To έγγραφο του κ. Σόιμπλε που αποκάλυψε η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt δείχνει με τον πιο εύγλωττο τρόπο αυτό που όλοι θα έπρεπε να γνωρίζουν.
Ακόμη κι ο άτεγκτος κ. Σόιμπλε είναι πολιτικός και θέλει το κόμμα του να κερδίσει ξανά τις γερμανικές εκλογές του 2107.
Δεν είναι λοιπόν διατεθειμένος, ούτε αυτός, ούτε η κ. Μέρκελ, να ρισκάρουν κάτι τέτοιο για τα μάτια της Ελλάδας ή κάποιας άλλης χώρας.
Γι' αυτό άλλωστε έχουν επιδείξει θετική προδιάθεση έναντι της Ελλάδας για άλλο λόγο.
Αναφερόμαστε στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, που αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα των συστημικών κομμάτων στη Γερμανία, την Αυστρία και αλλού.
Πέραν λοιπόν κάποιων διακοσμητικών κινήσεων για να λένε ότι κάτι έκαναν στο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους, δεν θα πρέπει να αναμένεται κάτι παραπάνω μέχρι τα τέλη του 2017.
Εκτός, φυσικά, κι αν η κατάσταση στην Ελλάδα ξεφύγει τόσο πολύ που η Γερμανία αναγκασθεί να αναθεωρήσει εκ νέου τις απόψεις της, αν και πάλι λίγα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν, με δεδομένο το προφίλ του χρέους μέχρι το 2023.
Ως εκ τούτου, το βάρος για την έξοδο στις αγορές πέφτει στους ώμους της Ελλάδας και δευτερευόντως της ΕΚΤ.
Εννοούμε τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, όπου οι γνώμες διίστανται.
Από τη μια πλευρά, έχουμε το αισιόδοξο σενάριο που ασπάζεται η κυβέρνηση και λίγοι ακόμη στην αγορά.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το «κλειδί» είναι η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και η ύπαρξη ενός οδικού χάρτη για το χρέος.
Κι αυτό γιατί θα φέρει μεν ένα νέο κύμα μέτρων λιτότητας που θα έχουν αρνητική επίπτωση στην οικονομική δραστηριότητα, όμως, από την άλλη πλευρά, θα έχει άλλες θετικές επιπτώσεις.
Κατ' αρχάς θα απελευθερώσει αρκετή ρευστότητα για να πληρωθεί ένα μέρος των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα.
Θα μειώσει επίσης το ασφάλιστρο κινδύνου για ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, π.χ. ομόλογα, μετοχές, ακίνητα κ.τ.λ., λόγω υποχώρησης της πολιτικής αβεβαιότητας και των φόβων για επαναφορά του Grexit.
Αυτό ήδη έχει αποτυπωθεί σε σημαντικό βαθμό στις τιμές των ομολόγων και των μετοχών καθώς οι αγορές είναι προεξοφλητικοί οργανισμοί, αλλά εκτιμάται ότι έχουν λίγο ακόμη δρόμο.
Ειδικότερα, η περαιτέρω διολίσθηση των αποδόσεων των ομολόγων θα «φθηνύνει» τις αποτιμήσεις ελληνικών εταιρειών, π.χ. τραπεζών, ευνοώντας μεγαλύτερη άνοδο των τιμών τους.
Οι κυβερνητικοί και λοιποί αισιόδοξοι ποντάρουν πολλά σε μια νέα άνοδο των τουριστικών εισπράξεων το 2016 και σε επενδύσεις τύπου ΤΑP και άλλες ιδιωτικές, που είτε έχουν παγώσει λόγω της αβεβαιότητας είτε χρηματοδοτούνται από κοινοτικά κονδύλια.
Εμφανίζονται επίσης έτοιμοι να δώσουν το πράσινο φως σε κάποιες λιμνάζουσες ιδιωτικοποιήσεις και αναπτύξεις, π.χ. Ελληνικό, με κάποιες τροποποιήσεις.
Επίσης, ποντάρουν πολλά στις κινήσεις της ΕΚΤ.
Θεωρούν βέβαιη την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εγγυήσεων για χρηματοδότηση με μηδενικό επιτόκιο με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και βλέπουν έναν σταδιακό περιορισμό των capital controls.
Όμως, η αποδοχή των ελληνικών εγγυήσεων από την ΕΚΤ συνεπάγεται περισσότερα κέρδη για τις τράπεζες και όχι τόσο βελτίωση της ρευστότητάς τους, εκτός κι αν συνοδευθεί από άλλες κινήσεις.
Σε κάποιο σημείο αργότερα, εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα αρχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα, συμπιέζοντας τις αποδόσεις τους αρκετά χαμηλά, ώστε η χώρα να ξαναβγεί στις αγορές και οι ελληνικές εταιρείες να δανείζονται εκ νέου, εκδίδοντας ομόλογα.
Επιπλέον, ποντάρουν στη σταδιακή μείωση του όγκου των προβληματικών δανείων που θα επιτρέψει στις τράπεζες να δανείζουν ξανά.
Αν έχουν δίκιο, η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει το δεύτερο μισό του 2016 και θα περάσει σε φάση ανάπτυξης το 2017, συμβάλλοντας στην υπερκέραση των δημοσιονομικών στόχων.
Όμως, όλα αυτά δεν πείθουν τους οπαδούς του αρνητικού σεναρίου για την ελληνική οικονομία.
Οι τελευταίοι παραδέχονται μεν ότι θα υπάρξουν κάποιες θετικές εξελίξεις όταν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, π.χ. εκταμίευση μερικών δισ. για αποπληρωμή εσωτερικών υποχρεώσεων του κράτους, και η ενεργοποίηση της ΕΚΤ.
Δεν θεωρούν ότι θα κάνουν τη διαφορά.
Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι τα μέτρα λιτότητας είναι πολλά για μια πληγωμένη οικονομία αφού πλησιάζουν τα 9 δισ. ευρώ και διαχέονται στο 2016 και το 2017.
Επιπλέον, υπάρχει η λαιμητόμος του αυτόματου προληπτικού μηχανισμού σε περίπτωση αποκλίσεων από τους δημοσιονομικούς στόχους.
Οι ίδιοι θεωρούν ότι αρκετά από τα διαρθρωτικά μέτρα που νομοθετήθηκαν δεν θα υλοποιηθούν, προκαλώντας τριβές με τους πιστωτές.
Οι απαισιόδοξοι ισχυρίζονται επίσης ότι αρκετοί υπουργοί και στελέχη της κυβέρνησης στερούνται βασικών προσόντων και αρκετοί πάσχουν από αριστερές ιδεοληψίες, με αποτέλεσμα να αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη.
Αν και αποδέχονται την υπόθεση ότι μπορεί να υπάρξει επέκταση του ράλι σε μετοχές και ομόλογα λόγω βελτίωσης της επενδυτικής ψυχολογίας με την αξιολόγηση, εκτιμούν ότι η πραγματικότητα θα προσγειώσει πολλούς αργότερα, γιατί θα διαπιστώσουν ότι δεν βγαίνουν τα κέρδη που υπολόγιζαν.
Eπίσης, δεν περιμένουν οι τράπεζες να έχουν κάνει σημαντικά βήματα για να ξεφορτωθούν το βαρίδι των κόκκινων δανείων που κουβαλούν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι απαισιόδοξοι πιστεύουν ότι η οικονομία θα παραμείνει σε ύφεση το 2016 και ίσως ανακάμψει ελαφρά το 2017, στην καλύτερη των περιπτώσεων.
Η πορεία της οικονομίας θα έχει επιπτώσεις στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2017 που θα χρησιμοποιηθεί από τη γερμανική πλευρά ως επιχείρημα στη συζήτηση για το χρέος μετά τις εκλογές τους.
Ισως το 2018, που το πρόγραμμα θα πλησιάζει στη λήξη του.
Αν οι αισιόδοξοι έχουν δίκιο, τα πράγματα θα είναι πιο απλά. Αν, όμως, έχουν δίκιο οι απαισιόδοξοι, η κατάσταση θα περιπλακεί.
Σε κάθε περίπτωση, η πορεία της ελληνικής οικονομίας μέχρι τότε είναι το ζητούμενο, γιατί αυτή θα κρίνει πολλά.
Όπως άλλωστε υπαινίσσεται ο κ. Σόιμπλε.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.