Έξι μέλη του προσωπικού ασφαλείας εγκατάστασης εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και αερίου στο Πακιστάν, που εκμεταλλεύεται ουγγρική εταιρεία, σκοτώθηκαν τη νύχτα της Δευτέρας προς Τρίτη σε επίθεση την ευθύνη για την οποία ανέλαβαν οι Ταλιμπάν.
Περίπου πενήντα μαχητές επιτέθηκαν προχθές το βράδυ, περί τα μεσάνυχτα, την εγκατάσταση που ανήκει στην εταιρεία MOL της Ουγγαρίας στην περιοχή Χανγκού, στην επαρχία Χάιμπερ Παχτούνχβα, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο επικεφαλής της τοπικής αστυνομίας Ασίφ Μπαχαντούρ.
Με σύντομη ανακοίνωσή του, το Κίνημα των Ταλιμπάν στο Πακιστάν (ΚΤΠ) ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση, υποστηρίζοντας πως οι μαχητές του επιτέθηκαν σε «σημείο ελέγχου της συνοριοφυλακής».
«Ήταν εφοδιασμένοι με βαριά κι ελαφριά όπλα και έριξαν με ολμοβόλα, σκοτώνοντας έξι μέλη του προσωπικού ασφαλείας στην κεντρική είσοδο» της εγκατάστασης, που βρίσκεται σε απομονωμένη περιοχή κοντά στα σύνορα με το Αφγανιστάν, σύμφωνα με τον κ. Μπαχαντούρ.
Ο όμιλος MOL, με δελτίο Τύπου που έδωσε στη δημοσιότητα στην Ουγγαρία, διευκρίνισε πως κανένας από τους υπαλλήλους της δεν βρισκόταν επιτόπου όταν έγινε η επίθεση, επιβεβαιώνοντας το απολογισμό.
Η παραγωγή «σταμάτησε προσωρινά εξ αποστάσεως» και λαμβάνονται μέτρα για την ασφάλεια των πετρελαιοπηγών, ανέφερε.
Τέσσερις από τους νεκρούς ήταν μέλη της Frontier Constabulary, παραστρατιωτικής δύναμης, και δυο ήταν ιδιωτικοί φρουροί, σύμφωνα με την πακιστανική αστυνομία.
«Οι ανταλλαγές πυρών διήρκεσαν για πάνω από μια ώρα» και τελικά «οι δυνάμεις της αστυνομίας ανάγκασαν τους μαχητές να τραπούν σε φυγή», σύμφωνα με τον κ. Μπαχαντούρ.
Ο αρχηγός της αστυνομίας απέδωσε την επίθεση στο ΚΤΠ ήδη προτού υπάρξει ανάληψη της ευθύνης.
Η MOL είναι παρούσα στο Πακιστάν από το 1999 και απασχολεί περίπου 400 ανθρώπους στη χώρα, σύμφωνα με τον ιστότοπό της.
«Μελετάμε τις πληροφορίες» για την επίθεση, δήλωσε εκπρόσωπος της πρεσβείας της Ουγγαρίας στο Ισλαμαμπάντ, διευκρίνισε πάντως πως δεν προβλέπεται κάποια διπλωματική ενέργεια.
Σύμφωνα με τον αρχηγό της αστυνομίας Μπαχαντούρ, οι δράστες της επίθεσης μετέβησαν στην εγκατάσταση από το Βόρειο Ουαζιριστάν, ιστορικά ορμητήριο ένοπλων τζιχαντιστικών ομάδων.
Μετά την εισβολή το 2001 στο Αφγανιστάν στην οποία προχώρησαν οι ΗΠΑ και σύμμαχοί τους στο NATO, διεξήχθησαν πολλές ευρείας κλίμακας επιχειρήσεις του πακιστανικού στρατού στην περιοχή, ενώ διεξάγονταν για χρόνια επιδρομές αμερικανικών UAVs που έβαζαν στο στόχαστρο μαχητές που πιστευόταν ότι συνδέονταν με το δίκτυο της Αλ Κάιντα και με τους αφγανούς Ταλιμπάν.
Το Πακιστάν είναι αντιμέτωπο, ειδικά αφότου ανακατέλαβαν την εξουσία οι Ταλιμπάν στην Καμπούλ τον Αύγουστο του 2021, με ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας, ιδίως στις περιοχές που γειτονεύουν με το Αφγανιστάν.
Οι περισσότερες επιθέσεις πιστεύεται πως διαπράττονται από το ΚΤΠ, που δεν έχει καμιά οργανωτική σχέση με τους αφγανούς Ταλιμπάν, παρότι έχουν ταυτόσημη ιδεολογία.
Οι αρχές του Πακιστάν κατηγορούν τους αφγανούς Ταλιμπάν πως επιτρέπουν στο ΚΤΠ να οργανώνει και να εξαπολύει επιθέσεις από την επικράτεια του Αφγανιστάν, κάτι που η de facto κυβέρνηση στην Καμπούλ αρνείται.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ