Η Επιτροπή του Συντηρητικού Κόμματος στη Βρετανία, η οποία καθορίζει τους εσωκομματικούς κανονισμούς και θα επιτηρήσει τη διαδικασία ανάδειξης του διαδόχου του Μπόρις Τζόνσον, θα περιορίσει σε δύο ονόματα τους υποψηφίους μέχρι τις 20 Ιουλίου, δήλωσε σήμερα ένα από τα μέλη της.
Η αποκαλούμενη "Επιτροπή 1922" θα ορίσει τους ακριβείς κανόνες και το χρονοδιάγραμμα για τη διαδικασία την ερχόμενη εβδομάδα, έπειτα από την παραίτηση του Τζόνσον στην οποία οδηγήθηκε ύστερα από πιέσεις του ίδιου του κόμματός του.
Πολλοί βουλευτές, μεταδίδει το ΑΠΕ, ασκούν πιέσεις για τη διενέργεια της εκλογής του διαδόχου του με συνοπτικές διαδικασίες.
«Αυτό που θα θέλαμε, και νομίζω ότι ακόμη και οι υποψήφιοι θα παραδεχτούν ότι είναι έτσι, είναι να αποκλείσουμε από σχετικά πρώιμο στάδιο ορισμένους από εκείνους που είναι σαφές ότι δεν θα εξασφαλίσουν αρκετή στήριξη για να φτάσουν στους δύο τελευταίους γύρους», δήλωσε στο Times Radio ο ταμίας της "Επιτροπής 1922" Τζέφρι Κλίφτον-Μπράουν.
Ο ίδιος είπε ότι αυτό μπορεί να γίνει αυξάνοντας τον αριθμό των υπογραφών που απαιτούνται για να είναι κάποιος προτεινόμενος, και αυξάνοντας το όριο των ψήφων τις οποίες πρέπει να λάβουν οι υποψήφιοι για να περάσουν στον επόμενο γύρο.
«Νομίζω ότι θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε μια διαδικασία ώστε πράγματι να καταλήξουμε σε δύο ονόματα μέχρι να κλείσει το κοινοβούλιο στις 20 Ιουλίου. Θα πρέπει να έχουμε μια απάντηση μέχρι το συνέδριο του κόμματος τον Οκτώβριο και ίσως και πριν από αυτό», κατέληξε.
Τέσσερις Συντηρητικοί βουλευτές έχουν ήδη εκφράσει επισήμως την επιθυμία τους να τον διαδεχτούν, αλλά αναμένεται ότι περίπου άλλοι 12 θα θέσουν επίσης υποψηφιότητα.
Οι Συντηρητικοί βουλευτές θα πραγματοποιήσουν σειρά από ψηφοφορίες για να μειώσουν τον αριθμό των υποψηφίων σε δύο, που θα πάνε στον τελικό γύρο -- δηλαδή στην επιστολική ψήφο των μελών των Τόρις.
Ταυτόχρονα, ο υπουργός Άμυνας Μπεν Γουάλας, από τα ονόματα που "έπαιζαν" δυνατά για την επόμενη μέρα, δήλωσε ότι δεν θα είναι υποψήφιος διάδοχος του Μπόρις Τζόνσον.
Φερόταν ως φαβορί στην κούρσα διαδοχής, ωστόσο ανακοίνωσε σήμερα Σάββατο την απόφασή του να μην είναι υποψήφιος για την ηγεσία του κόμματος.
Ο 52χρονος Γουάλας ξεπέρασε τους τελευταίους μήνες σε δημοτικότητα την υπουργό Εξωτερικών Λιζ Τρας και έγινε το δημοφιλέστερο μέλος της κυβέρνησης, χάρη στους χειρισμούς του στην ουκρανική κρίση.
«Έπειτα από προσεκτική εξέταση και αφού το συζήτησα με συνεργάτες και με την οικογένειά μου, αποφάσισα να μην είμαι υποψήφιος για την ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος», έγραψε στο Twitter.
«Δεν ήταν εύκολη απόφαση, αλλά το ενδιαφέρον μου είναι εστιασμένο στον σημερινό μου ρόλο και στο να κρατήσω ασφαλή αυτή τη σπουδαία χώρα», έγραψε.
Οι πρώτες επίσημες υποψηφιότητες
Στη μάχη της διαδοχής μπήκε επίσημα η υπουργός Κέμι Μπέιντενοχ, με άρθρο της στους Times όπου δεσμεύεται να μειώσει το μέγεθος του κράτους και να δημιουργήσει ένα μικρό κυβερνητικό σχήμα, «επικεντρωμένο στα βασικά», τους χαμηλούς φόρους και τις «σφιχτές δαπάνες».
Υποψήφιος όμως δήλωσε και ο Ρίσι Σουνάκ, ο πρώην υπουργός Οικονομικών που με την παραίτησή του άνοιξε τον δρόμο για τη μαζική έξοδο και άλλων υπουργών από την κυβέρνηση Τζόνσον. Σε δημοσκόπηση ανάμεσα σε 493 μέλη του Συντηρητικού κόμματος, μεταδίδει η ΕΡΤ, είναι στην κορυφή με 25% μπροστά από την υπουργό Εξωτερικών Λιζ Τρας που συγκεντρώνει 21%.
Βέβαια, το τρίλεπτο βίντεο που κυκλοφόρησε περιγράφοντας τον εαυτό του ως σοβαρό και υπεύθυνο υποψήφιο, αναφερόμενος στην οικονομική διαχείριση που πέτυχε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σήκωσε δυνατούς ψιθύρους μεταξύ των Τόρις κυρίως για τη σπουδή του να δηλώσει «παρών» για τη διαδοχή. Σαν έτοιμος από καιρό, όπως μεταδίδει το Bloomberg.
Εφημερίδες όπως η Daily Mail ανέφεραν ότι ο ιστότοπος της εκστρατείας του καταχωρήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου, αποδεικνύοντας ότι τα σχέδιά του για να αναλάβει την ηγεσία είχαν σχεδιαστεί εδώ και μήνες.
Το στοίχημα του Σουνάκ είναι να κερδίσει όσους Συντηρητικούς δυσαρεστήθηκαν από τη φορολογική πολιτική του. Έχει επιβάλει τους περισσότερους φόρους μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στη χώρα, προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις αναγκαίες δαπάνες της εποχής της πανδημίας.
Πέρασε μήνες αντιστεκόμενος στα αιτήματα για φοροελαφρύνεις, υποστηρίζοντας ότι έπρεπε να ακολουθεί υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική ώστε να αποφύγει την ανατροφοδότηση του πληθωρισμού.