Η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) των ΗΠΑ κατέθεσε αντιμονοπωλιακή αγωγή κατά της Amazon την Τρίτη, κατηγορώντας τον κολοσσό του ηλεκτρονικού εμπορίου ότι έχει πλήξει τους καταναλωτές με τη χρέωση υψηλότερων τιμών.
Είναι μια κίνηση που έρχεται μετά από τέσσερα χρόνια έρευνας και ενώ είχαν διατυπωθεί πλήθος διαμαρτυριών ότι η Amazon και άλλοι τεχνολογικοί κολοσσοί καταχράζονται τη δεσπόζουσα θέση τους στην αγορά.
Στη μήνυση συμμετέχουν και οι γενικοί εισαγγελείς 17 πολιτειών των ΗΠΑ.
Μετά τη δημοσίευση της είδησης η μετοχή της Amazon υποχώρησε ώς και 3%.
«Η FTC και οι πολιτειακοί της εταίροι λένε ότι οι ενέργειες της Amazon της επιτρέπουν να εμποδίζει ανταγωνιστές και πωλητές να μειώνουν τις τιμές, υποβαθμίζουν την ποιότητα για τους αγοραστές, υπερχρεώνουν τους πωλητές, καταπνίγουν την καινοτομία, και εμποδίζουν αντιπάλους να ανταγωνίζονται με δίκαιους όρους την Amazon» τονίζει σε ανακοίνωση η επιτροπή.
Η FTC καλεί το δικαστήριο να εκδώσει ασφαλιστικά μέτρα κατά της Amazon για να σταματήσει άμεσα τις παράνομες πρακτικές της.
Όπως μεταδίδει το Reuters, η FTC υποστηρίζει ότι η Amazon τιμωρεί πωλητές που επιχειρούν να προσφέρουν τιμές χαμηλότερες από τις δικές της καθιστώντας δύσκολο για τους καταναλωτές να βρουν τον πωλητή στην πλατφόρμα της Amazon.
Την κατηγορεί επίσης ότι πριμοδοτεί τα δικά της προϊόντα στις πλατφόρμες της έναντι άλλων ανταγωνιστών.
Η πρόεδρος της FTC, Λίνα Καν, την περίοδο που ήταν φοιτήτρια νομικής έγραψε για τη δεσπόζουσα θέση της Amazon στο ηλεκτρονικό εμπόριο στο επιστημονικό περιοδικό "Yale Law Journal" και ήταν μεταξύ των μελών επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων που συνέταξε έκθεση το 2020 υπέρ του ελέγχου της παντοδυναμίας των τεσσάρων τεχνολογικών κολοσσών: της Amazon, της Apple, της Google και του Facebook.
«Η αγωγή μας καταδεικνύει πώς η Amazon έχει χρησιμοποιήσει σειρά τιμωρητικών και καταναγκαστικών τακτικών για να διατηρήσει παρανόμως τα μονοπώλια της» υπογραμμίζει η Καν στην ανακοίνωση.
«Η Amazon είναι μια μονοπωλιακή εταιρεία που χρησιμοποιεί την ισχύ της για να αυξήσει τις τιμές για τους αμερικανούς καταναλωτές και για να χρεώνει υπερβολικά υψηλές προμήθειες σε εκατοντάδες χιλιάδες διαδικτυακούς πωλητές» σημειώνει ο Τζον Νιούμαν, αναπληρωτής διευθυντής στο γραφείο ανταγωνισμού της FTC.