Η αποκαλούμενη «Χώρα του Τραμπ» (Trump County) αρχίζει στο μέσον της επαρχίας Φρέντερικ Κάουντυ, στην αμερικανική πολιτεία του Μέριλαντ. Εδώ, σε μία αραιοκατοικημένη περιοχή, με ελάχιστα σπίτια να διακρίνονται ανάμεσα σε χωράφια και δασικές εκτάσεις, ο Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε να κερδίσει σχεδόν όλες τις ψήφους στις προεδρικές εκλογές του 2020.
Ο αντίπαλός του και σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επικράτησε στις αστικές περιοχές και τελικά κέρδισε ολόκληρη την πολιτεία του Μέριλαντ.
Αυτός ο διαμοιρασμός των ψήφων και ο διχασμός ανάμεσα στην πόλη και την επαρχία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα για τα όσα συμβαίνουν και αναμένεται να επηρεάσουν τις εκλογές του Νοεμβρίου για τον Λευκό Οίκο.
Η προσωπική πικρία ως εκλογικό κίνητρο
«Ουάσιγκτον; Είναι όλοι τους κοπρίτες εκεί πέρα…» λέει ο Κρις, πενήντα και κάτι, σερβιτόρος στο Φρέντερικ Κάουντυ. Για την ακρίβεια ο Κρις δουλεύει μόνο τρεις ημέρες την εβδομάδα ως σερβιτόρος σε ένα ταχυφαγείο στην εθνική οδό, ζει έξω από την πόλη και επικρίνει τους πάντες και τα πάντα.
Ενώ πίσω του οι ισπανόφωνοι συνάδελφοι καθαρίζουν τα τραπέζια, ο ίδιος γκρινιάζει για την «έλλειψη ελέγχου» στη μετανάστευση από τη Λατινική Αμερική. Στη συνέχεια στηλιτεύει τη συνεχή αύξηση των τιμών στα είδη σουπερμάρκετ, αλλά και στα καύσιμα. Κατόπιν όλων αυτών «σίγουρα μπορείς να φανταστείς ποιον θα ψηφίσω», λέει.
Θα ήταν υπερβολικά απλουστευμένο το συμπέρασμα ότι ψηφοφόροι όπως ο Κρις στηρίζουν Τραμπ μόνο και μόνο επειδή πρεσβεύει συντηρητικές θέσεις σε θέματα όπως οι αμβλώσεις και η οπλοκατοχή. Μία σειρά μελετών για την εκλογική συμπεριφορά στις ΗΠΑ κάνει λόγο για το φαινόμενο του «rural resentment» (σε ελεύθερη μετάφραση: το φαινόμενο της πικρίας και αγανάκτησης απέναντι στο κατεστημένο), που φαίνεται να επικρατεί σε πολλούς λευκούς Αμερικανούς οι οποίοι ζουν στην επαρχία και διατηρούν την ακλόνητη πεποίθηση ότι οι πολιτικοί τούς έχουν ξεχάσει ή ότι δεν τους παίρνουν στα σοβαρά.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει τον τρόπο να αναζωπυρώνει αυτή την αγανάκτηση. Δίνει στους οπαδούς του την αίσθηση ότι κάποιος τους ακούει με υπευθυνότητα, ακόμη κι αν δεν προσφέρει καμία ρεαλιστική λύση ή εναλλακτική πρόταση. Για πολλούς ψηφοφόρους, που αισθάνονται ούτως ή άλλως παραμελημένοι από την πολιτική ελίτ, η συλλογική δαιμονοποίηση της μετανάστευσης από τον Τραμπ προσφέρει μία διέξοδο στην οργή τους. Η τελευταία θεωρία συνομωσίας που εδραιώνεται στις ΗΠΑ είναι ότι οι Δημοκρατικοί του Τζο Μπάιντεν επιχειρούν να υποκαταστήσουν τους «παραδοσιακούς» Αμερικανούς ψηφοφόρους με Λατινοαμερικανούς.
Οικονομική ανάπτυξη, αλλά και δυσαρέσκεια
Η αστικοποίηση μπορεί ωστόσο να αλλάξει την εκλογική συμπεριφορά και αυτό φαίνεται στο Φρέντερικ Κάουντυ. Στις εκλογές του 2020 ο Μπάιντεν ήταν ο πρώτος υποψήφιος των Δημοκρατικών από το 1964 που κατάφερε να κερδίσει τη συγκεκριμένη περιφέρεια. Μία περιφέρεια, που έχει αλλάξει πρόσωπο τις τελευταίες δεκαετίες. Στο Φρέντερικ, την τοπική πρωτεύουσα, ζουν περισσότεροι από 80.000 άνθρωποι, Ο πληθυσμός αυξάνεται ραγδαία με την έλευση των Λατινοαμερικανών.
Στην πόλη λειτουργούν πολλά ερευνητικά κέντρα στον κλάδο της ιατρικής τεχνολογίας, προσελκύοντας νέους εργαζόμενους με υψηλή επαγγελματική κατάρτιση. Υπάρχουν όμως και οι δυσάρεστες συνέπειες της αστικοποίησης, καθώς τα ενοίκια αυξάνονται και η οικοδομήσιμη γη δεν περισσεύει.
Ο Ρικ Γουέλντον, πρώην βουλευτής των Ρεπουμπλικανών, προτίμησε να αποχωρήσει από την πολιτική, για να αναλάβει τη διεύθυνση του Εμπορικού Επιμελητηρίου στην επαρχία Φρέντερικ Κάουντυ. Ο ίδιος εγκωμιάζει την αστικοποίηση, κάνει λόγο για σημαντικά καλλιτεχνικά δρώμενα στην πόλη του, ενώ εκθειάζει και το ετήσιο φεστιβάλ Pride.
Μήπως όμως όλες αυτές οι αλλαγές προκαλούν φόβο σε ορισμένους πολίτες; «Σίγουρα συμβαίνει αυτό» λέει ο Γουέλντον στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa), για να επισημάνει ωστόσο ότι η ανάπτυξη της οικονομίας και η πολυμορφία πηγαίνουν μαζί. Όπως λέει χαρακτηριστικά, οι άνθρωποι πρέπει να αρχίσουν και πάλι να μιλάνε μεταξύ τους. «Έχουμε επιτρέψει μία κατάσταση, όπου ο καθένας αποτραβιέται στη γωνιά του» τονίζει ο Γουέλντον και επιρρίπτει ευθύνες γι' αυτό στα μέσα ενημέρωσης, που καλλιεργούν την πόλωση, όπως υποστηρίζει.
Όσο για τις εκλογές του Νοεμβρίου, ο Γουέλντον θεωρεί ότι θα γίνει μάχη στήθος με στήθος ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν και τον Ντόναλντ Τραμπ, κάτι που επισημαίνουν και οι δημοσκοπήσεις. Παρά την οικονομική άνθηση, ο κόσμος διαμαρτύρεται. «Δεν φταίει ο Τζο Μπάιντεν που η βενζίνη πήγε στα 4,5 δολάρια, όπως δεν θα ήταν και επίτευγμα του Ντόναλντ Τραμπ αν πήγαινε στα 2,9 δολάρια» λέει ο Γουέλντον. «Αλλά ο κόσμος δεν σκέφτεται έτσι…» Σημειωτέον ότι αυτές οι τιμές αυτές αφορούν ένα «γαλόνι» βενζίνης όπως είθισται στις ΗΠΑ, ποσότητα που ισοδυναμεί με περίπου τέσσερα λίτρα.
Ο Γουέλντον περιγράφει μία τάση που εξελίσσεται σε πανεθνικό πρόβλημα για τον Μπάιντεν. Παρότι ο πληθωρισμός αρχίζει να υποχωρεί και η εικόνα στην αγορά εργασίας είναι θετική, οι τιμές βασικών αγαθών παγιώνονται σε υψηλά επίπεδα. Ο Αμερικανός πρόεδρος εγκωμιάζει την οικονομική πολιτική του, αλλά για πολλούς Αμερικανούς αυτό δεν συνάδει με την πραγματικότητα.
«Το κατάλληλο μήνυμα»
«Φοβούμαι ότι βιώνουμε μία εποχή δυσαρέσκειας» λέει ο Μάικλ Σόζαν από το American Progress Action Fund, δεξαμενή σκέψης με αριστερό προσανατολισμό. Κατά την άποψή του το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι πολλοί άνθρωποι στην επαρχία αισθάνονται αποξενωμένοι από την πολιτική, αλλά ότι συνεχώς διευρύνεται το κοινωνικό χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών.
«Οι άνθρωποι δεν έχουν πλέον τη βεβαιότητα ότι τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους θα ζήσουν μία καλύτερη ζωή» λέει ο Σόζαν. «Μέσα στη σύγχυση που επικρατεί, το πεδίο της ρητορικής αντιπαράθεσης έχει αφεθεί στον Τραμπ, κάτι που εγκυμονεί κινδύνους για τη Δημοκρατία».
Ο Σόζαν εκτιμά ότι για να κερδίσουν τη συμπάθεια του κόσμου, ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί θα πρέπει να καταθέσουν «ένα καλύτερο αφήγημα». Προς το παρόν ο Τραμπ υπερέχει σε αυτόν τον τομέα, έστω και αν στη διάρκεια της προεδρίας του είχε λάβει αποφάσεις με οδυνηρές συνέπειες για χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις, όπως οι μικροκαλλιεργητές. Ο Τραμπ ήταν εκείνος που επέβαλε δραστικές περικοπές και στα αμερικανικά ταχυδρομεία.
Κι όμως ο Κρις, ο σερβιτόρος από το Φρέντερικ Κάουντυ, είναι πεπεισμένος πως ο Ντόναλντ Τραμπ θα ήταν ο καλύτερος πρόεδρος. Παρότι, όπως λέει, στο χωριό του «έχουμε μπαρ, βενζινάδικο, έχουμε πολλούς κατοίκους που οπλοφορούν, αλλά δεν έχουμε ούτε έναν ταχυδρόμο…».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ