Οδυνηρές μνήμες υπερπληθωρισμού στη Γερμανία

Συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τον υπερπληθωρισμό που σάρωσε τη χώρα, συνέτριψε την οικονομία και την εύθραυστη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Πόσο δικαιολογούνται οι συγκρίσεις με το παρόν.

Οδυνηρές μνήμες υπερπληθωρισμού στη Γερμανία

«Μην πείτε στην κότα ότι τα αυγά της πωλούνται 1,2 εκατομμύρια μάρκα το κομμάτι, θα πάθει κρίση μεγαλομανίας». Με αυτό το βιτριολικό χιούμορ σχολίαζε ένας αναγνώστης της Frankfurter Allgemeine Zeitung την ανεξέλεγκτη άνοδο των τιμών στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο του 1923.

Οι συνεχείς ανατιμήσεις μετά τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, με το ποσοστό πληθωρισμού να καταγράφει κάθε τόσο διψήφιο ποσοστό, προκαλούν και σήμερα έντονη ανησυχία στους Γερμανούς καταναλωτές.

Τα καλά νέα: Τα χειρότερα μάλλον έχουν περάσει, η διαρκώς ανοδική τάση έχει ανακοπεί. Με βάση τα στοιχεία του Οκτωβρίου ο πληθωρισμός στη Γερμανία κινείται στο 3,8% σε ετήσια βάση. Πρόκειται για τα χαμηλότερα επίπεδα από τον Αύγουστο του 2021.

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι στους επόμενους μήνες οι πληθωριστικές πιέσεις θα εξασθενήσουν περαιτέρω, συν τοις άλλοις και λόγω της αύξησης των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Από τον Ιούλιο του 2022 οι θεματοφύλακες της νομισματικής σταθερότητας στην ευρωζώνη έχουν προχωρήσει σε δέκα διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων.

Ο ευτελισμός του νομίσματος το 1923

Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο η γερμανική οικονομία είχε καταρρεύσει. Το δημόσιο χρέος αυξανόταν συνεχώς και το κράτος τύπωνε χρήμα για να το αναχρηματοδοτήσει, προκαλώντας έναν φαύλο κύκλο υποτιμήσεων του μάρκου.

Το 1923 η αξία του νομίσματος είχε συρρικνωθεί τόσο πολύ, ώστε πολλές επιχειρήσεις πλήρωναν μισθούς καθημερινά, ο κόσμος κουβαλούσε τεράστιους όγκους χαρτονομισμάτων για να ψωνίσει στον μανάβη και όλοι προσπαθούσαν να ξεφορτωθούν τα χρήματά τους όσο γίνεται πιο γρήγορα. Γιατί πολλές φορές, από τη στιγμή που έμπαιναν στην ουρά για να πληρώσουν μέχρι να φτάσουν στο ταμείο, οι τιμές των αγαθών πολλαπλασιάζονταν...

«Όταν επικράτησε ο υπερπληθωρισμός, το χρήμα είχε χάσει εντελώς την αξία του ως μέσο συναλλαγής» επισημαίνει η Deutsche Bundesbank, η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας. Τον Νοέμβριο του 1923 ένα κιλό ψωμί σικάλεως στοίχιζε 233 δισεκατομμύρια μάρκα, ενώ ένα κιλό βοδινό κρέας έφτανε τα 4,8 τρισεκατομμύρια μάρκα. Πολλοί έμποροι δεν δέχονταν καν χρήματα, παρά μόνο πληρωμές σε είδος. Άλλοι έκλεισαν οριστικά τα καταστήματά τους.

Χρειάστηκε μία γενναία νομισματική μεταρρύθμιση για να τερματιστεί ο απόλυτος ευτελισμός του νομίσματος. Με το «νέο μάρκο», που καθιερώθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1923, η γερμανική οικονομία άρχισε να ανακάμπτει.

Ο πληθωρισμός ωφελεί τους οφειλέτες

Από το «νέο μάρκο» ωφελήθηκαν όλοι, αλλά κυρίως το ίδιο το κράτος. Και αυτό γιατί με τη νομισματική μεταρρύθμιση του 1923 τα πολεμικά χρέη της Γερμανίας μειώθηκαν στα... 15,4 πφένιχ (υποδιαίρεση του μάρκου, ένα μάρκο ισούνταν με 100 πφένιχ), σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Μπούντεσμπανκ. Δηλαδή ουσιαστικά εξαλείφθηκαν.

Πολλοί αναλυτές διερωτώνται σήμερα, μήπως η Γερμανία απειλείται και πάλι με «υπερπληθωρισμό». Το φθινόπωρο του 2022 το ποσοστό πληθωρισμού είχε εκτιναχθεί στο 8,8%, τα υψηλότερα επίπεδα από την Επανένωση της Γερμανίας, ενώ οι ανατιμήσεις στην ενέργεια και στα τρόφιμα κατέγραφαν για μεγάλο χρονικό διάστημα διψήφια ποσοστά.

Τους τελευταίους μήνες οι πληθωριστικές πιέσεις υποχωρούν, αλλά η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών έχει ήδη δεχθεί σοβαρό πλήγμα. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η ιδιωτική κατανάλωση δεν αποτελεί πλέον στυλοβάτη της ανάπτυξης.

Ωστόσο όλα συνηγορούν υπέρ της διαπίστωσης ότι οι σημερινές συνθήκες δεν συγκρίνονται με τον υπερπληθωρισμό του 1923, αν μη τι άλλο λόγω της στοχευμένης παρέμβασης από τις κεντρικές τράπεζες με στόχο την τιθάσευση του πληθωρισμού. Εξάλλου, δεν παρατηρείται ταυτόχρονη αύξηση των τιμών σε όλα τα είδη πρώτης ανάγκης.

Για να επενέλθουμε στα αυγά: Το Πάσχα του 2023 η Γερμανική Στατιστική Υπηρεσία είχε υπολογίσει ότι οι αυξήσεις, σε σχέση με τον Απρίλιο του 2022, έφταναν το 16,6%, ποσοστό ασφαλώς αξιοσημείωτο, αλλά μάλλον χαμηλό σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ (31,1%).

ΠΗΓΗ: DEUTSCHE WELLE

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v