Η Γη έχει ήδη ξεπεράσει τα όρια ασφαλείας για την κατοίκησή της από τον άνθρωπο καθώς η άνοδος της θερμοκρασίας, η διαταραχή των υδάτινων συστημάτων και η καταστροφή των φυσικών οικοτόπων έχουν φτάσει σε επίπεδα «συναγερμού», σύμφωνα με μελέτη κορυφαίων επιστημόνων.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature την Τετάρτη, προσδιορίζει οκτώ περιβαλλοντικά όρια που περιλαμβάνουν το κλίμα, τη βιοποικιλότητα, το νερό, τα φυσικά οικοσυστήματα, τη χρήση γης και την επίδραση των λιπασμάτων και των αερολυμάτων.
Οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν ωθήσει επτά από τα οκτώ αυτά όρια πέρα από το «ασφαλές και δίκαιο» επίπεδο σε ζώνες κινδύνου για την πλανητική και ανθρώπινη υγεία, τονίζεται στην έρευνα.
Οι ερευνητές εστιάζουν παραδοσιακά στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ή της απώλειας βιοποικιλότητας στον ίδιο τον πλανήτη, αλλά η μελέτη από την ομάδα επιστημόνων της Earth Commission (Επιτροπής της Γης) σηματοδοτεί μια προσπάθεια των ειδικών να προσδιορίσουν όρια πέρα από τα οποία οι άνθρωποι θα υποστούν σημαντική βλάβη.
Αυτό περιλαμβάνει την έλλειψη πρόσβασης σε καθαρό νερό, τη χαμηλότερη επισιτιστική ασφάλεια και την εκτόπιση ή απώλεια εργασίας λόγω αύξησης της θερμοκρασίας ή πλημμυρών.
Ο Γιόχαν Ρόκστρομ, διευθυντής του Ινστιτούτου Πότσνταμ για την Έρευνα Κλιματικών Επιπτώσεων και συν-συγγραφέας της έκθεσης, προειδοποίησε ότι είναι «πολύ ανησυχητικό» ότι τα περισσότερα από τα όρια έχουν ήδη παραβιαστεί.
«Eίναι ήδη αισθητές οι συνέπειες. . . προκαλώντας ακραία γεγονότα και απότομες επιπτώσεις που πηγαίνουν πέρα από τους καύσωνες, τις ξηρασίες και τις πλημμύρες που προκαλούνται από την κλιματική [αλλαγή], αλλά περιλαμβάνουν και τη χαμηλότερη επισιτιστική ασφάλεια, την επιδείνωση της ποιότητας των υδάτων, την υπερεκμετάλλευση των υπόγειων υδάτων [και] την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης, ιδιαίτερα μεταξύ των ευάλωτων πλειοψηφιών στην κόσμο» τόνισε.
«Δεν είναι μόνο το κλίμα που προκαλεί κινδύνους εκτοπισμού, μετανάστευσης και πιθανώς συγκρούσεων, αλλά όλα αυτά που παραβιάζουν αυτά τα ασφαλή και δίκαια όρια» πρόσθεσε.
Σύμφωνα με την έρευνα, το όριο της «ασφάλειας και δικαιοσύνης», που λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο στον πλανήτη και τους ανθρώπους, για την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη είναι κατά 1 έναν βαθμό κελσίου υψηλότερο από την προβιομηχανική εποχή.
Αλλά αυτή η αύξηση έχει φτάσει ήδη τουλάχιστον στους 1,1 ή έως και 1,2 βαθμούς κελσίου, σύμφωνα με τη μελέτη. Με βάση τη Συμφωνία του Παρισιού, οι παγκόσμιες κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν να περιορίσουν την άνοδο στους 2 βαθμούς κελσίου και ιδανικά στους 1,5 βαθμούς κελσίου, το επίπεδο στο οποίο αναμένεται να συμβούν μη αναστρέψιμες πλανητικές αλλαγές.
Οι ερευνητές της Earth Commission είπαν ότι αν η άνοδος φτάσει τους 1,5 βαθμούς κελσίου, περισσότεροι από 200 εκατομμύρια άνθρωποι θα εκτεθούν σε άνευ προηγουμένου μέσες ετήσιες θερμοκρασίες και περισσότερα από 500 εκατομμύρια θα μπορούσαν να εκτεθούν σε μακροπρόθεσμη άνοδο της στάθμης της θάλασσας.
Μεταξύ του 50 και 60% της Γης θα έπρεπε να καλύπτεται από σε μεγάλο βαθμό άθικτα οικοσυστήματα - ένα επίπεδο που είχε ήδη παραβιαστεί, υπογραμμίζεται στη μελέτη.
Η χρήση αζώτου ως λιπάσματος θα έπρεπε να μειωθεί στο μισό, συμπεραίνει η έκθεση, για να μειωθεί η υπερβολική ανάπτυξη φυτών και φυκιών στα επιφανειακά ύδατα και να μειωθούν οι εκπομπές αμμωνίας και οξειδίων του αζώτου.
Το λεγόμενο σύστημα της Γης αποτελείται από πολλές αλληλεξαρτώμενες διεργασίες που διατηρούν τον πλανήτη σταθερό, αλλά όταν διαταράσσονται αλλάζουν την κατοικησιμότητά του.
Ο Ρόκστρομ υπογράμμισε ότι όλα τα όρια των διάφορων γήινων συστημάτων που περιγράφονται στην έρευνα είναι «αλληλένδετα», πράγμα που σημαίνει ότι η υπέρβαση ενός επιπέδου ασφαλείας για κάποιο από αυτά θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στα άλλα.
«Αν θέλετε να αντιμετωπίσετε την κλιματική κρίση, χρειάζεστε και τα άλλα όρια ανέπαφα. Όταν έχετε μια κλιματική κρίση, θέλετε έναν υγιή πλανήτη. . . αλλά έχουμε έναν πιο αδύναμο πλανήτη από ποτέ» σημείωσε.