Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα βάλει σε «μαύρη λίστα» ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που υποστηρίζουν το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύστημα της Ρωσίας ως μέρος των προσπαθειών της Ουάσιγκτον να πλήξει την πολεμική μηχανή της Μόσχας.
Ένα εκτελεστικό διάταγμα που θα εκδοθεί θα επιτρέψει στις ΗΠΑ να επιβάλουν κυρώσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που βοηθούν τη Ρωσία να εξασφαλίσει εξοπλισμό και άλλα αγαθά που χρειάζεται για να συνεχίσει να πολεμά στην Ουκρανία. Οι τράπεζες που υπόκεινται σε κυρώσεις δεν θα έχουν πρόσβαση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ.
«Αυτή η ανακοίνωση καθιστά σαφές ότι όσοι χρηματοδοτούν και διευκολύνουν τις συναλλαγές αγαθών που καταλήγουν στο πεδίο της μάχης θα αντιμετωπίσουν σοβαρές συνέπειες», έγραψε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Wally Adeyemo σε άρθρο τους στους Financial Times την Παρασκευή.
Ένας ανώτερος αμερικανός αξιωματούχος είπε ότι η Ρωσία είχε ξοδέψει «σημαντικό χρόνο και πόρους» για να κατευθύνει τις υπηρεσίες πληροφοριών της στο να βρουν τρόπους να αποφύγουν τις κυρώσεις και τους ελέγχους των εξαγωγών. Αυτές περιλαμβάνουν τη χρήση «τόσο συνειδητών, όσο και ακούσιων» χρηματοπιστωτικών ενδιάμεσων για την παράκαμψη των κυρώσεων.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα συνεργαστεί με αμερικανικές και ευρωπαϊκές τράπεζες για να τις ενημερώσει σχετικά με τους νέους κανόνες και να βεβαιωθεί ότι επικοινωνούν με συνεργαζόμενες τράπεζες σχετικά με το πώς να αποφύγουν τις νέες κυρώσεις — διαφορετικά κινδυνεύουν να αποκοπούν από το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, δήλωσε ο ανώτερος αξιωματούχος.
Παραδείγματα «ευαίσθητων αντικειμένων» που οι τράπεζες θα πρέπει να αποφεύγουν να διευκολύνουν περιλαμβάνουν ημιαγωγούς, εργαλειομηχανές, χημικές ουσίες, ρουλεμάν και οπτικά συστήματα, είπε ο αξιωματούχος. «Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να αναζητήσουμε υλικά που είναι βασικά για την ικανότητα της Ρωσίας να κατασκευάζει όπλα», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης.
«Για να αποκτήσουν αυτά τα υλικά, πρέπει να χρησιμοποιήσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, και έτσι αυτό καθίσταται ένα πιθανό κρίσιμο σημείο και αυτό είναι ένα εργαλείο που στοχεύει σε αυτό το κρίσιμο σημείο».
Ενώ πολλές δυτικές τράπεζες έχουν αποσυρθεί από τη Ρωσία από την αρχή του πολέμου, άλλες παρέμειναν, αποσπώντας μεγάλα κέρδη, καθώς κέρδισαν μερίδιο αγοράς. Η Raiffeisen Bank International της Αυστρίας, το δυτικό ίδρυμα με τις μεγαλύτερες δραστηριότητες, απέκτησε περισσότερο από το ήμισυ των κερδών του φέτος από τις δραστηριότητες στη Ρωσία.
Η τράπεζα επιμένει ότι τα χέρια της είναι δεμένα λόγω της νομοθεσίας του Κρεμλίνου που παγιδεύει κέρδη στη Ρωσία και απαιτεί την άδεια του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν για οποιαδήποτε πώληση περιουσιακών στοιχείων. Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ νωρίτερα φέτος ζήτησε από την τράπεζα να αποκαλύψει πλήρως τις λεπτομέρειες όλων των δανειοδοτικών της δραστηριοτήτων στη Ρωσία.
Αλλες τράπεζες που εξακολουθούν να λειτουργούν στη Ρωσία περιλαμβάνουν την ιταλική UniCredit και την OTP Bank of Hungary. Αλλά καθώς οι δυτικοί όμιλοι έχουν περιορίσει την έκθεσή τους, άλλοι έχουν παρουσιάστεί.
Η Κίνα έχει αναδειχθεί ως μια ιδιαίτερα σημαντική πηγή χρηματοδότησης για τις ρωσικές επιχειρήσεις. Η απειλή της Ουάσιγκτον να αποκόψει από την αγορά των ΗΠΑ τις τράπεζες που δεν θα συμμορφωθούν θα μπορούσε να έχει σημαντικές διπλωματικές επιπτώσεις με το Πεκίνο. Η Industrial and Commercial Bank of China, η Bank of China, η China Construction Bank και η Agricultural Bank of China έχουν αρχίσει να ενισχύουν σημαντικά τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία.
Η απόφαση να στοχοποιηθούν οι τράπεζες είναι μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας των ΗΠΑ και άλλων χωρών να βρουν κεφάλαια για την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης μιας πιθανής κίνησης της G7 να δεσμεύσει μερικά από τα 300 δισ. δολάρια από τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη χρηματοδότηση του Κιέβου.