Σήμερα αναμένεται να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης ο Πέδρο Σάντσεθ

Η νέα κυβέρνηση δεν θα έχει μόνο να αντιμετωπίσει σκληρή αντιπολίτευση, αλλά θα πρέπει να ισορροπεί σε ευκαιριακές και συγκρουόμενες μεταξύ τους συμμαχίες, όσον αφορά οικονομικά και κοινωνικά θέματα, αλλά κυρίως στη διεθνή πολιτική.

Σήμερα αναμένεται να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης ο Πέδρο Σάντσεθ

Η περίπλοκη αριθμητική σύνθεση του νέου ισπανικού κοινοβουλίου και οι πολιτικές προθέσεις των κομμάτων, έτσι όπως διατυπώθηκαν τις προηγούμενες ημέρες κατά τη συζήτηση για την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση συμμαχίας Σοσιαλιστών (PSOE)-Podemos, προμηνύει μία δύσκολη θητεία για τον πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ.

Εάν δεν υπάρξει κάποια διαρροή την ύστατη στιγμή -ένα 'ταμαγιάθο' όπως το ονομάζουν από το όνομα του πρώην σοσιαλιστή βουλευτή Εδουάρδο Ταμάγιο, που η αποχή του εμπόδισε τον σχηματισμό μίας σοσιαλιστικής τοπικής κυβέρνησης στη Μαδρίτη το 2003-, ο Σάντσεθ ήδη από την πρώτη στιγμή της έγκρισης στην κυβέρνησή του θα βρίσκεται ενώπιον μίας «δαμόκλειου σπάθης».

Γιατί η νέα κυβέρνηση δεν θα έχει μόνο να αντιμετωπίσει μία σκληρή αντιπολίτευση, αλλά κυρίως θα πρέπει να ισορροπεί διαρκώς σε μία αβέβαιη σειρά από ευκαιριακές και συγκρουόμενες μεταξύ τους συμμαχίες, ακόμη και με τους ενδοκυβερνητικούς εταίρους, τους Podemos και την Izquierda Unida, σε μία σειρά από οικονομικά και κοινωνικά θέματα, αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά τη διεθνή πολιτική, με κύριο άξονα την κατάσταση στη Βενεζουέλα.

Ήδη από το βήμα του Κοινοβουλίου, ο Γκαμπριέλ Ρουφιάν, εκπρόσωπος των κεντροαριστερών Καταλανών αυτονομιστών του ERC, που η αποχή των 13 βουλευτών του είναι πολύ κρίσιμη για την ψήφο εμπιστοσύνης στον Σάντσεθ, διεμήνυσε πως «εάν δεν συσταθεί επιτροπή [για διαπραγματεύσεις γύρω από το μέλλον της Καταλονίας], δεν πρόκειται να υπάρξει κυβέρνηση».

Εντός 15νθημέρου θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η πρώτη συνάντηση μεταξύ των κυβερνήσεων του Σάντσεθ και του Καταλανού προέδρου Κιμ Τόρα, με το PSOE να στοχεύει σε μία συμφωνία για βελτίωση της αυτοδιοίκησης στην περιοχή κι ένα νέο καθεστώς της αυτονομίας της, που θα πρέπει πρώτα να εγκριθεί από το κεντρικό Κοινοβούλιο κι έπειτα να τεθεί σε λαϊκή ετυμηγορία. Από την πλευρά του, το ERC διεκδικεί να αποσπάσει έναν συμβιβασμό, που θα επιτρέπει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αυτοδιάθεση της Καταλονίας.

Συνεπώς, η τύχη της κυβέρνησης βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος δύο πολιτικών θέσεων που πόρρω απέχουν μεταξύ τους και εγκυμονούν τον κίνδυνο να διαλύσουν την επισφαλή κυβέρνηση του Σάντσεθ. Εντούτοις, το Καταλανικό δεν είναι η μόνη απειλή για την κυβέρνηση Σάντσεθ, που θα έχει κάθε φορά να αντιμετωπίζει τα φάσματα των πλειοψηφιών για να περάσει τα βασικά νομοσχέδια που καταρτίζουν το πολιτικό της πρόγραμμα. Αφενός, είναι η εκάστοτε πλειοψηφία των 176 βουλευτών στο Κοινοβούλιο για τους νόμους και η υπεροχή κατά δύο τρίτα και στα δύο Σώματα, προκειμένου να ανανεώσει τα διάφορα θεσμικά όργανα, ιδίως στην ανώτατη δικαιοσύνη, που μεταφράζεται σε 210 βουλευτές και Γερουσιαστές.

Η κυβέρνηση Σάντσεθ βρίσκεται ενώπιον μίας κατάστασης παρόμοιας με εκείνη που αντιμετώπισε ο επίσης σοσιαλιστής προκάτοχός του Χοσέ Λουΐς Ροδρίγεθ Θαπατέρο, όταν επιχείρησε να ανανεώσει την ανώτατη δικαιοσύνη. Χωρίς να διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία, βρέθηκε έρμαιο της παρελκυστικής πολιτικής του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ), που κωλυσιέργησε για δύο χρόνια την εκλογή των υποψηφίων. Και σήμερα, δίχως τη σύμφωνη ψήφο των Συντηρητικών, δεν είναι δυνατή η ανανέωση των θεσμικών οργάνων.

Η αδυναμία τούτη θα επιτρέψει στο συντηρητικό στρατόπεδο να διατηρήσει τον σημερινό έλεγχο στα ανώτατα κλιμάκια της δικαιοσύνης, τα οποία δυνητικά θα μπορούσαν να εκπέμψουν αποφάσεις που θα επηρεάζουν την άσκηση της πολιτικής, είτε επιτάσσοντας μέτρα αντίθετα με τις προθέσεις της κυβέρνησης, είτε ακυρώνοντας την επιβολή νόμων και διαταγμάτων της -π.χ. τον εκλογικό νόμο, την καταδίκη του ΡΡ για τα σκάνδαλα διαφθοράς, τις δίκες για την Καταλονία.

Επίσης, η νέα κυβέρνηση θα χρειαστεί τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ψήφων για να εγκριθεί ο προϋπολογισμός του 2020, που αποτελεί και το βασικό έρεισμα για τη σταθερότητά της. Μη λησμονούμε πως αιτία για τις πρόωρες εκλογές του Απριλίου 2019 ήταν ακριβώς η καταψήφιση του προϋπολογισμού, που είχε συμφωνήσει με τους Podemos.

Η έγκρισή του από το νέο Σώμα θα δώσει ένα φιλί ζωής στον Σάντσεθ, επιτρέποντάς του να ασκήσει την πολιτική του χωρίς προσκόμματα. Η άλλη μεγάλη πρόκληση που αντιπροσωπεύει για την κυβέρνηση η σύνθεση του Κοινοβουλίου είναι η μεταρρύθμιση του κώδικα γενικής δικαιοσύνης κι ιδίως της νομοθεσίας για την ασφάλεια του πολίτη (τον επονομαζόμενο και «νόμο-φίμωτρο»). Μολονότι απαιτείται πλειοψηφία, η μεταρρύθμιση τούτη εν γένει θεωρείται πως θα περάσει χωρίς προβλήματα.

Πιο περίπλοκη θα είναι η μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας, που είχε θέσει σε εφαρμογή η προηγούμενη κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι και βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση με τα συνδικάτα και την εργοδοσία. Ήδη οι εργοδοτικές ενώσεις έχουν απορρίψει τα συμβιβαστικά μέτρα που έχουν προτείνει το PSOE κι οι Podemos.

Πάντως, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ, για να περάσουν τα νέα εργατικά μέτρα χρειάζεται απλή πλειοψηφία σε Βουλή και Γερουσία. Μιλώντας για τον Ραχόι, η κυβέρνηση του Σάντσεθ βρίσκεται σε πολύ πιο επισφαλή θέση από εκείνη του συντηρητικού προκατόχου του. Ακόμη κι όταν ο Ραχόι έπεσε μετά την πρόταση μομφής εναντίον του, είχε κατορθώσει να εξασφαλίσει την έγκριση του προϋπολογισμού. Στο σημείο τούτο, η μόνη βεβαιότητα που έχει ο Σάντσεθ είναι πως με βάση την κατανομή των δυνάμεων στο Κοινοβούλιο, ο ηγέτης του ΡΡ Πάβλο Κασάδο είναι αδύνατον να συγκεντρώσει τις 176 ψήφους για να περάσει μία πρόταση μομφής εναντίον του.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v