Εδώ και ένα μήνα ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχτιζε, μέσω διαρροών και τοποθετήσεων, τις προσδοκίες για επανένταξη της Ρωσίας στη συμφωνία για τα σιτηρά. Ηταν εξάλλου ένα κρίσιμο στοίχημα που αν κέρδιζε, θα εξασφάλιζε πόντους στη διπλωματική σκακιέρα παγκοσμίως.
Οι προσδοκίες όμως για μια συμφωνία είναι πολύ χαμηλές. Αρχικά η Ρωσία φάνηκε να είχε αφήσει κάποιες νότες αισιοδοξίας, με την προϋπόθεση, όπως επεσήμανε, να εφαρμοστούν οι δεσμεύσεις της Δύσης.
Μια μέρα μετά την πιο επίσημη διαρροή από την Άγκυρα για συνάντηση Ερντογάν-Πούτιν (έγινε στις 3 Αυγούστου), όμως, ο Ουκρανός πρόεδρος Β. Ζελένσκι ανακοίνωσε εναλλακτικό διάδρομο για τη διέλευση των πλοίων.
Ο εναλλακτικός διάδρομος, αν και πολύ προβληματικός, χαιρετίστηκε ένθερμα από χώρες όπως οι ΗΠΑ, Βρετανία και Πολωνία. Άλλες, πολλές από αυτές ευρωπαϊκές, αντιμετώπισαν αυτή την κίνηση με μεγάλο σκεπτικισμό. Πολλοί δε διπλωμάτες έκαναν λόγο για ταφόπλακα σε οποιαδήποτε προσπάθεια για προσωρινή παύση πυρός και διάλογο των δύο πλευρών. Όλοι γνωρίζουν ότι οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη περνάει μέσα από την επανεκκίνηση της συμφωνίας της Μαύρης Θάλασσας.
Από την ανακοίνωση του εναλλακτικού διαδρόμου και μετά, οι επαφές μεταξύ όλων των πλευρών έμοιαζαν με το γεφύρι της Άρτας. Και φτάνουμε στη σημερινή συνάντηση Ερντογάν-Πούτιν στο Σότσι. Ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος αναγκάστηκε να κατεβάσει τις προσδοκίες για συμφωνία. Παραδέχτηκε σε δημοσιογράφους της χώρας του στην πτήση της επιστροφής του από τις χώρες του Κόλπου ότι η αναβίωση μιας συμφωνίας με τη Ρωσία για να επιτραπούν οι εξαγωγές ουκρανικών σιτηρών, με τη διαμεσολάβηση της Άγκυρας και του ΟΗΕ, «εξαρτάται από τις δυτικές χώρες, που πρέπει να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους».
Τέτοια πρόθεση από τη Δύση δεν φαίνεται να υπάρχει, προς το παρόν τουλάχιστον.
Από την πλευρά της Μόσχας τηρείται σιγή ιχθύος. Ούτε μια έμμεση δήλωση στον τύπο δεν καταγράφηκε. Μάλιστα, οι περισσότερες ρωσικές εφημερίδες, όσον αφορά στο θέμα, παραπέμπουν στο τι γράφουν οι τουρκικές.
Ο Πούτιν πάντως «μίλησε» με πράξεις. Η Ρωσία άρχισε να χτυπά τα λιμάνια και τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης της Ουκρανίας στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας. Ο λεγόμενος πόλεμος των drones εντάθηκε.
Η Τουρκία βρέθηκε και πάλι στη μέση αλλά γρήγορα ανακοίνωσε ότι «δεν μπορεί να εγκρίνει την καταστροφή ή τον βομβαρδισμό λιμανιών και εργαλείων που αποτελούν βασικά εργαλεία για τη μεταφορά σιτηρών. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, από την αρχή πιστεύαμε ότι η Ρωσία θα έπρεπε να επιστρέψει στην εξίσωση».
Η δήλωση έγινε δια στόματος του Τούρκου ΥΠΕΞ Χ. Φιντάν σε δημοσιογράφους (έχοντας δίπλα του τον Ουκρανό ΥΠΕΞ), συμπληρώνοντας ωστόσο ότι «περιμέναμε ότι θα αντιμετωπίσουμε τέτοιες σκηνές σε οποιαδήποτε λύση ή εναλλακτική λύση που δεν αφορά τη Ρωσία».
Οι συνομιλίες, ωστόσο, σταμάτησαν. Όμως παράλληλα διαμορφωνόταν ένα διαφορετικό διπλωματικό πλαίσιο. Τόσο ο Β. Πούτιν όσο και ο Κινέζος πρόεδρος Σι ανακοίνωσαν ότι δεν θα παραβρεθούν στη σύνοδο των G 20 στην Ινδία και ότι θα έχουν μια εκτεταμένη συνάντηση μεταξύ τους. Η κίνηση αυτή, που ξεκαθαρίζει πλέον το μέτωπο Ανατολής-Δύσης, προκάλεσε έντονη ανησυχία στη διεθνή διπλωματία και αυξημένη αβεβαιότητα στης αγορές παγκοσμίως.
Η Ουκρανία αναγκάστηκε και επανήλθε, διευκρινίζοντας ότι η αναβίωση της αρχικής συμφωνίας ήταν επίσης μια καλή λύση. Εν τω μεταξύ, εν μέσω συνεχιζόμενων συγκρούσεων μεταξύ των αντιμαχόμενων μερών, το δεύτερο ουκρανικό φορτηγό πλοίο που αμφισβήτησε τον ρωσικό αποκλεισμό στη Μαύρη Θάλασσα μετά την αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία έφτασε στις τουρκικές θάλασσες τη Δευτέρα, αφού έφυγε από ουκρανικό λιμάνι το Σάββατο.
Η Ρωσία δεν αντέδρασε, ωστόσο το Κρεμλίνο υπεραμύνθηκε της απροθυμίας του να επεκτείνει τη συμφωνία, λέγοντας ότι ο αποκλεισμός των ρωσικών τραπεζών από τη χρήση του διεθνούς συστήματος πληρωμών, του SWIFT και των κυρώσεων που σχετίζονται με την ασφάλιση πλοίων παρεμπόδιζαν ουσιαστικά τις ρωσικές εξαγωγές τροφίμων και λιπασμάτων να φτάσουν στις παγκόσμιες αγορές.
Οι δυτικές πρωτεύουσες, με τη σειρά τους, υποστηρίζουν ότι οι κυρώσεις δεν στοχεύουν τις ρωσικές εξαγωγές τροφίμων και λιπασμάτων. Κατηγορώντας τη Ρωσία ότι χρησιμοποιεί τα σιτηρά ως «όπλο», ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις κάλεσε τη Ρωσία να επιστρέψει στη συμφωνία, μιλώντας στο περιθώριο της Συνόδου των Υπουργών Εμπορίου της G-20 στο Νέο Δελχί της Ινδίας.
Η Άγκυρα «σφράγισε» τα στενά των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου στα ρωσικά πολεμικά πλοία και συνεχίζει να στέλνει στρατιωτικές προμήθειες στην Ουκρανία, αλλά δεν συμμετείχε στις κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας. «Είναι ένα βασικό παράδειγμα του ρόλου που θέλει η Τουρκία να διαδραματίσει στον κόσμο, δηλαδή αυτόν μιας ισχυρής χώρας που μπορεί να πει ότι έχει φίλους από όλες τις πλευρές, που μπορεί να επηρεάσει», ανέφερε Αμερικανός διπλωμάτης.
Ωστόσο, ο Ερντογάν αντιμετωπίζει μια δύσκολη αποστολή αυτή τη φορά, λέγοντας ότι ο Πούτιν δεν θα έδινε το νεύμα του σε οποιαδήποτε νέα συμφωνία, εκτός εάν η Ρωσία κερδίσει κάτι «σοβαρό» σε αντάλλαγμα. «Αυτό είναι ένα δύσκολο έργο για τον Τούρκο πρόεδρο, επειδή ο Πούτιν προσπαθεί να μετατρέψει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε μια αποφασιστική νίκη», ανέφερε Τούρκος διπλωμάτης. «Ουσιαστικά, ο Πούτιν θα ωθήσει τον Ερντογάν να είναι «ευρασιατικός» και όχι ΝΑΤΟ στην προσέγγιση της Τουρκίας, πριν συμφωνήσει σε μια νέα συμφωνία για τα σιτηρά» πρόσθεσε, δίνοντας μια διαφορετική οπτική στα πράγματα.
Σε τέτοια περίπτωση, ο Ερντογάν, αντί για αμερόληπτος-διορατικός, όπως ισχυρίζεται ότι είναι, θα βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο, για να διαλέξει στρατόπεδο.
Κατά την Κομισιόν, ο Πούτιν είναι αυτός που δεν θέλει να αναβιώσει η συμφωνία. «Πολλοί στη Μόσχα το θεωρούν ένδειξη αδυναμίας απέναντι στη δυτική πίεση και τελικά μια κακή συμφωνία για τη Ρωσία», ανέφερε κοινοτικός αξιωματούχος.
Ενδεικτικό του χαοτικού κλίματος είναι οι δύο τελευταίες επίσημες δηλώσεις που έγιναν από Ρώσους και Ουκρανούς, πριν τη συνάντηση Πούτιν - Ερντογάν. Ο μεν Β. Ζελένσκι δήλωσε στην πορτογαλική τηλεόραση ότι «η Ουκρανία χρειάζεται επιπλέον 160 μαχητικά αεροσκάφη για μια αποτελεσματική αεροπορία».
Από την άλλη, ο πρώην πρόεδρος και νυν αντιπρόεδρος του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, Ν. Μεντβέντεφ, δήλωσε χθες ότι περίπου 280.000 πολίτες έχουν εγγραφεί μέσα στο 2023 για επαγγελματική θητεία στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις.
Κινήσεις και δηλώσεις που δείχνουν ότι το τέλος αυτού του πολέμου ίσως αργήσει πολύ.