Η Ιταλία μπορεί να ενεργοποιήσει σχέδιο έκτακτης ανάγκης για το φυσικό αέριο, εάν συνεχιστούν τα ρωσικά καψόνια με περιορισμό στη ροή φυσικού αερίου.
Αυτό συζητείται για την επόμενη εβδομάδα, σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg, μια κίνηση που μπορεί να περιλαμβάνει μεγαλύτερη εξάρτηση από πιο βρώμικα καύσιμα, εάν η Ρωσία συνεχίσει να περιορίζει τις προμήθειες, την ώρα που σκαρφαλώνει στα ύψη το ενεργειακό κόστος για τις ιταλικές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με την Ένωση Βιομηχάνων, η Ιταλία βρίσκεται σε ακόμη πιο μειονεκτική θέση από Γαλλία και Γερμανία.
Εάν η Gazprom δεν αποκαταστήσει την ομαλή τροφοδοσία φυσικού αερίου στην Ιταλία μέχρι τα μέσα της εβδομάδας, η κυβέρνηση μπορεί να ξεκινήσει μια φάση έκτακτης ανάγκης για την αγορά της, κάτι που μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για μεγαλύτερη παραγωγή λιγνίτη.
Το σχέδιο μπορεί να περιλαμβάνει ραγδαία αύξηση της παραγωγής στα έξι εργοστάσια λιγνίτη που λειτουργούν ήδη στη γειτονική χώρα, τα οποία όμως σχεδιάζεται να κλείσουν έως το 2025 για να επιτευχθούν οι στόχοι για την κλιματική αλλαγή.
Οι νέες εξελίξεις αλλάζουν τους προγραμματισμούς όπως γίνεται ήδη σε μια σειρά χώρες -και στην Ελλάδα.
Αύξηση 42% στα αποθέματα λιγνίτη στη Μεγαλόπολη
Στο μεταξύ, σύμφωνα με ρεπορτάζ της ΕΡΤ, την ώρα που η Ρωσία κλείνει κατά 50% τις στρόφιγγες προς Γερμανία και Κεντρική Ευρώπη επικαλούμενη τεχνικά ζητήματα, η Ελλάδα επιστρέφει στον λιγνίτη.
Ως απάντηση στην τεράστια αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση αύξησε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα, βάζοντας φρένο στο προγραμματισμένο κλείσιμο ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών.
Στο ορυχείο της Μεγαλόπολης, κόντρα στην απόφαση του 2010 που επέβαλε περιορισμό λειτουργίας στην εξόρυξη άνθρακα ή λιγνίτη, οι μηχανές στο φουλ… ακολουθούν τα γεγονότα. Εξάλλου η χώρα μας για να αντεπεξέλθει στην ενεργειακή της επάρκεια αποφάσισε αύξηση κατά 50% των εξορύξεων φέτος και του χρόνου.
«Φέτος τα αποθέματα αυτή τη στιγμή που μιλάμε είναι 640 χιλιάδες τόνοι λιγνίτες στις αποθήκες. Αντίστοιχα πέρσι τέτοια εποχή ήταν 450 χιλιάδες τόνοι λιγνίτη, αύξηση 42%».
Στην Ελλάδα, η οποία βασίζεται στη Ρωσία για το 46% του εισαγόμενου αερίου της, ο άνθρακας ήταν το 10% του ενεργειακού μείγματος πέρυσι, από 53% το 2011.
Σε ένα μικρό κομμάτι γης του τεράστιου πεδίου της Μεγαλόπολης, η ΔΕΗ κατασκευάζει έναν υποσταθμό για τη δημιουργία ηλιακού πάρκου 50 μεγαβάτ που θα βοηθήσει στην αποφυγή 65 εκατομμυρίων τόνων μονοξειδίου του άνθρακα ετησίως, θα παράγει περίπου 100 γιγαβατώρες καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας και θα τροφοδοτήσει περίπου 17.000 νοικοκυριά μέχρι τις αρχές του επόμενου έτους.
Τι φοβάται για την ανταγωνιστικότητά της η Ιταλία
Η Ιταλική Εμπορική Ένωση Confcommercio έχει σημάνει συναγερμό. Σύμφωνα με τους παρατηρητές της, το κόστος της ενέργειας για τις εμπορικές και τουριστικές επιχειρήσεις της χώρας πρόκειται φέτος να διπλασιαστεί. Το 2021 έφτασε τα 11 δισ. ευρώ, ενώ φέτος θα εκτοξευθεί στα 27 δισ. ευρώ.
Τα εστιατόρια, κατά μέσο όρο, μέχρι το τέλος της χρονιάς υπολογίζεται ότι θα πληρώσουν για το ηλεκτρικό τους 18.000 ευρώ (μία αύξηση ύψους 58%) και τα μπακάλικα 40.000 ευρώ (70% αύξηση). Για τα ξενοδοχεία της Ιταλίας, δε, ο λογαριασμός του ηλεκτρικού ρεύματος θα αγγίξει τις 137.000 ευρώ, ενώ για ένα μικρό καφέ-μπαρ υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τις 10.000 ευρώ, μεταδίδει η Deutsche Welle.
Σύμφωνα με την Ιταλική Ένωση Βιομηχάνων Confindustria, σε ετήσια βάση η αύξηση των δαπανών για την ενέργεια μπορεί να ανέλθει συνολικά μέχρι τα 81 δισ. ευρώ. Μάλιστα η Confindustria προσθέτει, ότι η Ιταλία «υποφέρει» πολύ περισσότερο από την Γαλλία και την Γερμανία, διότι η αυξήσεις αυτές φέτος αναμένεται να βαρύνουν κατά 8,8% στο συνολικό κόστος παραγωγής των διαφόρων προϊόντων. Στην Γαλλία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 3,9% και στην Γερμανία 6.8%.
Υποφέρει το «Made in Italy»
Όπως γράφει η εφημερίδα Corriere della Sera, με τον τρόπο αυτό θα μειωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ιταλίας προς όφελος άλλων, μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών. «To Made in Italy υποφέρει όσο ποτέ άλλοτε», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά. Οι αρνητικές επιπτώσεις, εξηγεί η εφημερίδα του Μιλάνου, συνδέονται με την εξάρτηση -άμεση και έμμεση- του ιταλικού παραγωγικού συστήματος από τη χρήση φυσικού αερίου -πολύ περισσότερο από ό,τι συμβαίνει στo Παρίσι και στο Βερολίνο.
Κανένας τομέας δεν αποτελεί εξαίρεση: από την ξυλεία μέχρι την παραγωγή χαρτιού και την επεξεργασία ορυκτών. Με τα δεδομένα αυτά, είναι φυσικό η μείωση παροχής φυσικού αερίου από τη Ρωσία να προκαλεί έντονη ανησυχία στις ιταλικές επιχειρήσεις. Μία μείωση, η οποία από το 15% αυξήθηκε χθες στο 35% και η οποία είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι οφείλεται σε «τεχνικά προβλήματα», όπως ισχυρίζεται η Μόσχα.