Νομίζουμε ότι το έχουμε επισημάνει ξανά στο παρελθόν.
Αν η επιχορήγηση του κρατικού προϋπολογισμού για το συνταξιοδοτικό σύστημα παρέμεινε σταθερή σε ονομαστικό ποσό στα επίπεδα που ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα ήταν μικρότερο κατά 100 και πλέον δισ. ευρώ.
Με άλλα λόγια, η χώρα ίσως δεν είχε περάσει την εποχή των μνημονίων και το μέσο επίπεδο διαβίωσης ήταν αρκετά υψηλότερο από το σημερινό, αν η επιχορήγηση του συνταξιοδοτικού δεν είχε εμφανίσει αλματώδη άνοδο.
Η αύξηση της κρατικής επιχορήγησης έγινε για να καλυφθεί η δραματική αύξηση των δαπανών για το συνταξιοδοτικό, που ξεπερνούν πλέον το 16% του ΑΕΠ. Το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρωζώνη και την ΕΕ.
Η δραματική αύξηση των δαπανών και της επιχορήγησης του κρατικού προϋπολογισμού οφείλετο κυρίως σε δύο λόγους.
Πρώτον, τη γήρανση του πληθυσμού. Μεγάλες ηλικιακές ομάδες άρχισαν να συνταξιοδοτούνται χωρίς να υπάρχει η μεταναστευτική ροή που θα τις αντιστάθμιζε.
Η υπογεννητικότητα άρχισε επίσης από ένα σημείο και μετά να επηρεάζει αρνητικά το ανθρώπινο δυναμικό, σε συνδυασμό με την ύφεση που ενέσκηψε.
Δεύτερον, την πλουσιοπάροχη συνταξιοδότηση με αντάλλαγμα τις ψήφους, σε συνδυασμό με την ανοχή των γενεών που εργάζονταν. Εδώ υπεισέρχονται οι μη ορθολογικές αυξήσεις συντάξεων και εφάπαξ, οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις κ.τ.λ.
Η κατασπατάληση του μεγαλύτερου μέρους των αποθεματικών των ταμείων είχε ήδη συντελεσθεί τις προηγούμενες δεκαετίες.
Αναφερθήκαμε στα ανωτέρω για να υπογραμμίσουμε τη σχέση που υπάρχει μεταξύ της γήρανσης του πληθυσμού, του δημόσιου χρέους και του μακροπρόθεσμου ρυθμού ανάπτυξης.
Κι αυτό γιατί οι μελέτες επιβεβαιώνουν πως το υψηλό χρέος μιας χώρας συμβάλλει στην επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης μέσω της αρνητικής επίπτωσης στις επενδύσεις κ.τ.λ. καθώς αυξάνει την αβεβαιότητα.
Οι προβλέψεις θέλουν το πρόβλημα της γήρανσης να λαμβάνει μεγαλύτερες διαστάσεις στην Ελλάδα και άλλες χώρες της Ευρωζώνης τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες.
Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη του ΔΝΤ, η αναμενόμενη σημαντική γήρανση του πληθυσμού τις δύο επόμενες δεκαετίες θα οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού των συνταξιούχων, σε σύγκριση με εκείνους που θα βρίσκονται σε ηλικία εργασίας (15 έως 64 ετών).
Επίσης, ο μέσος όρος ηλικίας της εργατικής δύναμης θα αυξηθεί καθώς το ποσοστό των εργαζομένων ηλικίας 55 έως 64 ετών προβλέπεται να αυξηθεί στο 20% από 15% του συνόλου τις δύο επόμενες δεκαετίες.
Οι ερευνητές του Ταμείου διαπίστωσαν ότι μια αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων ηλικίας 55-64 ετών στο σύνολο του εργατικού δυναμικού κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες συνδέεται με μείωση της παραγωγικότητας κατά 3% περίπου.
Οι αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγικότητα αναμένεται να είναι μεγαλύτερες σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιταλία, που έχουν υψηλά χρέη και μικρά δημοσιονομικά περιθώρια.
Επομένως, ευλόγως συμπεραίνουν ότι οι ανωτέρω χώρες θα πρέπει να κάνουν περισσότερα από άλλες για να αυξηθεί γρήγορα η παραγωγικότητά τους, να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητά τους και να μειωθεί το ποσοστό ανεργίας.
Όμως, υπάρχει κάτι ακόμη που πρέπει να γίνει.
Να αντιμετωπισθεί το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, με την υιοθέτηση γενναίων πολιτικών σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε να αντιστραφεί η τάση γήρανσης του πληθυσμού.
Αν και όλοι το γνωρίζουν, κανείς δεν φαίνεται να το αντιμετωπίζει σοβαρά.
Γι' αυτό λέμε ότι γηράσκουμε χωρίς να διδασκόμαστε.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.