Η βαριά βιομηχανία της Ευρώπης, που έχει πληγεί από τους πρόσφατους κλυδωνισμούς στις τιμές της ενέργειας, πιθανώς θα περιορίσει τη χρήση φυσικού αερίου για χρόνια προκειμένου να αντιμετωπίσει μια παρατεταμένη περίοδο υψηλού κόστους και αδύναμων κερδών, γράφει το Bloomberg.
Η πιο σφιχτή αγορά φυσικού αερίου το 2025 αναμένεται να οδηγήσει σε αυξήσεις τους λογαριασμούς ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι τομείς που είναι ευαίσθητοι στις τιμές, όπως η παραγωγή αμμωνίας και η διύλιση, θα πρέπει να μειώσουν την κατανάλωση, δήλωσε η Erisa Pasko, αναλύτρια της Energy Aspects του Λονδίνου. Οι περιορισμοί θα εξαλείψουν μια μέτρια άνοδο της ζήτησης που παρατηρήθηκε νωρίτερα φέτος.
Ζωτικής σημασίας πρώτη ύλη και καύσιμο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, το φυσικό αέριο χρησιμοποιείται στην παραγωγή κάθε είδους, από χημικά και πλαστικά μέχρι γυαλί και χάλυβα. Οι τιμές εκτοξεύτηκαν αφού η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία συμπίεσε τις προμήθειες, αναγκάζοντας ορισμένα εργοστάσια να κλείσουν ή να λειτουργούν με ζημία. Πιθανή υποτονική οικονομία συνεπάγεται ότι η ζήτηση μπορεί να μην αυξηθεί πριν το 2027, σύμφωνα με την Anna Galtsova, διευθύντρια της S&P Global Commodity Insights.
Αν και η χρήση βιομηχανικού αερίου αυξάνεται από έτος σε έτος, εντούτοις η S&P ψαλίδισε τις εκτιμήσεις της για ανάπτυξη το 2024 στο 5,8%, ενώ προβλέπει μείωση 0,7% για το 2025. Η κατανάλωση παραμένει πολύ πιο χαμηλά σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την ενεργειακή κρίση. Πράγματι, η εταιρεία data αναμένει ότι 9,5 δισ. κυβικά μέτρα ετήσιας ζήτησης θα χαθούν οριστικά λόγω της διακοπής της παραγωγής και των μέτρων ενεργειακής απόδοσης.
Οι κλάδοι έντασης ενέργειας, όπως τα λιπάσματα και ο χάλυβας, είναι από τους περισσότερο επηρεαζόμενους.
«Είναι πολύ δύσκολο να ανταγωνιστείς τη βιομηχανία χάλυβα εκτός Ευρώπης», δήλωσε ο Miroslav Kiralvarga, αντιπρόεδρος της σλοβακικής US Steel Kosice, του μεγαλύτερου παραγωγού του κράματος στην κεντρική Ευρώπη. Μετά την κρίση του εφοδιασμού με φυσικό αέριο «η τιμή της ενέργειας έχει σταθεροποιηθεί, αλλά δεν συγκρίνεται με των ανταγωνιστών μας».
Στην Ευρώπη, το φυσικό αέριο είναι περίπου τέσσερις φορές πιο ακριβό απ' ό,τι στις ΗΠΑ. Τα εργοστάσια στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει επίσης να πληρώσουν για να εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα, στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας ρύπων, ενώ οι εταιρείες σε μεγάλο μέρος της Αμερικής δεν έχουν τέτοιες υποχρεώσεις.
Η US Steel Kosice αντιπροσωπεύει περίπου το 5% της βιομηχανικής κατανάλωσης φυσικού αερίου στη Σλοβακία, η οποία παραμένει βασικός αγοραστής ρωσικών καυσίμων. Η συμφωνία για διαμετακόμιση από την Ουκρανία λήγει στο τέλος του έτους, εκθέτοντας πιθανώς την Κεντρική Ευρώπη σε υψηλότερο κόστος, καθώς οι εταιρείες θα στραφούν σε εναλλακτικές επιλογές προμηθειών, όπως το υγροποιημένο φυσικό αέριο.
Η κατασκευάστρια χημικών και λιπασμάτων Duslo, με έδρα επίσης τη Σλοβακία, επισημαίνει ότι οι υψηλές ενεργειακές δαπάνες δυσχεραίνουν τον ανταγωνισμό. Η πλημμύρα λιπασμάτων από τη Ρωσία ή τη Λευκορωσία, για παράδειγμα, διώχνει τους ντόπιους παραγωγούς σε πολλές ευρωπαϊκές αγορές, δήλωσε σε συνέντευξή του ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Petr Blaha.
«Ως αποτέλεσμα, οι παραγωγοί φεύγουν από την Ευρώπη για μέρη όπως η Κίνα και κυρίως οι ΗΠΑ», είπε.
Η ζήτηση βιομηχανικού αερίου στην Ευρώπη το επόμενο έτος θα είναι 21% κάτω από τον μέσο όρο της περιόδου 2017-2021, δήλωσε η Pasko της Energy Aspects, επικαλούμενη τις αδύναμες οικονομικές προοπτικές, ιδιαίτερα στη Γερμανία. Η κατανάλωση πιθανώς δεν θα ανακάμψει παρά μόνο μερικά χρόνια αργότερα, όταν θα ξεκινήσει σειρά νέων έργων LNG, μειώνοντας τις τιμές. Ορισμένες βιομηχανίες μπορεί να πληγούν ακόμη περισσότερο.
«Η παραγωγή αμμωνίας δεν θα ανακάμψει στα προ της κρίσης επίπεδα ούτε μέχρι το 2030», δήλωσε ο Μάθιου Τζόουνς, αναλυτής της ICIS. «Η ζήτηση φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή βιομηχανία κορυφώθηκε πριν από την πανδημία και δεν θα επανέλθει σε αντίστοιχο σημείο».