Η Ευρώπη αρχίζει να βλέπει τα όρια επέκτασης των αιολικών πάρκων μετά από μια δεκαετία εκρηκτικής ανάπτυξης, σημειώνει ρεπορτάζ του Bloomberg.
Αυτό μπορεί να φανεί πιο έντονα σε χώρες που κινήθηκαν γρήγορα για να χτίσουν χωρητικότητα. Κράτη όπως η Δανία και η Σουηδία αρχίζουν να «χτυπούν τοίχο» καθώς οι τιμές της ενέργειας και τα κίνητρα πέφτουν πολύ χαμηλά για να κάνουν τις επενδύσεις να αξίζουν τον κόπο. Το τελευταίο παράδειγμα είναι μια δημοπρασία της κυβέρνησης της Δανίας για υπεράκτια αιολική ενέργεια, που δεν κατάφερε να προσελκύσει προσφορές.
Η μείωση των νέων αιολικών έργων θα μπορούσε να αφήσει τα κράτη πιο εξαρτημένα από την καύση ορυκτών καυσίμων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η υπεράκτια αιολική ενέργεια γίνεται φθηνότερη εδώ και χρόνια, αλλά αυτή η επιτυχία εξασθενεί, καθώς τα έργα αντιμετωπίζουν πιέσεις από την πλευρά του κόστους.
Η Δανία παρήγαγε ποσότητα-ρεκόρ (58%) της ηλεκτρικής της ενέργειας από αιολικά πάρκα πέρυσι, το υψηλότερο ποσοστό στον κόσμο. Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση δεν έλαβε προσφορές στον μεγαλύτερο διαγωνισμό της για υπεράκτια αιολικά πάρκα. Εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της κρατικής Orsted A/S, δήλωσαν ότι δεν είναι πια ελκυστικό να επενδύονται ποσά σε τόσο μεγάλα τοπικά έργα.
Μια σημαντική πρόκληση είναι οι χαμηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας που προκαλούνται από την άφθονη προσφορά από υπάρχοντα αιολικά πάρκα που συνωστίζονται στην αγορά. Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και στη Σουηδία.
Η ανάπτυξη χιλιάδων ανεμογεννητριών τις τελευταίες δύο δεκαετίες αποθαρρύνει τους επενδυτές να υποστηρίξουν τις νέες επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στη χώρα, καθώς οι χαμηλές τιμές ενέργειας προσφέρουν μικρή απόδοση. Οι αμφιβολίες αυξάνονται επίσης για το ποια θα είναι η ζήτηση στο μέλλον, καθώς ορισμένα μεγάλα βιομηχανικά μεγάλα έργα στον βορρά, τα οποία θα απορροφούσαν ποσότητες ενέργειας, καθυστερούν ή ακυρώνονται εντελώς.
«Δεν μπορούμε να έχουμε ένα σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας που να βασίζεται αποκλειστικά σε αιολική και ηλιακή ενέργεια», δήλωσε ο Brian Vad Mathiesen, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Aalborg στη Δανία. «Υπάρχουν αυστηρά τεχνικά και οικονομικά όρια στο πόση μπορούμε να ενσωματώσουμε στο δίκτυο».
Οι σταθμοί με καύση άνθρακα ή φυσικού αερίου λειτουργούν συνήθως όταν οι τιμές της ενέργειας είναι αρκετά υψηλές για να καλύψουν τα σταθερά κόστη, όπως τα καύσιμα, ενώ τα αιολικά πάρκα λειτουργούν όποτε φυσάει άνεμος, ανεξάρτητα από την τιμή. Μερικές φορές το ρεύμα μπορεί να είναι δωρεάν ή οι καταναλωτές πληρώνονται για να το χρησιμοποιήσουν εάν υπάρχει περισσότερη προσφορά στο δίκτυο από τη ζήτηση.
Ένα παρόμοιο φαινόμενο συμβαίνει και με την ηλιακή ενέργεια, αλλά το χαμηλό κόστος των ηλιακών συλλεκτών έχει αμβλύνει τον αντίκτυπο. Η αιολική βιομηχανία έχει συμπιεστεί από το άλμα του κόστους για βασικές παραμέτρους όπως ο χάλυβας και τα εργατικά.