Μνήμες ευρω-κρίσης στη Γερμανία, λιτότητα και απεργίες

Σκληρή πολιτική κόντρα στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό περικοπών στη Βουλή. Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι «η χώρα ζει πάνω από τις δυνατότητές της, οι δαπάνες είναι πολύ μεγαλύτερες από τα έσοδα». Απεργιακές κινητοποιήσεις και μπλόκα αγροτών.

Μνήμες ευρω-κρίσης στη Γερμανία, λιτότητα και απεργίες

Ιδιαίτερα μαχητικό πνεύμα επέδειξε ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ στη χθεσινή συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2024 στη γερμανική Βουλή. «Δεν πρόκειται για προϋπολογισμό περικοπών», ανέφερε, καθώς «αυτή η κυβέρνηση πραγματοποιεί ρεκόρ επενδύσεων στον σιδηρόδρομο, στο οδικό δίκτυο, αλλά και στα ψηφιακά δίκτυα».

Το σχέδιο προϋπολογισμού υπερασπίστηκε και ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των συγκυβερνώντων Σοσιαλδημοκρατών, Ντένις Ρόντε. «Είμαι υπερήφανος για τον συμβιβασμό που έχουμε επιτύχει, καταφέραμε να διασφαλίσουμε την κοινωνική ειρήνη σε εποχές αβεβαιότητας», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Όλα αυτά δεν πείθουν τη χριστιανοδημοκρατική αντιπολίτευση (CDU). «Η Γερμανία ζει πάνω από τις δυνατότητές της, οι δαπάνες είναι πολύ μεγαλύτερες από τα έσοδα» δηλώνει ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των Χριστιανοδημοκρατών Ματίας Μίντελμπεργκ, κατηγορώντας τον φιλελεύθερο υπουργό Οικονομικών ότι «συσσωρεύει συνεχώς νέα χρέη».

Επιπλέον, υποστηρίζει, το σχέδιο προϋπολογισμού δεν τηρεί κοινωνικά κριτήρια, καθώς «επιβαρύνει υπέρμετρα χαμηλόμισθους και συνταξιούχους». Σε μία διαπίστωση φαίνεται πάντως να συμφωνεί με τον υπουργό Οικονομικών ο χριστιανοδημοκράτης Μίντελμπεργκ: «Αυτός δεν είναι ένας προϋπολογισμός περικοπών…».

Έχει όμως και ο Κρίστιαν Λίντνερ τα δικά του αντεπιχειρήματα στην κριτική των Χριστιανοδημοκρατών: «Μιλάτε σαν εξωγήινοι που κατέβηκαν από τον Άρη πριν δύο εβδομάδες και βλέπουν για πρώτη φορά την κατάσταση στη Γερμανία. Σας θυμίζω ότι επί 16 χρόνια εσείς είχατε την ευθύνη για τη γραφειοκρατία, για την αγορά εργασίας, για την κατάσταση που επικρατεί στις υποδομές...».

Η συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2024 ξεκίνησε χθες στο Κοινοβούλιο, που κατά πάσα πιθανότητα θα δώσει το «πράσινο φως» την Παρασκευή. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η σημερινή «μονομαχία» του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Όλαφ Σολτς με τον επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών Φρίντριχ Μερτς.

Υπενθυμίζεται ότι η «συγκυβέρνηση» Σοσιαλδημοκρατών (SPD), Πρασίνων και Φιλελευθέρων (FDP) είχε ανακοινώσει από το περασμένο καλοκαίρι σχέδιο προϋπολογισμού για το 2024, το οποίο όμως αναγκάστηκε να αναθεωρήσει μετά από απόφαση του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας. Η ετυμηγορία των δικαστών θεωρητικά αφορούσε μόνο τον συμπληρωματικό προϋπολογισμό για το 2021, αλλά κατ' ουσίαν ανέτρεπε ολόκληρη τη φιλοσοφία για την κατάρτιση μελλοντικών προϋπολογισμών.

Κύρια στοιχεία του προϋπολογισμού

Το τελικό σχέδιο προϋπολογισμού για το 2024 προβλέπει δαπάνες 476,8 δισ. ευρώ (έναντι 445,7 δις που ήταν η αρχική πρόβλεψη πριν από την ετυμηγορία του Συνταγματικού Δικαστηρίου). Κατά συνέπεια κάθε Γερμανός πολίτης επωμίζεται δαπάνες ύψους 5.635 ευρώ.

Μέρος των επιπλέον υποχρεώσεων θα καλυφθεί από αναδιατάξεις κονδυλίων που αρχικά είχαν περιληφθεί στο Ταμείο για το Κλίμα και τον Μετασχηματισμό της Οικονομίας (KTF).

Οι κρατικές επενδύσεις ανέρχονται σε 70,5 δις ευρώ. Το υπουργείο Εργασίας εξακολουθεί να διαθέτει τον μεγαλύτερο προϋπολογισμό (175,6 δις ευρώ), καθώς από το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο καλύπτονται, μεταξύ άλλων, δαπάνες για τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος και για κοινωνικά επιδόματα.

Οι μεγαλύτερες περικοπές γίνονται στο υπουργείο Υγείας, καθώς εκπίπτουν πλέον οι δαπάνες για την καταπολέμηση της πανδημίας.

Επίσης, ο προϋπολογισμός του 2024 προβλέπει περικοπές σε προγράμματα για την προστασία του κλίματος, σε κρατικές επιδοτήσεις για την ηλεκτροκίνηση και το πετρέλαιο αγροτικής χρήσης, σε δαπάνες εκσυγχρονισμού του σιδηροδρομικού δικτύου, αλλά και στην αναπτυξιακή βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες.

Κι όλα αυτά σε κατάσταση απεργιακών εκρήξεων και αγροτικών κινητοποιήσεων με φόντο το υψηλό κόστος ζωής.

Ανησυχία για το «φρένο του χρέους»

Ο νέος δανεισμός κυμαίνεται στα 39,03 δις ευρώ (έναντι 16,6 δις που προβλέπονταν στο αρχικό σχέδιο προϋπολογισμού για το 2024). Είναι το ανώτατο ποσό που επιτρέπει το συνταγματικά κατοχυρωμένο «φρένο του χρέους», το οποίο τίθεται φέτος και πάλι σε εφαρμογή, για πρώτη φορά μετά το 2019.

Αστάθμητος παράγοντας για την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού παραμένει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ καλεί τα κράτη-μέλη της ΕΕ να αυξήσουν τις συνεισφορές τους για την ενίσχυση της Ουκρανίας, ώστε να μειωθεί ή τουλάχιστον να σταθεροποιηθεί το οικονομικό βάρος που επωμίζεται το Βερολίνο.

Εάν για οποιονδήποτε λόγο εκτιναχθεί το κόστος, η γερμανική κυβέρνηση δεν αποκλείεται να επικαλεστεί εκ νέου μία «δημοσιονομική κατάσταση έκτακτης ανάγκης», ώστε να μην εφαρμοστεί το «φρένο του χρέους» για το τρέχον έτος.

Το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) επικρίνει σε υψηλούς τόνους το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2024. Σε πολιτικό επίπεδο στηλιτεύει «τη χρηματοδότηση ενός πολέμου, που δεν είναι δικός μας», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, αλλά και την «πανάκριβη, μαζική μετανάστευση».

Επιπλέον, η AfD θέτει ζήτημα αντισυνταγματικότητας και καλεί τη χριστιανοδημοκρατική αντιπολίτευση να προσφύγουν από κοινού στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, κάτι που όμως θεωρείται μάλλον απίθανο.

Σε επταετή κρίση εισέρχεται η οικονομία

«Η ισχυρότερη ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια ακόμα χαμένη χρονιά, η οποία δεν θα είναι η τελευταία», σημειώνει η Handelsblatt με τίτλο: «Επτά χρόνια ισχνών αγελάδων–τουλάχιστον». Η οικονομική εφημερίδα παρατηρεί: Η γερμανική οικονομία παραμένει λίγο πολύ στάσιμη από το φθινόπωρο του 2019.

Στον ορίζοντα διαφαίνεται ένα ακόμα τρίμηνο οικονομικής συρρίκνωσης, όπως σηματοδοτούν η αδύναμη βιομηχανική παραγωγή των τελευταίων μηνών, αλλά και το ζοφερό επιχειρηματικό κλίμα που καταγράφει το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου.

Καμία άλλη οικονομία δεν υποφέρει τόσο από τις τάσεις απoπαγκοσμιοποίησης όπως η Γερμανία. Καμία δεν πλήττεται τόσο πολύ από την ασθμαίνουσα κινεζική οικονομία όσο η Γερμανία. Και για καμία άλλη οικονομία μια ενδεχόμενη επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ δεν συνδέεται με μεγαλύτερους κινδύνους από ό,τι για τη Γερμανία. Η Γερμανία πληρώνει σήμερα λάθη και παραλείψεις των τελευταίων ετών, αν όχι δεκαετιών.

Η γερμανική ηγεσία εκχώρησε τον ενεργειακό μας εφοδιασμό στο Κρεμλίνο με την αφελή πεποίθηση ότι οι στενές διμερείς εμπορικές σχέσεις θα επιφέρουν βαθιές αλλαγές στη Ρωσία και θα καταστήσουν τον Πούτιν προβλέψιμο εταίρο.

Σχεδόν όλες οι ομοσπονδιακές κυβερνήσεις μεταβίβασαν την ευθύνη για την άμυνα της χώρας στις ΗΠΑ, με τη λανθασμένη πεποίθηση ότι θα ήταν προς το γεωστρατηγικό συμφέρον της Ουάσιγκτον να προστατεύσει μακροπρόθεσμα τη γηραιά ήπειρο. Από κοινού κυβέρνηση και επιχειρήσεις συνέδεσαν την οικονομική μοίρα της Γερμανίας με την Κίνα ποντάροντας στο γρήγορο κέρδος. Και αύριο; Βλέποντας και κάνοντας.

Η γερμανική οικονομία δεν έχει την πολυτέλεια να αποδεχθεί ως δεδομένες τις δυσμενείς γεωπολιτικές και οικονομικές συνθήκες. Δεν μπορεί να ελπίζει ούτε στη στήριξη της ΕΚΤ αναμένοντας ταχεία μείωση επιτοκίων. Ακόμα και οι πρώην χώρες της κρίσης, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, οι οποίες αντιμετωπίζονταν για χρόνια με υπεροψία, από οικονομική σκοπιά, αναπτύσσονται ακόμα σε αντίθεση με τη Γερμανία. Και όλα αυτά τη στιγμή που εξακολουθεί να ελλοχεύει ο κίνδυνος του πληθωρισμού».

ΠΗΓΗ: DEUTSCHE WELLE

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v