Η αμερικανική εταιρία υψηλής τεχνολογίας Intel ανακοίνωσε σήμερα ότι «παγώνει» για τουλάχιστον δύο χρόνια τα σχέδιά της για δημιουργία εργοστασίου μικροτσίπ στο Μαγδεμβούργο. Η επένδυση επρόκειτο να δημιουργήσει τουλάχιστον 3.000 θέσεις εργασίας.
Το κόστος της επένδυσης της Intel επρόκειτο να ανέλθει σε 33 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ το γερμανικό κράτος θα την επιδοτούσε με 9,9 δισεκατομμύρια, τα οποία μάλιστα θα κατέβαλλε προκαταβολικώς. Τα σχέδια ωστόσο άλλαξαν, μετά τα δυσμενή οικονομικά στοιχεία της αμερικανικής εταιρίας, η οποία επλήγη από την πτώση στην αγορά υπολογιστών, ενώ δεν κατάφερε να εξασφαλίσει σημαντικό μερίδιο στην ραγδαία αύξηση της αγοράς ημιαγωγών για τεχνητή νοημοσύνη.
Λόγω της απώλειας δισεκατομμυρίων δολαρίων, η Intel ανακοίνωσε στις αρχές Αυγούστου σχέδιο εξυγίανσης το οποίο περιελάμβανε μεταξύ άλλων την περικοπή κατά 15% των θέσεων εργασίας της. Η εξέλιξη είχε προκαλέσει την ανησυχία των γερμανικών αρχών για την επένδυση στο Μαγδεμβούργο, το οποίο εν τω μεταξύ προετοιμαζόταν με έργα υποδομής για να υποστηρίξει το εργοστάσιο.
Η είδηση για το «πάγωμα» της «μεγαλύτερης άμεσης ξένης επένδυσης στην Γερμανία», όπως την είχε διαφημίσει πέρυσι ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, προκάλεσε όμως και την ικανοποίηση μερίδας οικονομολόγων, οι οποίοι διαφωνούσαν εξ αρχής με την πολιτική των επιδοτήσεων, αλλά και με την συγκεκριμένη επένδυση. Εφόσον η Intel δεν πρόκειται στο συγκεκριμένο εργοστάσιο να ασχοληθεί με την έρευνα και την ανάπτυξη νέων προϊόντων, η Γερμανία θα επωφεληθεί μόνο ελάχιστα από την επιδότησή της, δήλωσε ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου Κλέμενς Φούεστ και τόνισε ότι ο Φρίντριχ Χάινεμαν από το Ινστιτούτο ZEW του Μανχάιμ αμφισβήτησε συνολικά την πολιτική των επιδοτήσεων που εφαρμόζει η σημερινή κυβέρνηση.
«Η εν μέρει απόσυρση της Intel δείχνει πόσο προβληματική είναι μια βιομηχανική πολιτική η οποία σπεύδει να υιοθετήσει την τελευταία τάση. Ο ενθουσιασμός για την επιδότηση εργοστασίων ημιαγωγών ήταν άμεσος εκείνη την εποχή της οξείας έλλειψης μικροτσίπ μετά την πανδημία. Μόλις δύο χρόνια μετά, αυτή η έλλειψη είναι πια παρελθόν. Ακόμη και ιστορικά υψηλές προσφορές επιδοτήσεων δεν θα έβρισκαν πλέον ενδιαφερόμενους. Οι φορολογούμενοι δεν μπορούν παρά να είναι ευγνώμονες για το γεγονός ότι δεν έχουν μπει ακόμη τα θεμέλια για μια επενδυτική καταστροφή», τόνισε ο κ. Χάινεμαν.
Η είδηση ωστόσο αποτελεί σοβαρή οπισθοδρόμηση για την βιομηχανική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία βλέπει το σχέδιό της, να καταστεί η μεγαλύτερη έδρα κατασκευής ημιαγωγών στην Ευρώπη, να κινδυνεύει με ναυάγιο. Σύμφωνα μάλιστα με αναλυτές του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, το γεγονός ότι η αμερικανική εταιρία αναγκάστηκε να σταματήσει το εργοστάσιό της παρά την γενναιόδωρη γερμανική επιδότηση, καθιστά ακόμη πιο απίθανη την πραγματοποίησή του, ακόμη και έπειτα από δύο χρόνια. Η εφημερίδα Handelsblatt επικαλείται μάλιστα κυβερνητικό αξιωματούχο, ο οποίος φέρεται να είπε: «Μπορώ να φανταστώ ότι η Intel δεν θα έρθει πλέον καθόλου».
Την ίδια ώρα ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ θέλει τώρα να χρησιμοποιήσει τους πόρους που προορίζονταν για την επιδότηση της εταιρίας, προκειμένου να κλείσει έστω ένα μέρος της «τρύπας» 12 δισεκατομμυρίων στον προϋπολογισμό, ενώ ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ θα ήθελε τα χρήματα να μείνουν στο Ταμείο για το Κλίμα και τον Μετασχηματισμό (KTF). «Όλα τα κεφάλαια που δεν χρειάζονται για την Intel πρέπει να δεσμευτούν για τη μείωση των ανοιχτών οικονομικών ζητημάτων στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό», έγραψε ο κ. Λίντνερ στην υπηρεσία «X». «Οτιδήποτε άλλο δεν θα ήταν υπεύθυνη πολιτική». Τα κεφάλαια «προορίζονται για το KTF και δεν είναι διαθέσιμα στον βασικό προϋπολογισμό», δήλωσε το υπουργείο Οικονομίας και πρόσθεσε ότι «θα συζητήσουμε τώρα μαζί πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τους ελεύθερους πόρους με σύνεση και προσοχή και προς όφελος της χώρας».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ