Η ευρεία χρήση των νέων φαρμάκων αδυνατίσματος στις ΗΠΑ θα μπορούσε να ενισχύσει το ΑΕΠ κατά 1% τα επόμενα χρόνια, καθώς η μείωση των επιπλοκών που σχετίζονται με την παχυσαρκία είναι πιθανό να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα στον χώρο εργασίας, σύμφωνα με τη Goldman Sachs.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η αγορά φαρμάκων αδυνατίσματος θα μπορούσε να φτάσει τα 100 δισ. δολάρια ετησίως μέχρι το τέλος της δεκαετίας, με τον Novo Nordisk και την Eli Lilly να έχουν ηγετική θέση με τα φάρμακα Ozempic και Mounjaro.
Η χρήση των νέων αυτών ενέσιμων φαρμάκων θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 10 έως 70 εκατομμύρια καταναλωτές έως το 2028, ανέφερε η Goldman Sachs.
«Εάν η χρήση των φαρμάκων αυξηθεί τελικά κατά αυτό το ποσό και οδηγήσει σε χαμηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας, βλέπουμε περιθώρια για σημαντικές επιδράσεις στην ευρύτερη οικονομία», ανέφεραν οι οικονομολόγοι της Goldman σε σημείωμα.
«Ακαδημαϊκές μελέτες διαπιστώνουν ότι τα παχύσαρκα άτομα είναι λιγότερο πιθανό να εργαστούν και λιγότερο παραγωγικά όταν το κάνουν» επισημαίνει η έκθεση.
Ο επενδυτικός κολοσσός εκτιμά ότι τα φάρμακα απώλειας βάρους θα μπορούσαν να ενισχύσουν το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 0,4% σε ένα σενάριο με 30 εκατομμύρια επιπλέον χρήστες και και κατά 1% σε ένα σενάριο με 60 εκατομμύρια χρήστες.
Όπως τονίζει η Guardian, τα φάρμακα είναι αμφιλεγόμενα και η έκθεση της Goldman Sachs είναι πιθανό να προκαλέσει αντιδράσεις.