Τα αποθέματα φυσικού αερίου της ΕΕ έφτασαν σε ιστορικό υψηλό, φουλάροντας πολύ πριν από τη χειμερινή περίοδο των υψηλών αναγκών για θέρμανση, καθώς η ευρωπαϊκό μπλοκ συνεχίζει να απομακρύνεται από τη ρωσική ενεργειακή εξάρτηση.
Η κίνηση αυτή αφήνει το Κρεμλίνο υπό πίεση να προσπαθεί να καλύψει ένα κενό στα οικονομικά του που άφησε η απόφασή του να αποκόψει τους ευρωπαίους πελάτες στον απόηχο της εισβολής στην Ουκρανία πέρυσι.
Ωστόσο το λιγότερο ρωσικό αέριο ανοίγει επίσης τους ασκούς του Αιόλου για την ΕΕ που βρίσκεται αντιμέτωπη με μεγαλύτερες διακυμάνσεις των τιμών της παγκόσμιας αγοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Τα στοιχεία από την Gas Infrastructure Europe έδειξαν οι αποθήκες φυσικού αερίου των χωρών-μελών της ΕΕ έχουν πλέον χωρητικότητα 90,12% — υπερβαίνοντας τον ευρω-στόχο πλήρωσης του 90% που υποχρεούνται νομικά οι Βρυξέλλες να επιτύχουν μέχρι τον Νοέμβριο.
«Η επιβεβαίωση ότι έχουμε εκπληρώσει τις απαιτήσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου νωρίτερα ως τώρα από το χρονοδιάγραμμα υπογραμμίζει ότι η ΕΕ είναι καλά προετοιμασμένη για τον χειμώνα και αυτό θα βοηθήσει στην περαιτέρω σταθεροποίηση των αγορών τους επόμενους μήνες», δήλωσε στο Politico η η Επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον.
«Η αγορά ενέργειας της ΕΕ βρίσκεται σε πολύ πιο σταθερή θέση από ό,τι ήταν το ίδιο χρονικό διάστημα πέρυσι», πρόσθεσε. Ωστόσο, αναγνώρισε πως «τις τελευταίες εβδομάδες είδαμε ότι η αγορά φυσικού αερίου παραμένει ευαίσθητη» και ότι η Κομισιόν θα συνεχίσει να την παρακολουθεί καθώς η γηραιά ήπειρος οδεύει προς ψυχρότερο καιρό.
Η είδηση υπογραμμίζει την επιτυχία της ΕΕ στην προσπάθεια απεξάρτησης από τους ρωσικούς αγωγούς φυσικού αερίου, οι οποίοι πριν από τον πόλεμο τροφοδοτούσε περίπου το 40% της ζήτησης του ευρω-μπλοκ.
Το ρωσικό φυσικό αέριο έχει αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό με εισαγωγές από ΗΠΑ, Νορβηγία, Αζερμπαϊτζάν και άλλες χώρες, μειώνοντας δραματικά τις τιμές από την κορύφωσή τους το 2022. Ο ολλανδικός δείκτης τιμολόγησης φυσικού αερίου TTF έφτασε τα 320 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον περασμένο Αύγουστο, αλλά κυμάνθηκε γύρω στα 38 ευρώ αυτή την εβδομάδα.
Ωστόσο, το κόστος του φυσικού αερίου παραμένει υψηλότερο από ό,τι ήταν πριν από τον πόλεμο, όταν κυμαινόταν γύρω στα 20 ευρώ ανά μεγαβατώρα, που σημαίνει μεγαλύτερους λογαριασμούς για τα νοικοκυριά και χαμηλότερη παραγωγικότητα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία για το ορυκτό καύσιμο και για τα τιμολόγια της ηλεκτρικής ενέργειας που καθορίζονται από τις διακυμάνσεις στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού.
Οι τιμές του φυσικού αερίου χονδρικής μπορεί να είναι σημαντικά χαμηλότερες από ό,τι πριν από ένα χρόνο, αλλά παραμένουν αισθητά πιο ακριβές από τις ιστορικές τιμές του φυσικού αερίου την τελευταία δεκαετία», δήλωσε ο Tom Marzec-Manser, επικεφαλής ανάλυσης φυσικού αερίου. στην εταιρεία ανάλυσης αγοράς ICIS, προειδοποιώντας ότι οι traders στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων στον τομέα της ενέργειας εξακολουθούν να ανησυχούν για την προσφορά.
«Το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές αποθήκες είναι σχεδόν γεμάτες νωρίτερα από το κανονικό -συνήθως φτάνουν σε αυτό το επίπεδο γύρω στον Οκτώβριο- δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η τιμή θα μειωθεί περαιτέρω, δυστυχώς. Το αποθηκευμένο φυσικό αέριο μπορεί να μην αποδειχθεί αρκετό εάν ο χειμώνας είναι πολύ κρύος για μεγάλο χρονικό διάστημα και αυτό αυξάνει τον κίνδυνο» για την τιμή του φυσικού αερίου, πρόσθεσε.