Τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα έχουν πάνω από 10% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο, ανεξάρτητα από το αν έχουν καρδιομεταβολική διαταραχή, σύμφωνα με έρευνα που χρηματοδοτείται από το Παγκόσμιο Ταμείο Έρευνας για τον Καρκίνο και δημοσιεύεται στο περιοδικό «BMC Medicine».
Στο πλαίσιο της έρευνας μελετήθηκε δείγμα περισσότερων από 570.000 Ευρωπαίων ενηλίκων. Ο δείκτης μάζας σώματος άνω του 25 αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τουλάχιστον 13 τύπους καρκίνου, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του μαστού σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, του καρκίνου του παχέος εντέρου, του ήπατος, των νεφρών, του παγκρέατος και των ωοθηκών. Οι ερευνητές μελέτησαν το εάν ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος από μόνος του σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο ή εάν η παρουσία άλλων παθήσεων που συνδέονται με την παχυσαρκία, όπως η καρδιαγγειακή νόσος και ο διαβήτης τύπου 2, παίζουν κάποιο ρόλο.
Στα άτομα χωρίς καρδιομεταβολική διαταραχή η παχυσαρκία συσχετίστηκε με 11% αυξημένο κίνδυνο καρκίνου. Παρόμοια αυξημένος κίνδυνος παρατηρήθηκε και μεταξύ των συμμετεχόντων που είχαν καρδιομεταβολική διαταραχή. Όσοι είχαν διαβήτη τύπου 2 είχαν 11% αυξημένο κίνδυνο και όσοι είχαν καρδιαγγειακή νόσο 17% αυξημένο κίνδυνο.
Τα ευρήματα καταδεικνύουν τον αυξημένο κίνδυνο καρκίνου που συνδέεται με τον αυξημένο δείκτη μάζας σώματος, ανεξάρτητα από το αν το άτομο έχει άλλες καρδιομεταβολικές παθήσεις. Διαπιστώνεται επίσης ότι η ύπαρξη καρδιαγγειακής νόσου παράλληλα με υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος συνδέεται με ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο καρκίνου υπογραμμίζοντας την ανάγκη για πρόληψη της παχυσαρκίας, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος καρκίνου σε αυτές τις ομάδες πληθυσμού.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ