Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα μπορούσε να καταλήξει να είναι ένας από τους μεγαλύτερους νικητές από την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ.
Παραμένει ασαφές σε ποιο βαθμό η Άγκυρα υποστήριξε την αστραπιαία επίθεση των δύο τελευταίων εβδομάδων. Η Hayat Tahrir al-Sham, η ισλαμιστική ομάδα που ηγήθηκε της επίθεσης, έχει μια περίπλοκη σχέση με την Τουρκία.
Ωστόσο, πολλοί αναλυτές είναι πεπεισμένοι ότι ο Ερντογάν, ο οποίος κάποτε αποκαλούσε τον Σύρο πρόεδρο «χασάπη», πρόκειται να κερδίσει πολιτικά και οικονομικά από τα νέα δεδομένα ως ο πιο ισχυρός ξένος παράγοντας στη χώρα μετά την πτώση του Άσαντ, ο οποίος υποστηρίχθηκε από τη Ρωσία και το Ιράν.
«Μετά τους Σύρους, η Τουρκία είναι ο μεγαλύτερος νικητής εδώ», δήλωσε ο Ömer Özkizilcik, συνεργάτης στο think-tank του Atlantic Council. «Όταν όλοι οι άλλοι εγκατέλειψαν τους Σύρους, όταν κανένα άλλο κράτος δεν υποστήριξε την αντιπολίτευση, η Τουρκία δεν τα παράτησε», πρόσθεσε.
Ο Ερντογάν υποστήριξε το κύμα των αραβικών εξεγέρσεων που σάρωσε τη Μέση Ανατολή το 2011, υποκινούμενος από την ελπίδα ότι θα ενδυναμώσει τους συμμάχους του κόμματός του «Δικαιοσύνη και Ανάπτυξη» (AKP), το οποίο έχει ισλαμικές ρίζες, εξηγούν οι Financial Times. Έμεινε μαζί τους ακόμη και όταν οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές δυνάμεις, που υποστήριξαν αρχικά τις εξεγέρσεις, εγκατέλειψαν.
Καλωσόρισε περισσότερους από τρία εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες ως «αδέρφια και αδερφές» και παρείχε όπλα και εκπαίδευση σε ομάδες ανταρτών που πολεμούσαν τον Σύρο πρόεδρο.
Όταν οι ελπίδες για αλλαγή καθεστώτος έσβησαν καθώς ο Άσαντ διασώθηκε από τη Μόσχα και την Τεχεράνη, ο Ερντογάν έστρεψε την προσοχή του στη μάχη με τις δυνάμεις στις οποίες κυριαρχούσαν Κούρδοι, οι οποίες θεωρούνται από την Άγκυρα ως «τρομοκράτες».
Πιο πρόσφατα, ο Ερντογάν έκανε άνοιγμα στον Άσαντ, αλλά δεν βρήκε ανταπόκριση. «Το καθεστώς της Δαμασκού δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει την αξία του χεριού που άπλωσε η Τουρκία», είπε ο Τούρκος πρόεδρος το Σάββατο.
Ωστόσο, ακόμη και όταν έκανε άνοιγμα στον Άσαντ, η Τουρκία συνέχισε να υποστηρίζει τους αντάρτες και επίσης παρείχε βοήθεια στο προπύργιο των HTS στην Ιντλίμπ, που ήταν για χρόνια η τελευταία εναπομείνασα επαρχία που ήλεγχε η αντιπολίτευση. Διαχειρίζεται επίσης μια λωρίδα εδάφους στο βόρειο τμήμα της Συρίας, ενώ συνέχισε να υποστηρίζει μια ομάδα ανταρτών που δρούσε υπό το όνομα του Συριακού Εθνικού Στρατού.
Αυτοί οι δεσμοί με ομάδες της αντιπολίτευσης που, την Κυριακή, πέτυχαν το μακροχρόνιο όνειρό τους να κατακτήσουν τη Δαμασκό, αφήνουν τον Ερντογάν σε καλύτερη θέση από οποιονδήποτε άλλο ξένο ηγέτη για να εκμεταλλευτεί την αναμενόμενη άνοδό τους στην εξουσία -ακόμα κι αν η κατάσταση παραμένει επίσης εξαιρετικά ασταθής και αβέβαιη.
Μια μεγάλη ελπίδα για τον Ερντογάν είναι ότι η πτώση του Άσαντ θα επιτρέψει σε πολλούς από τους περίπου 3 εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες της Τουρκίας να γυρίσουν στη χώρα τους. Η συνεχιζόμενη παρουσία τους είναι βαθιά αντιδημοφιλής ακόμη και μεταξύ των δικών του υποστηρικτών.
Ο Τούρκος υπουργός Εσωτερικών Αλί Γερλικάγια δήλωσε την περασμένη εβδομάδα, μετά την κατάληψη του Χαλεπίου από τους αντάρτες, ότι 1,3 εκατομμύρια Σύροι στην Τουρκία κατάγονταν από αυτή την πόλη και ότι πολλοί «δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τον ενθουσιασμό» για την επιστροφή τους.
Η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ θα μπορούσε επίσης να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στη σύνθετη σχέση μεταξύ του Ερντογάν και του Βλαντιμίρ Πούτιν, οι οποίοι έχουν υποστηρίξει τις αντίπαλες πλευρές όχι μόνο στη Συρία αλλά και σε άλλες συγκρούσεις, συμπεριλαμβανομένης της Λιβύης.
«Η Τουρκία είναι πιθανό να υιοθετήσει μια πιο διεκδικητική στάση στην περιοχή», δήλωσε ο Wolfango Piccoli, της εταιρείας συμβούλων Teneo, σε ένα σημείωμα προς τους πελάτες, προσθέτοντας ότι θα ενισχύσει επίσης τη θέση της Άγκυρας έναντι του Ιράν.
Η Τουρκία, που ήδη παλεύει με τον υψηλό πληθωρισμό και την ύφεση, θα ωφεληθεί από την επανέναρξη των πλήρους επιχειρηματικών και εμπορικών δεσμών κατά μήκος των 900 χιλιομέτρων των συροτουρκικών συνόρων. Ο κατασκευαστικός της τομέας, ο οποίος έχει στενούς δεσμούς με τον Ερντογάν, θα μπορούσε να κερδίσει χρήματα από ένα λογαριασμό ανοικοδόμησης που αναμένεται να ανέλθει σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια. «Αν επιτευχθεί ειρήνη, είναι μια μεγάλη ευκαιρία», δήλωσε στέλεχος μιας από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες της Τουρκίας.
Ωστόσο, παρά τις δυνατότητες για την Τουρκία, υπάρχει επίσης τεράστια αβεβαιότητα για το τι είδους κυβέρνηση θα καλύψει το κενό που δημιουργήθηκε από την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ και τι είδους σχέση θα έχει με τον βόρειο γείτονά του.
Ενώ η Άγκυρα δεν έλεγξε ποτέ την HTS -την οποία κατατάσσει ως τρομοκρατική ομάδα- είχε ειδικό βάρος όταν η οργάνωση ήταν εγκλωβισμένη στο Ιντλίμπ με την Τουρκία ως την κύρια οδό της προς τον έξω κόσμο. Παραμένει ασαφές ποια επιρροή θα διατηρήσει στον ηγέτη της ομάδας Αμπού Μοχάμαντ αλ Τζολάνι τώρα που αυτός και οι σύμμαχοί του έχουν καταλάβει ολόκληρη τη χώρα.
Η ειρήνη και η σταθερότητα δεν είναι καθόλου εγγυημένη, με τον κίνδυνο περαιτέρω συγκρούσεων που θα αναγκάσει άλλους πρόσφυγες να καταφύγουν προς την Τουρκία υπαρκτό. Ο İlhan Üzgel, υψηλόβαθμο στέλεχος του έντονα κοσμικού αντιπολιτευόμενου κόμματος CHP της Τουρκίας, εξέφρασε τον φόβο ότι ο Ερντογάν είχε «δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση ενός νέου Αφγανιστάν» στα σύνορά του.
Ένα άλλο μεγάλο ερώτημα είναι ο ρόλος που θα διαδραματίσουν οι Κούρδοι της Συρίας σε μια μελλοντική κυβέρνηση και αν θα διατηρήσουν μέρος της αυτονομίας που έχουν κερδίσει με κόπο στα βορειοανατολικά.
Η Άγκυρα θα ήταν επιφυλακτική για τυχόν διαπραγματεύσεις μεταξύ μιας νέας κυβέρνησης στη Δαμασκό και των κουρδικών ένοπλων ομάδων. Θεωρεί τους τελευταίους ως τρομοκράτες με στενούς δεσμούς με τον επί δεκαετίες εχθρό της, το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK). Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, επέμεινε την Κυριακή ότι όποιες ομάδες ήταν «προέκταση του PKK» δεν θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στις συνομιλίες για το μέλλον της Συρίας.
Ο μελλοντικός ρόλος των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν υποστηρίξει τις κουρδικές δυνάμεις στο πλαίσιο του αγώνα τους κατά του ISIS και διατηρούν περίπου 900 στρατιώτες στη Συρία, παραμένει επίσης ασαφής. Ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε το Σάββατο ότι η συριακή σύγκρουση «δεν είναι η μάχη μας».
Η Sinem Adar, συνεργάτιδα στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων και Ασφάλειας στο Βερολίνο, δήλωσε ότι με τα γεγονότα να εξελίσσονται τόσο γρήγορα και τόσες πολλές πτυχές του μέλλοντος της Συρίας ακόμα ασαφείς, ήταν πολύ νωρίς για να πούμε εάν ο Ερντογάν θα βγει τελικά θριαμβευτής από τα γεγονότα της Συρίας, τις τελευταίες δύο εβδομάδες.
«Είναι όλα ακόμα στον αέρα», είπε. «Δεν είμαι πεπεισμένη ότι η Τουρκία έχει τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης».