Στο Ντουμπάι σπεύδουν να δημιουργήσουν επιχειρήσεις έμποροι ρωσικών προϊόντων, καθώς η Ελβετία δυσκολεύει όλο και περισσότερο τις συναλλαγές τους με τη Μόσχα.
Η Ελβετία φιλοξενεί εδώ και δεκαετίες μεσάζοντες μεταξύ Ρώσων παραγωγών και αγοραστών απ' όλο τον κόσμο. Τώρα, η επιτάχυνση των κυρώσεων προκαλεί μετανάστευση στο εμιράτο του Περσικού, γράφει το Bloomberg.
Οι τρεις μεγαλύτεροι πετρελαιοπαραγωγοί της Ρωσίας, συνεχίζει το δημοσίευμα, βρίσκονται στη διαδικασία αξιολόγησης του Ντουμπάι ως προς τις εμπορικές τους δραστηριότητες, ενώ ήδη έχουν μετεγκατασταθεί εκεί αρκετές άλλες εταιρείες. Η φυγή από την Ελβετία φαίνεται αναπόφευκτη σε κάποιο βαθμό, αφού η Βέρνη ακολούθησε τις ευρωπαϊκές απαγορεύσεις στις ρωσικές εξαγωγές.
Κυρώσεις, αυτοκυρώσεις, αλλά «το εμπόριο θα συνεχιστεί»
«Το εμπόριο θα συνεχιστεί», δήλωσε ο Wouter Jacobs, διευθυντής του Erasmus Commodity & Trade Center στο Πανεπιστήμιο Erasmus του Ρότερνταμ. «Η Μέση Ανατολή θα αποκτήσει ένα μερίδιο από τη μάλλον ευρωκεντρική διαχείριση εμπορευμάτων».
Οι επίσημες κυρώσεις αλλά και οι ανεπίσημες «αυτοκυρώσεις» έχουν δυσκολέψει τις συναλλαγές για τις κρατικές εταιρείες της Ρωσίας, οι τράπεζες έχουν βάλει σφιχτά πιστωτικά όρια, ενώ ναυτιλιακές εταιρείες και ασφαλιστές διακόπτουν τις υπηρεσίες τους.
Αυτό απελευθέρωσε ζωτικό χώρο στο Ντουμπάι, το οποίο απέφυγε να επιβάλει κυρώσεις σε Ρώσους ιδιώτες και οντότητες εντείνοντας τον ανταγωνισμό που αντιμετωπίζει ήδη η Ελβετία ως νευραλγικό κέντρο της παγκόσμιας εμπορίας αγαθών.
Ελβετικοί περιορισμοί στη Ρωσία
Αν και η Ελβετία διεκδικεί ουδετερότητα και δεν προμηθεύει με όπλα την Ουκρανία, εντούτοις ακολούθησε την ΕΕ στην επιβολή ολοένα και πιο αυστηρών περιορισμών σε εμπορεύματα, τράπεζες και άτομα που θεωρούνται κοντά στο Κρεμλίνο. Μάλιστα, έχει δηλώσει ότι μέχρι το τέλος του 2022 θα εφαρμόσει εξίσου την απαγόρευση ασφάλισης και χρηματοδότησης της μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου σε χώρες εκτός ΕΕ.
«Ενσωματώνουμε όλο το διάταγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ελβετικό δίκαιο», δήλωσε εκπρόσωπος της Ελβετικής Γραμματείας Οικονομικών Υποθέσεων (SECO), προσθέτει το Bloomberg.
Μια τέτοια προοπτική θα βάλει πρόσθετους φραγμούς σε μεσιτείες, πωλήσεις και παροχή χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σε ρωσικό άνθρακα, οδηγώντας στη μετακόμιση ορισμένων επιχειρήσεων.
«Μια εμπορική συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Κίνας μπορεί κανονικά να γινόταν από έναν εμπορικό οίκο στην Ελβετία με οικονομική υποστήριξη από λονδρέζικη τράπεζα – αλλά ποιος θέλει να το κάνει αυτό τώρα;» τόνισε ο Jacobs. «Όποιος θέλει να το κάνει πιθανώς ή αναγκαστικώς θα μετακινηθεί τώρα σε νέα δικαιοδοσία».
Ποιες εταιρείες μετακομίζουν
Στελέχη της ρωσικής κρατικής εταιρείας παραγωγής πετρελαίου Rosneft PJSC πέταξαν τον περασμένο μήνα στο Ντουμπάι για να διερευνήσουν την ιδέα μιας εμπορικής επιχείρησης. Εν τω μεταξύ, η Gazprom Neft PJSC, ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου της Ρωσίας, προσπαθεί επίσης να επεκτείνει την παρουσία της στην πόλη του Περσικού, αναφέρουν σχετικές πηγές.
Η Litasco SA, ο κλάδος πωλήσεων του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού Lukoil PJSC, θέλει να μεταφέρει μέρος του προσωπικού από τη Γενεύη στο Ντουμπάι, προσδοκώντας να το καταστήσει νέο κεντρικό κόμβο της δραστηριότητάς της και παράλληλα να επεκταθεί σε εμπόρους της περιοχής. Η Lukoil είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου της Ρωσίας.
Ένας άλλος ισχυρός παίκτης της Γενεύης, η Solaris Commodities, εταιρεία που εμπορεύεται ρωσικά σιτηρά, άνοιξε γραφείο στο Ντουμπάι την περασμένη εβδομάδα, σύμφωνα με πηγή που επικαλείται το Bloomberg.
Αν και οι κυρώσεις δεν περιλαμβάνουν γεωργικά προϊόντα, η εταιρεία δυσκολεύτηκε να αποκτήσει πρόσβαση στη χρηματοδότηση καθώς οι ελβετικές τράπεζες αποφεύγουν τα ρωσικά εμπορεύματα, ανεξαρτήτως κυρώσεων, προστίθεται.
Τράπεζες όπως η BNP Paribas και η ABN Amro κράτησαν αποστάσεις ή και αποσύρθηκαν εντελώς από τον κλάδο, δίνοντας χώρο σε ρωσικές τράπεζες. Η Sberbank, η οποία προστέθηκε πρόσφατα στη λίστα των κυρώσεων, είδε τις δραστηριότητές της στη χρηματοδότηση του εμπορίου στην Ελβετία να διπλασιάζονται σε όγκο πέρυσι, κυρίως στους τομείς πετροχημικών, μετάλλων, σιτηρών και λιπασμάτων. Αυτές αυτές οι ροές τώρα δεν είναι δυνατές.
Η Suek AG, αποκλειστικός έμπορος άνθρακα από τον μεγαλύτερο παραγωγό της Ρωσίας, που εδρεύει στην ελβετική πόλη Τσουγκ, γνωστή εδώ και δεκαετίες λόγω των εξαιρετικά χαμηλών φόρων της, σχεδιάζει επίσης να δημιουργήσει επιχείρηση στο Ντουμπάι. Το ίδιο κάνει ήδη και η EuroChem Group AG, από τους μεγαλύτερους παραγωγούς λιπασμάτων στον κόσμο, με το μεγαλύτερο μέρος του ενεργητικού του στη Ρωσία. Μέχρι την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία ανήκαν και οι δύο εταιρείες στον δισεκατομμυριούχο Αντρέι Μελνιτσένκο.
Η στρατηγική διαρκείας του Ντουμπάι
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν προσελκύσει πλούσιους Ρώσους και τα χρήματά τους μετά την εισβολή στην Ουκρανία, και τώρα ακολουθούν κρατικές επιχειρήσεις και ιδιωτικές εμπορικές εταιρείες.
Τα ΗΑΕ έχουν προετοιμάσει την οικονομική τους υποδομή γι' αυτή τη στιγμή. Οι τράπεζες των Εμιράτων τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει βασικός πυλώνας χρηματοδότησης του εμπορίου.
Η πληθώρα ζωνών ελεύθερου εμπορίου του Ντουμπάι, η γειτνίασή του με τους παραγωγούς ενέργειας της Μέσης Ανατολής και η χαμηλή φορολογία έχουν ήδη αποδειχτεί δελεαστικά κίνητρα, και μάλιστα υπάρχει ακόμη δρόμος μέχρι η πόλη να καλύψει τις επιδόσεις παγκόσμιων κέντρων όπως η Σιγκαπούρη, το Λονδίνο και η Γενεύη. Πέρυσι, το Dubai Multi Commodities Centre φιλοξένησε σε ειδική εκδήλωση το Εμπορικό Επιμελητήριο της Μόσχας, με στόχο να προσελκύσει ρωσικές επιχειρήσεις στο εμιράτο.
«Το Ντουμπάι έχει αναδειχθεί παγκόσμιος κόμβος εμπορευμάτων», δήλωσε η Najla Al Qassimi, διευθύντρια παγκόσμιων υποθέσεων στο think tank του Ντουμπάι B'huth, η οποία έχει προϋπηρεσία και στη Γενεύη. «Υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές, μεταφορές και υπηρεσίες για την υποστήριξη των εταιρειών», πρόσθεσε.