Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έγραψε ιστορία στις γαλλικές βουλευτικές εκλογές την Κυριακή, απλώς όχι με τον τρόπο που ήλπιζε, σχολιάζει το Bloomberg.
Μετά την επανεκλογή του τον Απρίλιο, οι περισσότεροι περίμεναν ότι ο Μακρόν θα αποκτούσε απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, όπως συνέβαινε εδώ και δεκαετίες. Αντίθετα, ο Μακρόν δεν κατάφερε να φτάσει το όριο των 289 εδρών, αν και η συμμαχία του παραμένει το μεγαλύτερο μπλοκ.
Αυτό σημαίνει ότι ενώ ο Μακρόν μπορεί να είναι σε θέση να διατηρήσει τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας, θα δυσκολευτεί να περάσει νομοθετήματα, κάτι που θέτει μεγάλο μέρος της ατζέντας του σε κίνδυνο -συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης και την υλοποίηση φορολογικών μεταρρυθμίσεων.
«Αυτή η κατάσταση αποτελεί κίνδυνο για τη χώρα μας, δεδομένων των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο», δήλωσε η πρωθυπουργός Ελίζαμπεθ Μπορν. «Πρέπει να χτιστούν οι σωστοί συμβιβασμοί για να δράσουμε υπέρ της Γαλλίας».
Το κόμμα του Μακρόν κέρδισε 245 έδρες. Η δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα στο κοινοβούλιο είναι η Nupes, ο αριστερός συνασπισμός με επικεφαλής τον Μελανσόν, ο οποίος έχει 131 βουλευτές. Το ακροδεξιό κόμμα πήγε πολύ καλύτερα από το αναμενόμενο με 89 έδρες, ενώ οι κεντροδεξιοί Ρεπουμπλικάνοι και οι σύμμαχοί τους πήραν 61.
Το υπουργικό συμβούλιο του προέδρου θα ανασχηματιστεί. Τρεις υπουργοί απέτυχαν να εκλεγούν και στελέχη του Μακρόν είχαν δηλώσει προηγουμένως ότι όποιος δεν εκλεγεί, πρέπει να παραιτηθεί. Η υπουργός Οικολογίας Αμελί ντε Μοντσαλέν δήλωσε την Κυριακή το βράδυ ότι θα αποχωρήσει από την κυβέρνηση.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα της Γαλλίας, γνωστό ως Πέμπτη Δημοκρατία, ιδρύθηκε από τον Σαρλς Ντε Γκολ το 1958, για να αποφευχθούν οι διαταραχές από ένα κοινοβουλευτικό σύστημα που δεν μπορούσε να δημιουργήσει σταθερή πλειοψηφία. Ο σοσιαλιστής Μισέλ Ροκάρ, για παράδειγμα, ηγήθηκε μιας κυβέρνησης στα τέλη της δεκαετίας του 1980 που δεν είχε απόλυτη πλειοψηφία, αν και το κόμμα και οι σύμμαχοί του είχαν περισσότερες έδρες από τον Μακρόν.
Η βάση υποστήριξης του Μακρόν έχει συρρικνωθεί τα τελευταία πέντε χρόνια, με διαμαρτυρίες για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, την κοινωνική ανισότητα και τον χειρισμό της πανδημίας της Covid-19.
Η Lisa Thomas-Darbois, ειδική στη γαλλική πολιτική στο Ινστιτούτο Montaigne με έδρα το Παρίσι, είπε ότι ο Μακρόν δεν θα μπορεί να στηριχθεί στα άκρα, είτε είναι η ακροδεξιά είτε η άκρα αριστερά, η οποία θα αντιτίθεται σχεδόν συστηματικά σε κάθε πρόταση από την κυβέρνηση. Αλλά θα μπορούσε να συνάψει συμμαχίες σε συγκεκριμένα θέματα -η θέση του για την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης είναι παρόμοια με αυτή των κεντροδεξιών Ρεπουμπλικανών, για παράδειγμα.
«Το καλό είναι ότι υπάρχουν τομείς στους οποίους θα μπορούσαν να συμφωνήσουν, από το περιβάλλον έως τις δημόσιες υπηρεσίες, μέχρι την ανάγκη να εμπλακούν καλύτερα οι πολίτες», είπε η Annabelle Lever, καθηγήτρια στο Sciences Po, περιγράφοντας διαφορετικές ad-hoc συμπλεύσεις των μερών στο επόμενο διάστημα. «Το κακό είναι ότι μπορεί απλώς να μη θέλουν να συμφωνήσουν».
Εάν αυτό δεν λειτουργήσει, ο Μακρόν μπορεί να μπει στον πειρασμό να χρησιμοποιήσει το άρθρο 49.3 του γαλλικού συντάγματος, το οποίο υπό ορισμένες προϋποθέσεις τού επιτρέπει να θεσπίσει νόμο ακόμη και χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου. Ο Ροκάρ σημείωσε, με διαφορά, το ρεκόρ σε ό,τι αφορά την προσφυγή σε αυτό το σύστημα.
Ενώ η Nupes είναι απίθανο να εφαρμόσει το οικονομικό της πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει υψηλότερους μισθούς και περικοπές ωρών εργασίας καθώς και ένα τεράστιο πρόγραμμα δημόσιων δαπανών, ο συνασπισμός θα αποκτήσει επιρροή στις κοινοβουλευτικές και δημόσιες συζητήσεις. Σε μια εποχή ανόδου των επιτοκίων σε όλο τον κόσμο, έχει «τη δυνατότητα να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις γαλλικές δημοσιονομικές προοπτικές», σύμφωνα με την αναλύτρια του Bloomberg Intelligence, Maeva Cousin.
Η ακροδεξιά, εν τω μεταξύ, έχει αρκετές έδρες για να μπορεί να επηρεάσει επιτροπές και να έχει καθορισμένο χρόνο για να εκφράσει τις απόψεις της, ένα σημαντικό βήμα στη δεκαετή προσπάθεια της Λεπέν να φέρει το κόμμα στο επίκεντρο της γαλλικής πολιτικής.