Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Και ο ΟΠΕΚ είναι εναντίον μας!

Η ελληνική οικονομία δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την αβεβαιότητα που εκπορεύεται από την τύχη της δεύτερης αξιολόγησης. Θα πρέπει να αντιμετωπίσει ένα ακόμη εμπόδιο.

Και ο ΟΠΕΚ είναι εναντίον μας!
Στις 30 Νοεμβρίου, οι χώρες-μέλη του ΟΠΕΚ ανακοίνωσαν ότι θα μειώσουν την ημερήσια παραγωγή πετρελαίου κατά 1,2  εκατ. βαρέλια, στα 32,5 εκατομμύρια.

Όμως, ο ΟΠΕΚ αντιπροσωπεύει το 40% περίπου της παγκόσμιας παραγωγής.

Επομένως χρειαζόταν τη σύμπραξη των χωρών που δεν είναι μέλη του καρτέλ, για να ευοδωθεί το εγχείρημα που αποσκοπεί στην εξάλειψη του πλεονάσματος του μαύρου χρυσού και στην άνοδο των τιμών του αργού.

Το τελευταίο επιτεύχθηκε το Σάββατο, με τη συμφωνία 11 χωρών που δεν είναι μέλη του ΟΠΕΚ να μειώσουν την παραγωγή τους κατά 558 χιλ. βαρέλια ημερησίως το πρώτο εξάμηνο του 2017 και ίσως για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Η μισή περίπου από τη μείωση της παραγωγής θα προέλθει από τη Ρωσία.

Επιπροσθέτως, η  Σαουδική Αραβία δεσμεύθηκε να μειώσει την παραγωγή της πιο πολύ απ’ ό,τι της αναλογεί, αν χρειασθεί.

Το γεγονός καθησύχασε τις αγορές, που γνωρίζουν από το παρελθόν πόσο δύσκολο είναι να τηρηθούν οι δεσμεύσεις για μείωση της παραγωγής από τις χώρες-μέλη του ΟΠΕΚ.

Φυσικά, η εμπειρία από ανάλογες συμφωνίες των πετρελαιοπαραγωγών χωρών για μείωση της παραγωγής πετρελαίου στο παρελθόν δικαιολογεί την υιοθέτηση μιας επιφυλακτικής θέσης.

Όμως, είναι λογικό να αναμένει κάποιος πως το εύρος διακύμανσης των τιμών θα κυμανθεί μεταξύ 50 και 60 δολάρια το βαρέλι τους επόμενους μήνες.

Το εύρος απέχει πολύ από την τιμή των 30 δολαρίων και κάτω, που βρέθηκε στις αρχές του 2016 και η οποία σηματοδοτεί το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 13 ετών.

Δυστυχώς, η συγκεκριμένη εξέλιξη σε συνδυασμό με την αδυναμία του ευρώ έναντι του δολαρίου θα επιβαρύνει την ελληνική οικονομία.

Αφενός, αυξάνοντας το κόστος των μεταφορών και γενικότερα της παραγωγικής βάσης της οικονομίας και αφετέρου, μειώνοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.

Τα νοικοκυριά π.χ. θα αγοράζουν λιγότερα καύσιμα για κίνηση και θέρμανση με τα ίδια λεφτά σε σχέση με πριν.

Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών θα έχει αρνητική επίδραση στη συνολική καταναλωτική δαπάνη και στις εισαγωγές.

Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι να περιορισθεί η συνολική ζήτηση, είτε αποδυναμώνοντας τον ρυθμό ανάπτυξης είτε συνεισφέροντας στην ύφεση.

Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι η εξοικονόμηση από την πτώση των διεθνών τιμών πετρελαίου ανήλθε σε 2,07 δισ. ευρώ το 2015.

Το έλλειμμα του ισοζυγίου καυσίμων μειώθηκε στα 4,2 δισ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά από 6,27 δισ. το 2014 και 6,9 δισ. το 2013.

Εντυπωσιακή είναι επίσης η εξοικονόμηση που έχει επιτευχθεί το πρώτο  9μηνο του 2016, αφού ανέρχεται σε 1,6 δισ. ευρώ.

Η εξοικονόμηση ήταν 1,06 δισ. το πρώτο εξάμηνο.

Πιο συγκεκριμένα, η δαπάνη για πετρέλαιο ανήλθε σε 1,67 δισ. ευρώ το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2016 από 3,28 δισ. το αντίστοιχο διάστημα το 2015.

Ακόμη κι αν το έλλειμμα του ισοζυγίου καυσίμων διαμορφωθεί το 2017 στα τωρινά επίπεδα -πράγμα μάλλον απίθανο, αν οι τιμές του αργού παραμείνουν στο εύρος των 50-60 δολαρίων το βαρέλι-, η οικονομία θα χάσει την ώθηση που είχε το 2016 και το 2015 κατά κύριο λόγο.

Γι’ αυτό τον λόγο, η συμφωνία του ΟΠΕΚ πριν 13 μέρες και των 11 χωρών που δεν είναι μέλη του καρτέλ για μείωση της παραγωγής το προηγούμενο Σάββατο δεν συνιστούν καλά νέα για την ελληνική οικονομία.

Αν μάλιστα έχουν μόνιμες αρνητικές επιπτώσεις στην αγορά ομολόγων, θα είναι ακόμη χειρότερα.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v