Η Τουρκία, η Συρία και η Ρωσία προγραμματίζουν συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών τους αυτό τον μήνα και πιθανόν πριν από τα μέσα της ερχόμενης εβδομάδας, παρότι δεν έχει ακόμη επιλεγεί η ημερομηνία ή ο τόπος, όπως είπε σήμερα ανώτερος Τούρκος αξιωματούχος.
Μια τέτοια συνάντηση θα ήταν η πρώτη που θα πραγματοποιούνταν στο ανώτατο επίπεδο ανάμεσα στην Άγκυρα και τη Δαμασκό, μετά την έναρξη του πολέμου στη Συρία το 2011 και θα σηματοδοτούσε την περαιτέρω αποκλιμάκωση στις σχέσεις τους.
Η Τουρκία, χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, έχει παίξει μεγάλο ρόλο στη σύγκρουση, υποστηρίζοντας τους αντιπάλους του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ και στέλνοντας στρατεύματα στα βόρεια της χώρας.
Η Μόσχα είναι ο βασικός σύμμαχος του Άσαντ και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, μέσω και του ΥΠΕΞ Σεργκέι Λαβρόφ (φωτο) έχει κάνει έκκληση για συμφιλίωση με την Άγκυρα.
Ο αξιωματούχος, ο οποίος δεν έχει εξουσιοδότηση να μιλάει δημοσίως, είπε ότι η συνάντηση μπορεί να πραγματοποιηθεί πριν ή μετά την προγραμματισμένη συνάντηση του τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου με τον Αμερικανό ομόλογό του Άντονι Μπλίνκεν στις ΗΠΑ στις 18 Ιανουαρίου.
«Οι συζητήσεις συνεχίζονται και δεν έχει οριστεί ακόμη ακριβής ημερομηνία. Δεν υπάρχουν προβλήματα με τη συνάντηση, απλώς επεξεργάζονται τον χρόνο διεξαγωγής της», είπε ο αξιωματούχος και πρόσθεσε ότι αυτή είτε θα πραγματοποιηθεί στη Μόσχα ή σε άλλη τοποθεσία.
Τον περασμένο μήνα οι υπουργοί Άμυνας της Τουρκίας και της Συρίας πραγματοποίησαν ιστορικές συνομιλίες αναφορικά με την ασφάλεια των συνόρων και άλλα ζητήματα.
Την περασμένη εβδομάδα, ο τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε ότι πιθανόν να συναντήσει τον Άσαντ μετά από μια τριμερή συνάντηση υπουργών Εξωτερικών. Η φιλοκυβερνητική εφημερίδα της Συρίας "Al-Watan" έγραψε τη Δευτέρα ότι δεν έχει καθοριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία για την τριμερή συνάντηση.
Η Μόσχα δεν έχει σχολιάσει σχετικά.
Η σύγκρουση στη Συρία, από την οποία έχουν σκοτωθεί εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, έχει προκαλέσει τον εκτοπισμό εκατομμυρίων ανθρώπων και έχει προσελκύσει περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις, έχει εισέλθει στη δεύτερη δεκαετία παρότι έχει σχετικώς εκτονωθεί.
Με την υποστήριξη της Ρωσίας και του Ιράν η κυβέρνηση Άσαντ έχει ανακαταλάβει το μεγαλύτερο μέρος των συριακών εδαφών.
Οι υποστηριζόμενοι από την Τουρκία μαχητές της συριακής αντιπολίτευσης εξακολουθούν να έχουν τον έλεγχο ενός θύλακα στα βορειοδυτικά και οι Κούρδοι μαχητές υποστηριζόμενοι από τις ΗΠΑ ελέγχουν επίσης εδάφη κοντά στο σύνορο με την Τουρκία.
Η Ουάσιγκτον δεν επιθυμεί την αποκατάσταση των σχέσεων των άλλων χωρών με τον Άσαντ. Έχει συνταχθεί με τις υπό τους Κούρδους Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, στις οποίες περιλαμβάνεται και η πολιτοφυλακή YPG, στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία.
Η συνάντηση των ανώτατων διπλωματών θα ασχοληθεί με πολιτικά ζητήματα και όχι με ζητήματα ασφαλείας και θα προετοιμάσει το έδαφος για μια συνάντηση Ερντογάν-Ασαντ, είπε ο ανώτερος αξιωματούχος.
Ένας δεύτερος ανώτερος τούρκος αξιωματούχος είπε στο Reuters ότι η Άγκυρα επιδιώκει την ασφαλή επιστροφή Σύρων προσφύγων και ότι συνεργάζεται με τη Δαμασκό βάζοντας στο στόχαστρο την YPG, τον πρωταρχικό στόχο των συνεχιζόμενων διασυνοριακών πληγμάτων.
Η επιστροφή του Άσαντ και ο Ερντογάν
Μισητοί αντίπαλοι ήταν για πολλά χρόνια οι πρόεδροι της Τουρκίας και της Συρίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Μπασάρ Αλ Άσαντ, σχολιάζει η Deutsche Welle. Όμως όλα δείχνουν ότι η επαναπροσέγγιση είναι απλώς θέμα χρόνου. Την περασμένη εβδομάδα ο Ερντογάν δήλωσε ξεκάθαρα ότι δεν αποκλείει μία συνάντηση με τον Άσαντ, ενώ στόχος του είναι μία νέα ειρηνευτική διαδικασία για τη Συρία, στην οποία θα έχουν ρόλο η Τουρκία, αλλά και η Ρωσία. Ήδη έχουν συναντηθεί στη Μόσχα οι επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, καθώς και οι υπουργοί Άμυνας της Τουρκίας και της Συρίας. Το επόμενο βήμα θα είναι μία συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών, η οποία, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, δεν αποκλείεται να πραγματοποιηθεί την Τετάρτη (11.1.)
Για τον Άσαντ το κέρδος είναι πολλαπλό, όπως αναφέρει στην Deutsche Welle η Μπέντε Σέλερ, πολιτική επιστήμων και επικεφαλής του τμήματος για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική στο πολιτικό ίδρυμα «Χάινριχ Μπελ», που πρόσκειται στο Κόμμα των Πρασίνων. «Ασφαλώς ο Άσαντ επιδιώκει τη διπλωματική του αναβάθμιση», επισημαίνει. «Την έχει δηλαδή ούτως ή άλλως, αλλά θα ήταν πιο σημαντικό να την συνυπογράφουν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ. Από κει και πέρα ελπίζει σε οικονομική βοήθεια, για παράδειγμα από τις χώρες του Κόλπου, αλλά και την Τουρκία ή την Ιορδανία. Το καθεστώς χρειάζεται επειγόντως χρήματα για την ανοικοδόμηση, αλλά μέχρι στιγμής οι γειτονικές χώρες δεν δείχνουν ιδιαίτερη προθυμία να επενδύσουν στη Συρία».
Τα ετερόκλητα τουρκικά συμφέροντα
Η Τουρκία ήταν για πολλά χρόνια- και θεωρητικά παραμένει- ένας από τους κύριους υποστηρικτές της συριακής αντιπολίτευσης. Από το 2011, όταν ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, ο Ερντογάν απέφευγε κάθε επαφή με τον Άσαντ. Φαίνεται όμως ότι αναθεωρεί τη στάση του. Ίσως γιατί πιστεύει ότι ο Άσαντ μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμος σύμμαχος στην προσπάθεια της Τουρκίας να αναχαιτίσει τo κουρδικό Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), αλλά και το στρατιωτικό του σκέλος, τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG), που δραστηριοποιούνται στη Συρία και διατηρούν στενές σχέσεις με το PKK.
Κάθε τόσο ο Ερντογάν απειλεί με νέες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη βόρεια Συρία, αλλά προφανώς θεωρεί ότι ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί πιο εύκολα με τη στήριξη του Άσαντ. Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Συρίας μπορεί να μην υποστηρίζει αποσχιστικές τάσεις, αλλά χρειάζεται τη στήριξη από τους τοπικούς ηγέτες των Κούρδων, για να διασφαλίσει την κυριαρχία του στις βορειοανατολικές επαρχίες της χώρας. Κατά συνέπεια δεν είναι βέβαιο ότι συμπίπτουν τα συμφέροντα Άσαντ-Ερντογάν. Σε κάθε περίπτωση, λέει η Μπέντε Σέλερ, «πρόκειται για ένα σκοτεινό σενάριο, αν αναλογιστεί κανείς ότι όλα όσα έχει επιτύχει μέχρι σήμερα ο Άσαντ, βασίζονται στην κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Είναι ένα επικίνδυνο προηγούμενο που προδικάζει το δίκαιο του ισχυρού σε άλλες εστίες κρίσεις ανά τον κόσμο».
«Πονοκέφαλος» το προσφυγικό
Επιπλέον, ο Ερντογάν αναζητεί λύση για τα τέσσερα εκατομμύρια των προσφύγων από τη Συρία, που ακόμη φιλοξενούνται στη γειτονική Τουρκία. Η διαμονή τους στοιχίζει όλο κι περισσότερο δεδομένου ότι ο επίσημος πληθωρισμός φτάνει το 85%, ενώ η συζήτηση για το μέλλον τους θα μπορούσε να επηρεάσει την έκβαση των προεδρικών εκλογών τον Ιούνιο. Τα συμφέροντα του Ερντογάν υπαγορεύουν τη μετακίνηση των προσφύγων στη Συρία, αλλά από την πλευρά του ο Άσαντ δεν έχει λόγο να επισπεύδει την επιστροφή τους.
«Για τους πρόσφυγες είναι μία οδυνηρή κατάσταση», λέει η πολιτική επιστήμων Μπέντε Σέλερ. «Παραμένουν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, δεν μπορούν ούτε να προχωρήσουν, ούτε να γυρίσουν πίσω. Δεν αισθάνονται ασφάλεια, ούτε βλέπουν προοπτική για το μέλλον. Εκατομμύρια άνθρωποι βιώνουν αυτή την πικρή εμπειρία...»
Παιχνίδια επιρροής στη Συρία
Τον Μπασάρ Αλ Άσαντ αρχίζουν να προσεγγίζουν πάλι και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αντίπαλον δέος του Ιράν στη Μέση Ανατολή. Προ ημερών μάλιστα ο υπουργός Εξωτερικών των Εμιράτων, Αμπντουλάχ Μπιν Ζαγιέντ Αλ Ναχιάν, επισκέφθηκε τη Δαμασκό και συναντήθηκε με τον Άσαντ, αλλά μάλλον δεν κατάφερε να περιορίσει την επιρροή που ασκεί η φιλοϊρανικής οργάνωσης «Χεζμπόλαχ» στο καθεστώς.
Μείζον ζήτημα αποτελεί και η επιρροή της Ρωσίας. Μέχρι στιγμής, η παρουσία της Μόσχας στο πλευρό του Άσαντ έχει αποτρέψει την ήττα του στα πεδία των μαχών. Αλλά ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει εξασθενήσει τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, προκαλώντας παράλληλα διπλωματική απομόνωση της Μόσχας και αυξάνοντας, πιθανώς, την επιρροή της Τεχεράνης. Σε κάθε περίπτωση, ο Άσαντ χρειάζεται τη Ρωσία, αλλά και το Ιράν, προκειμένου να επιβιώσει πολιτικά.
ΠΗΓΕΣ: ΑΠΕ-ΜΠΕ, DEUTSCHE WELLE