Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Μελέτη: Ποια είναι η θνησιμότητα από την Covid-19

Οι διαφορές μεταξύ πρώτου και δεύτερου κύματος σε απώλειες ανθρώπινων ζωών. Οι κρίσιμοι δείκτες που παρακολουθούν οι επιστήμονες και οι παράγοντες που καθορίζουν τις εξελίξεις.

Μελέτη: Ποια είναι η θνησιμότητα από την Covid-19

Το ποσοστό θνησιμότητας από Covid-19 ακολουθεί πτωτική πορεία, σύμφωνα με λοιμωξιολόγους και ειδικούς της βιοστατιστικής -σημάδι εξελίξεων στη φαρμακευτική αντιμετώπιση της νόσου. Ωστόσο, προειδοποιούν ότι η θνησιμότητα θα μπορούσε να αυξηθεί.

Ο κορωνοϊός σκοτώνει τώρα περίπου το 0,6% των ανθρώπων που μολύνει -κάτι που αποτελεί βελτίωση από τον Απρίλιο, όταν το ποσοστό θνητότητας ήταν περίπου 0,9%, σημειώνει το Institute for Health Metrics and Evaluation του University of Washington.

Ο Jeffrey Shaman, του Columbia University’s Mailman School of Public Health, δήλωσε ότι το τρέχον ποσοστό θνησιμότητας θα μπορούσε να είναι ακόμα χαμηλότερο από αυτό, στο 0,15% περίπου. Συγκριτικά, της γρίπης είναι 0,1%.

Τα ποσοστά θνησιμότητας επίσης βελτιώνονται καθώς οι λοιμώξεις μετατοπίζονται προς νεότερους ανθρώπους, που έχουν μικρότερο κίνδυνο για σοβαρή νόσηση από την Covid-19 συγκριτικά με τους ηλικιωμένους. Ο Christopher Murray, διευθυντής του IHME, ανακάλυψε με τους συνεργάτες του ότι η πτώση στο ποσοστό θνησιμότητας στις ΗΠΑ μπορεί να συνδεθεί σε μεγάλο βαθμό με βελτιώσεις στην περίθαλψη και τη φαρμακευτική αντιμετώπιση του ασθενή.

Από την έναρξη της πανδημίας, αξιωματούχοι υγείας παρακολουθούν ένα δείκτη που είναι γνωστός ως “case fatality rate’’, τον αριθμό των θανάτων δια των καταγεγραμμένων περιστατικών Covid-19. Ωστόσο οι επιδημιολόγοι δηλώνουν ότι αυτός ο δείκτης δεν αντικατοπτρίζει με ακρίβεια το πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας, επειδή δεν μετρά ανθρώπους που δεν υποβλήθηκαν σε τεστ. Αυτό ίσχυε κυρίως στην αρχή της πανδημίας, όταν δεν ήταν διαθέσιμα πολλά τεστ. Τώρα, οι επιστήμονες γνωρίζουν επίσης ότι πολλοί άνθρωποι δεν έχουν συμπτώματα όταν μολύνονται και οι ασυμπτωματικοί συχνά δεν αναζητούν να υποβληθούν σε τεστ.

Και τα δύο θέματα οδήγησαν σε ποσοστά απωλειών περιστατικών που είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερα από το πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας, αν και τα δύο αρχίζουν να συγκλίνουν, καθώς τα τεστ είναι πιο ευρέως διαθέσιμα, λένε επιδημιολόγοι.

Αντίθετα, το “infection fatality rate” μετρά τον αριθμό των θανάτων ως κλάσμα όλων των λοιμώξεων από Covid-19, άσχετα από συμπτώματα ή λήψη τεστ. Αυτό τους βοηθά να αντιμετωπίσουν το ποσοστό απόκρισης -υπολογισμό του αριθμού των επιβεβαιωμένων περιστατικών ως κλάσμα πραγματικών λοιμώξεων. Στη συνέχεια οι ερευνητές μπορούν να υπολογίσουν τον συνολικό αριθμό των ανθρώπων με λοιμώξεις σε ένα χρονικό διάστημα και να τον χρησιμοποιήσουν για να φτάσουν στο πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας.

Πίεση στο σύστημα

«Όταν τα περιστατικά αυξάνονται όπως στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, τα νοσοκομεία πιέζονται και τα ποσοστά θνησιμότητας αυξάνονται», δήλωσε ο καθηγητής Florian Krammer, του Icahn School of Medicine at Mount Sinai.

Τα ποσοστά θνησιμότητας μπορούν να αλλάξουν βάσει της διαθεσιμότητας πόρων περίθαλψης-κλινών και προσωπικού σε μια περιοχή. Αυτό, μαζί με δημογραφικά στοιχεία εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη διαφορά από τόπο σε τόπο. Ο Dr Krammer δήλωσε ότι πολιτείες που έχουν υπό έλεγχο τον κορωνοϊό θα έχουν χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας.

Ο δείκτης είναι πολύ ευαίσθητος στην ηλικία των ασθενών και σε υποκείμενα νοσήματα. Ηλικιωμένοι είναι πιο πιθανόν να πεθάνουν από Covid-19 καθώς και παχύσαρκοι, άνθρωποι με διαβήτη ή άλλα προβλήματα υγείας που αυξάνουν τον κίνδυνο σοβαρής νόσησης.

ΠΗΓΗ: www.iatronet.gr

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v