Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πετρελαϊκοί κολοσσοί πιάστηκαν να χειραγωγούν τις τιμές

Glencore, Vitol και Trafigura κλήθηκαν να πληρώνουν πρόστιμα γιατί πιάστηκαν να επηρεάζουν τις τιμές πετρελαιοειδών στις ΗΠΑ. Πώς εκμεταλλεύονται τα κενά στο σύστημα.

Πετρελαϊκοί κολοσσοί πιάστηκαν να χειραγωγούν τις τιμές

Οι traders της Glencore νόθευαν τις τιμές του καυσίμου στις ΗΠΑ για σχεδόν πέντε χρόνια προτού γίνουν αντιληπτοί, όπως προκύπτει από συμφωνία μεταξύ της εταιρείας και του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, με την οποία ο ενεργειακός κολοσσός αποδέχτηκε τις ευθύνες του.

Δεν ήταν, όμως, η μόνη παρανομία. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η Commodity Futures Trading Commission επέβαλε πρόστιμα και στους τρεις κορυφαίους οίκους εμπορίας πετρελαίου, είτε για χειραγώγηση της αγοράς μαζούτ είτε, τουλάχιστον, για προσπάθειά τους να επηρεάσουν τις τιμές μέσω περίπλοκων σχημάτων, γράφει το Bloomberg. Η ρυθμιστική αρχή των ΗΠΑ επέβαλε πρόστιμα στον Όμιλο Vitol το 2020. Το 2022, έκανε το ίδιο με την Glencore. και μόλις την περασμένη εβδομάδα, επέβαλε πρόστιμο και στον όμιλο Trafigura.

Τρία μεγάλα σκάνδαλα υποδηλώνουν ότι η ανάρμοστη αυτή συμπεριφορά δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως κάτι που συνέβη άπαξ. Αντίθετα, υποδεικνύουν ένα συστημικό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι ρυθμιστικές αρχές. Κάτι είναι σάπιο στην αγορά.

Οι περιπτώσεις δεν έχουν τραβήξει πολύ την προσοχή επειδή επικεντρώνονται σε μια σχετικά σκοτεινή γωνιά της αγοράς: το μαζούτ. Επιπλέον, περίπου την ίδια περίοδο, οι τρεις εμπορικοί οίκοι παραδέχονταν πολύ χειρότερες συμπεριφορές, συμπεριλαμβανομένης της δωροδοκίας, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ετσι οι υποθέσεις χειραγώγησης επισκιάστηκαν. Αλλά εξακολουθούν να είναι σημαντικές.

Για να καταλάβει κανείς τι συνέβη, χρειάζεται να εμβαθύνει στην αγορά πετρελαίου. Οι τιμές δεκάδων benchmarks πετρελαίου στη φυσική αγορά καθορίζονται -ή αξιολογούνται, στην ορολογία του κλάδου- από τις λεγόμενες εταιρείες αναφοράς τιμών. Το πιο σημαντικό από αυτά είναι το Platts, μια μονάδα της S&P Global, μιας εταιρείας εισηγμένης στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, με κεφαλαιοποίηση 140 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που είναι πιο γνωστή για τις δραστηριότητές της στον τομέα της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

Το Platts αξιολογεί την αγορά παρατηρώντας προσφορές και πραγματικές συμφωνίες, καθώς και ένα στοιχείο, το λεγόμενο «χρώμα της αγοράς». Η ανάμειξη αυτών των στοιχείων έχει σχεδιαστεί για να παράγει μια τιμή που αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα της αγοράς, συν ή πλην ενός περιθωρίου σφάλματος. Για τον προσδιορισμό, η S&P εστιάζει σε ένα καθορισμένο παράθυρο κατά τη διάρκεια της ημέρας διαπραγμάτευσης, που συνήθως διαρκεί 30 έως 45 λεπτά: Επομένως, για αυτή τη σύντομη περίοδο, οι προσφορές που δημοσιεύονται από τους traders μπορεί να έχουν μεγάλο αντίκτυπο στη ρύθμιση των τιμών.

Αν όλα τα παραπάνω μοιάζουν λίγο με το σκάνδαλο Libor, όπου οι traders της χρηματαγοράς «συνωμότησαν» για να χειραγωγήσουν τα επιτόκια, είναι επειδή η διαδικασία διαμόρφωσης τιμών είναι παρόμοια -ιδιαίτερα η εξάρτησή της από την υπόθεση ότι οι τιμές που δημοσιεύονται από τους εμπόρους είναι πάντα αληθινές.

Δεν είναι όλοι όσοι εμπλέκονται στην αγορά πετρελαίου καυσίμου ένοχοι ψευδών δηλώσεων. Ωστόσο, μέσω δικαστικών εγγράφων και ρυθμιστικών αποφάσεων, γνωρίζουμε ότι το προσωπικό των μεγαλύτερων ανεξάρτητων οίκων εμπορίας πετρελαίου στον κόσμο -Vitol, Trafigura και Glencore- είπε επανειλημμένα ψέματα ή υιοθέτησε στρατηγικές παραπλάνησης των εταιρειών παροχής στοιχείων, με αποτέλεσμα τεχνητές τιμές, επισημαίνει το Bloomberg.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v