Η βασική αποστολή της ΕΚΤ είναι η σταθερότητα των τιμών κατά την παράδοση της Buba, της γερμανικής κεντρικής τράπεζας.
Αντίθετα, ο βασικός στόχος της Fed είναι διττός. Να ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα και να διατηρεί χαμηλά τον πληθωρισμό.
Όμως, ούτε η μία ούτε η άλλη κεντρική τράπεζα κατάφερε να κάνει κάτι για τη μεγάλη αύξηση του χρέους που έλαβε χώρα κάτω από τη μύτη τους και οδήγησε στη χρηματοοικονομική κρίση.
Παρ’ όλα αυτά, η αύξηση των χρεών από κυβερνήσεις και ιδιωτικές επιχειρήσεις συνεχίσθηκε, παρά τις διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε χώρες και εταιρείες, με αποτέλεσμα η παγκόσμια οικονομία να είναι σήμερα πιο υπερχρεωμένη από πριν, σε απόλυτα νούμερα και ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Το αποτέλεσμα;
Παραδοσιακοί τρόποι ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας, όπως η μείωση των επιτοκίων και γενικά η πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική, δείχνουν να μην μπορούν να δώσουν την ώθηση που έδιναν κάποτε.
Εχουμε φθάσει στο σημείο να χρειάζεται να κάνουν πολλά πράγματα οι κεντρικές τράπεζες, π.χ. μεγάλη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, για να δοθεί μικρή ώθηση στην οικονομία και να αρκεί ένα μικρό σφίξιμο για να υποχωρήσει αρκετά το ΑΕΠ.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο πληθωρισμός παραμένει σε χαμηλά επίπεδα και ο ρυθμός ανάπτυξης δεν είναι ισχυρός παρά τα μηδενικά και αρνητικά επιτόκια και την τροφοδότηση του συστήματος με τρισ. ευρώ και δολάρια (QE) από τις κεντρικές τράπεζες.
Όλα αυτά δεν είναι τυχαία, αλλά έχουν τη ρίζα τους στην υπερχρέωση των κρατών και των επιχειρήσεων.
Η σημαντική μείωση του πολλαπλασιαστή χρήματος είναι συνέπεια της υπερχρέωσης και καθιστά τη νομισματική πολιτική λιγότερο αποτελεσματική στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.
Είναι λοιπόν εύλογο να αναρωτιούνται πολλοί τι θα συμβεί όταν οι οικονομίες ξαναπάρουν την κάτω βόλτα, με τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα και την αγορά πλημμυρισμένη στο χρήμα που «έριξαν» οι κεντρικές τράπεζες με τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
To 2010, το McKinsey Global Institute εξέτασε τα παραδείγματα 24 ανεπτυγμένων χωρών που υπερχρεώθηκαν και συμπέρανε πως το πρόβλημα της υπερχρέωσης δεν μπορεί να επιλυθεί με την ανάληψη περισσότερου χρέους.
Σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται πολυετής λιτότητα που θα αυξήσει το ποσοστό αποταμίευσης, σύμφωνα με τη McKinsey.
Η Ελλάδα είναι ένα τέτοιο παράδειγμα, παρότι η αποταμίευση βρίσκεται ακόμη σε αρνητικό έδαφος. Όμως, δεν είναι εύκολο για δημοκρατίες.
Την ίδια περίπου περίοδο, ο Kenneth Rogoff και η Carmen Reihnhart δημοσίευαν τη μελέτη που θέλει χώρες με χρέος πάνω από 90% του ΑΕΠ για πάνω από πέντε χρόνια να χάνουν το 1/3 περίπου του ρυθμού ανάπτυξης.
Η κατάσταση δεν μοιάζει καλή παρά την ευφορία που δημιουργεί η επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης παγκοσμίως και το ράλι στις αγορές.
Η νομισματική πολιτική φαίνεται να είναι θύμα της πολιτικής των μεγάλων κεντρικών τραπεζών να αγνοήσουν την κατακόρυφη αύξηση του χρέους, επικεντρωνόμενες στον πληθωρισμό και στην ανεργία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.