Η χρεοκοπημένη Tupperware συμφώνησε να πουληθεί σε μια ομάδα δανειστών για 23,5 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά και πάνω από 63 εκατομμύρια δολάρια σε ελάφρυνση χρέους, ακυρώνοντας τα σχέδιά της για μια ανοιχτή δημοπρασία των περιουσιακών της στοιχείων.
Η εταιρεία με τα γνωστά τάπερ ανακοίνωσε τη συμφωνία σε μια ακρόαση πτωχευτικού δικαστηρίου στο Wilmington του Delaware. Ο δικαστής είπε ότι θα προγραμματίσει γρήγορα μια ξεχωριστή ακρόαση για να εξετάσει την έγκριση της πώλησης, η οποία είναι πιθανότατα το καλύτερο αποτέλεσμα δεδομένων των «δύσκολων περιστάσεων» στην εταιρεία.
Η Tupperware με έδρα το Ορλάντο της Φλόριντα υπέβαλε αίτηση πτώχευσης τον περασμένο μήνα, με χρέη 818 εκατομμυρίων δολαρίων και σχέδιο να βρει αγοραστή εντός 30 ημερών. Αλλά μια ομάδα δανειστών της αντιτάχθηκε στα σχέδια πώλησης της εταιρείας, επιδιώκοντας αντ' αυτού να διεκδικήσει τα περιουσιακά στοιχεία για τον εαυτό της.
Η νέα συμφωνία πώλησης θα επιτρέψει στους δανειστές να αγοράσουν το εμπορικό σήμα της Tupperware και τις δραστηριότητές της σε πολλές βασικές αγορές, δήλωσε ο δικηγόρος της Tupperware Spencer Winters κατά την ακρόαση.
Η Tupperware είπε ότι αρχικά θα επικεντρωθεί σε αγορές συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, του Καναδά, του Μεξικού, της Βραζιλίας, της Κίνας, της Κορέας, της Ινδίας και της Μαλαισίας και σκοπεύει να συνεχίσει με ευρωπαϊκές και άλλες ασιατικές αγορές.
Η εταιρεία θα τερματίσει τις δραστηριότητές της σε κάποιες αγορές όπου έχει βαριές υποχρεώσεις, δήλωσε η διευθύνουσα σύμβουλος Laurie Ann Goldman σε δήλωση αργά την Τρίτη.
Οι δανειστές που είναι έτοιμοι τώρα να αποκτήσουν την Tupperware περιλαμβάνουν την Alden Global Capital, την Stonehill Institutional Partners και ένα γραφείο συναλλαγών της Bank of America.
Η δημοτικότητα της Tupperware εκτοξεύτηκε τη δεκαετία του 1950, καθώς οι γυναίκες της μεταπολεμικής γενιάς διοργάνωσαν «πάρτι Tupperware» στα σπίτια τους για να πουλήσουν τα τάπερ καθώς αναζητούσαν έσοδα και ανεξαρτησία, θυμίζει το Reuters.
Ωστόσο, η εταιρεία είπε ότι βασιζόταν υπερβολικά σε ανεξάρτητους αντιπροσώπους πωλήσεων τα τελευταία χρόνια, υποφέροντας από μια χρόνια πτώση στις πωλήσεις, ενώ έχασε ευκαιρίες για πώληση προϊόντων στο διαδίκτυο ή σε καταστήματα λιανικής.