Σηκώνουν χρήματα από τις αποταμιεύσεις τους στις τράπεζες οι Ευρωπαίοι καταθέτες, αναζητώντας πιο συμφέρουσες συμφωνίες, καθώς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα διστάζουν να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων, ενώ αντιθέτως δεν έχασαν χρόνο στην αύξηση των επιτοκίων δανεισμού μετά το ξεκίνημα της νομισματικής σύσφιξης πέρυσι από πλευράς ΕΚΤ, που ξεκόλλησε τα μηδενικά επιτόκια σχεδόν 15 ετών.
Τα κερδοφόρα αποτελέσματα των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών τραπεζών επέτρεψαν την εμφάνιση του φαινομένου «bank walk», δηλαδή μιας αργής, ελεγχόμενης αλλά αξιοσημείωτης εκροής μετρητών πελατών, αναφέρει το Reuters.
Αφενός μεν ενισχύθηκαν τα κέρδη σε πολλές μεγάλες τράπεζες, πέρα από τις προσδοκίες πολλών αναλυτών, αφετέρου οι αποταμιευτές έμειναν δυσαρεστημένοι, εγείροντας νέα ερωτήματα για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του κλάδου.
«Οι παραδοσιακές τράπεζες πρέπει να αποφασίσουν εάν θα μεγιστοποιήσουν τις αποδόσεις τους διατηρώντας τα επιτόκια των καταθέσεων όσο το δυνατόν χαμηλότερα ή αν θα δώσουν προτεραιότητα στη ρευστότητα και τη σταθερότητά τους, αυξάνοντας τα επιτόκια και διατηρώντας τα κεφάλαια των πελατών», τονίζει ο Nicola Marinelli, επίκουρος καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Regent του Λονδίνου.
Δημοφιλή μεταξύ των αποταμιευτών που αναζητούν μεγαλύτερες αποδόσεις στα μετρητά τους, καθώς επιμένουν τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού, αναδεικνύονται τα money market funds (αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος).
Οι αποδόσεις τους τα τελευταία χρόνια ξεπέρασαν ελάχιστα τα επιτόκια τραπεζικών καταθέσεων, ωστόσο ο δείκτης Crane σε στερλίνα ανέφερε ετήσια απόδοση 7 ημερών 4,12% στις 25 Απριλίου, σε σύγκριση με ορισμένα τραπεζικά επιτόκια που εξακολουθούν να παραμένουν κάτω από 1%. Το ισοδύναμο σε ευρώ ήταν 2,81%.
Τα στοιχεία της Refinitiv Lipper μετρούν πάνω από 34 δισ. ευρώ καθαρών ροών σε money market funds της ευρωπαϊκής χρηματαγοράς τον Μάρτιο, ανάγοντάς τα στον τύπο των περιουσιακών στοιχείων με τις περισσότερες μηνιαίες πωλήσεις.
Η αξία τους ξεπερνούσε ήδη τα 1,4 τρισ. ευρώ στο τέλος του περασμένου έτους, παραμένοντας βέβαια ισχνή σε σύγκριση με τα 9,45 τρισ. ευρώ που διατηρούνται σε τρεχούμενους λογαριασμούς σε τράπεζες σε όλη τη ζώνη του ευρώ.
Η Fidelity International ανέφερε επίσης ετήσια αύξηση 8% στις ροές σε money market funds στην επενδυτική της πλατφόρμα, μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 26 Απριλίου.
Το στοίχημα της ρευστότητας
Τραπεζίτες δεν θεωρούν απειλή τις χαμηλότερες καταθέσεις, καθώς στην Ευρώπη, συνεχίζει γλαφυρά το Reuters, είναι πιο εύκολο κανείς να εγκαταλείψει την οικογένειά του παρά την τράπεζά του.
Ερωτηθείς για τη μείωση 1,6% των καταθέσεων στην UniCredit το πρώτο τρίμηνο, για παράδειγμα, ο διευθύνων σύμβουλος Andrea Orcel είπε ότι η τράπεζα έχει ιδιαίτερα σταθερή θέση ρευστότητας -με δείκτη κάλυψης 163%- που θα μπορούσε να διεκδικήσει περαιτέρω κέρδη.
Η ευρύτερη πτώση των καταθέσεων ίσως βοηθήσει τις τράπεζες να εξισορροπήσουν τις υποχρεώσεις τους -κυρίως οφειλές σε καταθέτες- έναντι μιας μελλοντικής πτώσης του ενεργητικού τους, καθώς η ζήτηση για δάνεια δείχνει σημάδια επιβράδυνσης. Αλλά πρέπει επίσης να διασφαλίσουν πως διαθέτουν επαρκή ρευστότητα ώστε να καλύψουν τα στοιχήματα δανεισμού που μπορεί ξαφνικά να καταρρεύσουν.
Οι περισσότερες τράπεζες υπερηφανεύονται για επίπεδα κεφαλαίων πάνω από τις ρυθμιστικές απαιτήσεις, ωστόσο η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και της ελβετικής Credit Suisse έχουν αποτελέσει προειδοποιητικά σημάδια για το τι μπορεί να συμβεί όταν οι πελάτες εγκαταλείψουν μαζικά μια τράπεζα.
Αναλήψεων συνέχεια
Στη Βρετανία, οι πελάτες της NatWest απέσυραν 11,1 δισ. λίρες το πρώτο τρίμηνο του έτους, οι καταθέσεις της HSBC εξαιρουμένων των εφάπαξ εισροών μειώθηκαν κατά 10 δισ. δολάρια, σε 1,6 τρισ. δολάρια, ενώ οι Barclays και Lloyds Banking κατέγραψαν πτώση 5 δισ. και 2,2 δισ. λιρών αντίστοιχα.
Στη Γερμανία, τα στοιχεία της Bundesbank έδειξαν ότι οι καταθέσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν σχεδόν 8% σε σχέση με πέρυσι, με την Deutsche Bank, τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, να αποδίδει εν μέρει τη δική της πτώση, σε ποσοστό 4,7% το πρώτο τρίμηνο, στους φόβους μετάδοσης της τραπεζικής κρίσης από ΗΠΑ και Ελβετία.
Η γαλλική BNP Paribas ανέφερε επίσης μέτρια πτώση στις καταθέσεις του πρώτου τριμήνου, ενώ η ισπανική Santander ήταν η μόνη ευρωπαϊκή τράπεζα βαρέων βαρών που την ίδια περίοδο παρουσίασε άνοδο, και μάλιστα 6%.
Ορισμένοι βουλευτές επέκριναν τις τράπεζες για την αναντιστοιχία μεταξύ του τι χρεώνουν στους δανειολήπτες και τι προσφέρουν στους αποταμιευτές.
«Κοιτάτε μόνο την κερδοφορία σας;» ρώτησε η Βρετανίδα βουλευτής Άντζελα Ιγκλ τους επικεφαλής τραπεζών σε ακρόαση του βρετανικού κοινοβουλίου τον Φεβρουάριο.
Ο διευθύνων σύμβουλος της HSBC Noel Quinn περιέγραψε τις απώλειες καταθέσεων της τράπεζάς του ως «ασήμαντες», ενώ ο Andy Halford, οικονομικός διευθυντής της Standard Chartered, είπε πως πιστεύει ότι οι άνθρωποι θα έδιναν προτεραιότητα στην ασφάλεια έναντι των πληρωμών τόκων.
«Ο κόσμος θα βάλει τα χρήματά του εκεί που θα παραμείνουν ασφαλή», είπε.