Την αισιοδοξία της για τον σχηματισμό κυβέρνησης εξέφρασε η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, προσερχόμενη στις επίσημες διαπραγματεύσεις μεταξύ του CDU/CSU και του SPD που ξεκινούν σήμερα, τονίζοντας πως «θα διαπραγματευτούμε γρήγορα» και πως «δημιουργήσαμε ένα καλό πλαίσιο στις διερευνητικές επαφές για να ξεκινήσουν σήμερα οι επίσημες διαπραγματεύσεις», μεταδίδει το Reuters. Όπως υπογράμμισε, «ο κόσμος περιμένει να κινηθούμε προς τον σχηματισμό κυβέρνησης και γι' αυτό είμαι πολύ αισιόδοξη και πολύ αποφασισμένη σ' αυτές τις συζητήσεις να καταλήξουμε σε αποτέλεσμα, και πιστεύω πως είναι εφικτό σε ένα σχετικά διαχειρίσιμο χρονικό πλαίσιο».
Από την πλευρά του, ο επικεφαλής του SPD Μάρτιν Σουλτς δήλωσε πως «θα διαπραγματευτούμε γρήγορα και εποικοδομητικά για τον σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης», σημειώνοντας πως η Ευρώπη «χρειάζεται μια ισχυρή φιλοευρωπαϊκή Γερμανία ενόψει των προκλήσεων από την Αμερική του Τραμπ και την Κίνα».
Οι επικεφαλής των τριών κομμάτων που πρόκειται να συμμετάσχουν στον «μεγάλο συνασπισμό», δηλαδή η Άνγκελα Μέρκελ από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU), ο Χορστ Ζέεχοφερ από τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) και ο Μάρτιν Σουλτς εκ μέρους των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) συναντώνται σήμερα το πρωί, ενώ θα ακολουθήσουν διαβουλεύσεις με ολιγομελείς διαπραγματευτικές ομάδες από τα τρία κόμματα. Πρόθεση όλων είναι να υπάρξουν συγκεκριμένα αποτελέσματα στις επόμενες δύο εβδομάδες, με προοπτική να γίνει η ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης στα τέλη Φεβρουαρίου ή το αργότερο στις αρχές Μαρτίου, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle.
Πάντως οι Σοσιαλδημοκράτες ζητούν αλλαγές και βελτιώσεις στα όσα είχαν συμφωνηθεί μετά τις πρώτες διερευνητικές συνομιλίες τους με το κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ. Μεταξύ άλλων, επιμένουν σε μία πιο γενναιόδωρη πολιτική για τους πρόσφυγες, που θα διευκολύνει την επανένωση οικογενειών σε γερμανικό έδαφος. Επιπλέον προτείνουν σημαντικές αλλαγές στο εργατικό δίκαιο, ώστε να περιοριστούν οι ευέλικτες μορφές εργασίας και «οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου να είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας», όπως αναφέρεται στο προεκλογικό πρόγραμμα του SPD. Ζητούν ακόμη να «τερματιστεί η ιατρική περίθαλψη δύο ταχυτήτων», δηλαδή να εξισωθούν ή τουλάχιστον να μην έχουν μεγάλη διαφορά οι αμοιβές των ιατρών σε δημόσια και ιδιωτικά ασφαλιστικά ταμεία. Από την πλευρά τους, οι Χριστιανοδημοκράτες προτάσσουν θέματα οικονομικής πολιτικής και καινοτομίας, όπως η ψηφιακή οικονομία και η διαμόρφωση ενός νομικού πλαισίου για την τεχνητή νοημοσύνη.
«Δεν δεχόμαστε εκβιασμούς»
Ιδιαίτερα οι σοσιαλδημοκράτες επιμένουν στις βελτιώσεις που κρίνουν απαραίτητες, καθώς το όποιο αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων θα τεθεί στην κρίση των μελών του κόμματος. «Κι εμείς θέλουμε αυτόν τον συνασπισμό, αλλά δεν δεχόμαστε να μας εκβιάζουν και να επικαλούνται συνεχώς το επικείμενο εσωκομματικό δημοψήφισμα» αντιτείνει η Ντοροτέ Μπερ από το κόμμα των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών. Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ πιέζει για τον άμεσο σχηματισμό κυβέρνησης, καθώς συσσωρεύονται πολλές εκκρεμότητες, ιδιαίτερα σε ζητήματα ευρωπαϊκής και διεθνούς πολιτικής. Ο πρόεδρος του SPD Μάρτιν Σουλτς δηλώνει ότι αντιλαμβάνεται μεν το πρόβλημα, αλλά «αν θέλουμε σταθερή κυβέρνηση, τότε η επιμέλεια προέχει της ταχύτητας».
Ο μελλοντικός ρόλος του Μάρτιν Σουλτς δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί. Δεν λείπουν εκείνοι που ζητούν να μην αναλάβει υπουργείο, αλλά να αφοσιωθεί αποκλειστικά στα κομματικά του καθήκοντα και ιδιαίτερα στην ανανέωση του SPD. Αλλά «στο κάτω κάτω, αυτός είναι ο αρχηγός», δηλώνει ο Μίχαελ Γκρόσεκ, επικεφαλής της ισχυρής κομματικής οργάνωσης στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, υπονοώντας σαφώς ότι εναπόκειται στον ίδιο τον Σουλτς να λάβει αποφάσεις για το μέλλον του.
Νέα καθίζηση στις δημοσκοπήσεις
Στο μεταξύ συνεχίζονται οι δυσάρεστες εκπλήξεις των δημοσκοπήσεων για τους Σοσιαλδημοκράτες. Σύμφωνα με σφυγμομέτρηση της Infratest dimap που δημοσιεύει σήμερα το πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης (ARD), το SPD συγκεντρώνει μόλις το 19% των προτιμήσεων. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό από τον Νοέμβριο του 1997. Το «στρατόπεδο» της Άνγκελα Μέρκελ (CDU/CSU) καταγράφεται σταθερά στο 33%, ενώ η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) παραμένει τρίτο κόμμα με 12%.