Εγκρίθηκε σήμερα από τους ευρωβουλευτές η προσωρινή πολιτική συμφωνία για τη μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ που επιτεύχθηκε στις 10 Φεβρουαρίου μεταξύ των κρατών-μελών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Ειδικότερα, το προληπτικό σκέλος του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης εγκρίθηκε με 367 ψήφους υπέρ, 161 κατά και 69 αποχές. Ο κανονισμός για το διορθωτικό σκέλος εγκρίθηκε με 368 ψήφους υπέρ, 166 κατά και 64 αποχές. Η οδηγία για τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών εγκρίθηκε 359 ψήφους υπέρ, 166 κατά και 61 αποχές.
Ο επίτροπος Οικονομίας Πάολο Τζεντιλόνι (φωτ.) χαιρέτισε την έγκριση της μεταρρύθμισης των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, λέγοντας ότι «είναι μια πολύ σημαντική στιγμή για την οικονομία μας».
Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι η μεταρρύθμιση «δεν είναι τέλεια», αλλά πρόκειται για έναν «συμβιβασμό», ο οποίος ωστόσο είναι «αναμφισβήτητα καλύτερος», διότι εκσυγχρονίζει τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας που δημιουργήθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
«Στόχος μας ήταν να διορθώσουμε τους άκαμπτους κανόνες που συχνά δεν εφαρμόζονταν. Και πετύχαμε αυτόν τον στόχο», τόνισε. Όπως εξήγησε, η μεταρρύθμιση των κανόνων είναι καλύτερη για τέσσερις βασικούς λόγους: πρώτον, διότι ενισχύει τα κίνητρα για δημόσιες επενδύσεις στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και στην άμυνα, καθώς και για μεταρρυθμίσεις. Δεύτερον, διότι χαράσσει έναν αξιόπιστο δρόμο για την απαιτούμενη μείωση του χρέους. Τρίτον, διότι διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη θα έχουν την ιδιοκτησία των δημοσιονομικών πολιτικών τους, σε κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο, και τέταρτον, δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στις κοινωνικές πτυχές και τις κλιματικές κρίσεις.
Ο Π. Τζεντιλόνι υπενθύμισε ότι η μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων αναδύθηκε έπειτα από τέσσερα πρωτοφανή χρόνια για την οικονομία της ΕΕ, με την οικονομική κρίση της πανδημίας στην αρχή, την ανάκαμψη που ακολούθησε χάρη στο «SURE» και το Ταμείο Ανάκαμψης και την εκ νέου απότομη οικονομική επιβράδυνση που προκλήθηκε με τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Σε όλη αυτή την περίοδο ίσχυε η γενική ρήτρα διαφυγής, δίνοντας στα κράτη μέλη τα περιθώρια που χρειάζονταν για να ανταποκριθούν σ' αυτούς τους κραδασμούς.
«Γυρίσαμε τώρα τη σελίδα και είμαστε έτοιμοι να ανοίξουμε ένα νέο κεφάλαιο για την οικονομική διακυβέρνηση στην ΕΕ - ένα κεφάλαιο που είμαι πεπεισμένος ότι θα μας επιτρέψει να αντιμετωπίσουμε τις τρέχουσες και τις μελλοντικές μας προκλήσεις», δήλωσε ο επίτροπος Οικονομίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι νέοι κανόνες είναι πιο ευέλικτοι, δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη και είναι πιο αξιόπιστοι στην εφαρμογή τους.
Η αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ που ενέκρινε σήμερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους καθιστά «πιο σαφείς, πιο φιλικούς προς τις επενδύσεις, καλύτερα προσαρμοσμένους στην κατάσταση κάθε χώρας και πιο ευέλικτους», τονίζει η ανακοίνωση του ΕΚ.
Όπως επισημαίνεται, οι ευρωβουλευτές ενίσχυσαν σημαντικά τους κανόνες για την προστασία της ικανότητας των κυβερνήσεων να προχωρούν σε επενδύσεις. Θα είναι πλέον πιο δύσκολο για την Επιτροπή να υποβάλει ένα κράτος μέλος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος εάν συνεχίζονται οι απαραίτητες επενδύσεις. Επιπλέον, όλες οι εθνικές δαπάνες για τη συγχρηματοδότηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων θα εξαιρεθούν από τον υπολογισμό των δαπανών της κυβέρνησης, δημιουργώντας περισσότερα κίνητρα.
Το ΕΚ τονίζει ότι οι νέοι κανόνες είναι πολύ πιο αξιόπιστοι, υπό την έννοια ότι θα εφαρμόζονται οι μηχανισμοί μείωσης του ελλείμματος και του χρέους. Βάσει των νέων κανόνων, οι χώρες με υπερβολικό χρέος θα πρέπει να το μειώνουν κατά μέσο όρο 1% ετησίως εάν το χρέος τους υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ, και κατά 0,5% ετησίως κατά μέσο όρο εάν το χρέος είναι μεταξύ 60% και 90%. Εάν το έλλειμμα μιας χώρας υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ, θα πρέπει να μειώνεται κατά τη διάρκεια περιόδων ανάπτυξης για να φτάσει το 1,5% και να δημιουργεί περιθώριο δαπανών για δύσκολες οικονομικές συνθήκες.
Επιπλέον, με τους νέους κανόνες διασφαλίζεται μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος και συγκεκριμένα με βάση τις διατάξεις που παρέχουν μεγαλύτερο περιθώριο κινήσεων για τις κυβερνήσεις, για παράδειγμα δίνοντας επιπλέον τρία έτη αν χρειάζεται (πέρα από τα υφιστάμενα τέσσερα) για την επίτευξη των στόχων του εθνικού σχεδίου. Οι ευρωβουλευτές εξασφάλισαν ότι αυτός ο πρόσθετος χρόνος μπορεί να χορηγηθεί για οποιονδήποτε λόγο κρίνει σκόπιμο το Συμβούλιο, και όχι μόνο εάν πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια, όπως προτάθηκε αρχικά.
Οι ευρωβουλευτές επέμειναν, επίσης, ότι οι χώρες με υπερβολικό έλλειμμα ή χρέος μπορούν να ζητήσουν διαδικασία συζήτησης με την Επιτροπή προτού τους παρασχεθεί καθοδήγηση σχετικά με την πορεία των δαπανών τους. Αυτό θα δώσει περισσότερες ευκαιρίες σε μια κυβέρνηση να διατυπώσει την άποψή της, ιδίως στο κρίσιμο σημείο της διαδικασίας. Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει την υποβολή αναθεωρημένου εθνικού σχεδίου εάν υπάρχουν αντικειμενικές περιστάσεις που εμποδίζουν την εφαρμογή του, για παράδειγμα αλλαγή κυβέρνησης.
Το ΕΚ βοήθησε να ενισχυθεί σημαντικά ο ρόλος των εθνικών ανεξάρτητων δημοσιονομικών θεσμών (που ασχολούνται με τον έλεγχο της καταλληλότητας των προϋπολογισμών της κυβέρνησής τους και την εκπόνηση δημοσιονομικών προβλέψεων), με στόχο να συμβάλει στην περαιτέρω ενίσχυση του εθνικού αισθήματος ευθύνης για τα σχέδια.
Ο εισηγητής της έκθεσης για τη δημοσιονομική διακυβέρνηση Μάρκους Φέρμπερ (ΕΛΚ, Γερμανία) δήλωσε: «Η μεταρρύθμιση αυτή αποτελεί μια νέα αρχή και επιστροφή στη δημοσιονομική υπευθυνότητα. Το νέο πλαίσιο θα είναι απλούστερο, πιο προβλέψιμο και πιο ρεαλιστικό. Ωστόσο, οι νέοι κανόνες μπορούν να αποδειχθούν επιτυχείς μόνον εάν εφαρμοστούν σωστά από την Επιτροπή».
Από την πλευρά της, η εισηγήτρια των Σοσιαλιστών Μαργαρίτα Μάρκες (Πορτογαλία) δήλωσε: «Αυτοί οι κανόνες παρέχουν περισσότερα περιθώρια για επενδύσεις, ευελιξία στα κράτη μέλη να εξομαλύνουν τις προσαρμογές τους και, για πρώτη φορά, εξασφαλίζουν μια πραγματική κοινωνική διάσταση. Η εξαίρεση της συγχρηματοδότησης από τον κανόνα για τις δαπάνες θα επιτρέψει τη χάραξη μιας νέας και καινοτόμου πολιτικής στην ΕΕ. Χρειαζόμαστε τώρα ένα μόνιμο επενδυτικό εργαλείο σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να συμπληρώσουμε αυτούς τους κανόνες».
Η έγκριση της μεταρρύθμισης των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, μετά τη σημερινή ψηφοφορία, ανοίγει τον δρόμο για το Συμβούλιο της ΕΕ ώστε να δώσει το τελικό πράσινο φως τις επόμενες ημέρες. Αυτό θα επιτρέψει την υποβολή του πρώτου γύρου των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών διαρθρωτικών σχεδίων ήδη φέτος.
Αφού εγκριθούν, οι κανόνες θα τεθούν σε ισχύ 20 ημέρες μετά τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της ΕΕ.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλουν τα πρώτα εθνικά τους σχέδια έως τις 20 Σεπτεμβρίου 2024. Όλες οι χώρες θα υποβάλουν μεσοπρόθεσμα σχέδια που θα περιγράφουν τους στόχους δαπανών τους και τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιούνται οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις. Τα κράτη μέλη με υψηλά επίπεδα ελλείμματος ή χρέους θα λάβουν εκ των προτέρων καθοδήγηση σχετικά με τους στόχους των δαπανών τους. Οι κανόνες θα θέσουν επίσης στο επίκεντρο την προώθηση των δημόσιων επενδύσεων σε τομείς προτεραιότητας. Τέλος, το σύστημα θα είναι πιο προσαρμοσμένο σε κάθε χώρα κατά περίπτωση, αντί να εφαρμόζει μια ενιαία προσέγγιση, και θα συνεκτιμά καλύτερα τις κοινωνικές ανησυχίες.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ