη Μαΐου.

Στις 23 Μαΐου, ακριβώς πριν από τις ευρωεκλογές, το ελληνικό χρεόγραφο απέδιδε 3,46%  και το 10ετές γερμανικό χρεόγραφο -0,13%.

Καταγράφεται λοιπόν μια μείωση της τάξης των 90 με 110 μονάδων βάσης έναντι του γερμανικού από τις ευρωεκλογές.

Όμως, συρρίκνωση εμφανίζουν επίσης τα spreads κι άλλων ομολόγων χωρών της ευρωζώνης.

Γι’ αυτό το 10ετές ιταλικό ομόλογο είναι πιο αξιόπιστο ως σημείο αναφοράς για να διαπιστώσει κάποιος την πρόοδο που έχει επιτευχθεί.

Το ελληνο-ιταλικό 10ετές spread βρίσκεται σήμερα στις 55 μονάδες περίπου έναντι 80-120 μονάδων πριν από λίγους μήνες.

Επομένως, υπάρχει μεν βελτίωση αλλά πρακτικά όχι τόση όση δείχνει το 10ετές ελληνογερμανικό spread.

Αν λοιπόν η κυβέρνηση θέλει να γίνει πιο πειστική στους Ευρωπαίους αξιωματούχους θα πρέπει να αλλάξει προσέγγιση, προτάσσοντας το spread.

Όμως, η συρρίκνωση της επιτοκιακής διαφοράς απαιτεί πολλή περισσότερη δουλειά. 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v