Οι προσπάθειες της Γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ να σχηματίσει μια κυβέρνηση συνασπισμού τεσσάρων κομμάτων και να εξασφαλίσει μια τέταρτη συναπτή θητεία στο αξίωμα δέχθηκαν βαρύ πλήγμα, όταν το ένα από τα κόμματα που συμμετείχε στις διερευνητικές συνομιλίες, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), αποφάσισε απροσδόκητα να αποχωρήσει από τη διαδικασία, πυροδοτώντας μια πολιτική κρίση στη Γερμανία.
Η κα Μέρκελ δήλωσε λίγη ώρα μετά την αποχώρηση του FDP από τις διερευνητικές συνομιλίες ότι το πρωί θα ενημερώσει τον Γερμανό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ ότι δεν μπορεί πλέον να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό.
Η εξέλιξη φέρνει τη Γερμανία μπροστά σε δύο επιλογές χωρίς προηγούμενο στη μεταπολεμική εποχή: είτε η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) θα σχηματίσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας με τους Πράσινους, είτε ο πρόεδρος θα προκηρύξει νέες, πρόωρες εκλογές αφού τα κόμματα δεν μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), ο ήσσων εταίρος στην απερχόμενη κυβέρνηση της Μέρκελ, που κατέλαβαν τη δεύτερη θέση στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, απέκλεισαν το ενδεχόμενο επανάληψης του σχηματισμού μεγάλου συνασπισμού μαζί με τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Χριστιανοκοινωνιστές.
«Είναι μια ημέρα βαθιάς περισυλλογής για το πώς θα προχωρήσει η Γερμανία», δήλωσε μια εμφανώς κουρασμένη Μέρκελ στους δημοσιογράφους, πριν προσθέσει ότι «ως καγκελάριος, θα κάνω τα πάντα για να εγγυηθώ πως αυτή η χώρα θα κυβερνηθεί καλά τις δύσκολες εβδομάδες που θα έλθουν» και θα ξεπεράσει την -για πολλούς, απροσδόκητη- πολιτική κρίση.
Το ευρώ υποχωρούσε έναντι του ιαπωνικού γεν και του αμερικανικού δολαρίου στις ασιατικές αγορές λίγη ώρα αφού ο επικεφαλής του νεοφιλελεύθερου FDP Κρίστιαν Λίντνερ ανακοίνωσε, περί τη 01:00 (ώρα Ελλάδας) ότι το κόμμα αποσύρεται από τις συνομιλίες, διότι δεν βρέθηκε κοινός τόπος για ζητήματα-κλειδιά.
Χθες «δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος, αντιθέτως είχαμε οπισθοδρομήσεις, διότι αμφισβητήθηκαν συγκεκριμένοι συμβιβασμοί», είπε ο Λίντνερ στους δημοσιογράφους. «Είναι καλύτερα να μην κυβερνήσουμε από το να κυβερνήσουμε με λάθος τρόπο. Αντίο!».
Οπως μεταδίδει το ΑΠΕ, τα τέσσερα κόμματα πάσχιζαν επί τέσσερις εβδομάδες και πλέον να γεφυρώσουν τις διαφορές τους σε ζητήματα όπως το προσφυγικό, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι δημόσιες δαπάνες, η φορολογία. Ένα από τα μείζονα ζητήματα που προκαλούσαν τριβές ήταν η απαίτηση της CSU να τεθεί όριο στον αριθμό των αιτούντων άσυλο που υποδέχεται η Γερμανία κάθε χρόνο, στην οποία εναντιώνονταν οι Πράσινοι.
Ο Λίντνερ δήλωσε ότι πέρα από τα μείζονα ζητήματα στα οποία υπήρχαν διαφωνίες, τα κόμματα δεν μπόρεσαν να οικοδομήσουν επαρκή αμοιβαία εμπιστοσύνη, κάτι που θεωρούσε προϋπόθεση ώστε η επόμενη κυβέρνηση να παραμείνει σταθερή καθ' όλη την τετραετή κοινοβουλευτική περίοδο.
Πράσινοι: Το FDP δεν ήθελε την «Τζαμάικα», την κατέστρεψε και την απέρριψε
Η «Τζαμάικα» καταστράφηκε και απορρίφθηκε από τους Φιλελεύθερους (FDP), δήλωσε ο συμπρόεδρος των Πρασίνων Τζεμ Έζντεμιρ, αναφερόμενος στην αποχώρηση του FDP από τις διερευνητικές συνομιλίες, ενώ τόνισε ότι «οι Φιλελεύθεροι δεν ήθελαν τον συνασπισμό».
«Πρέπει σήμερα να διαπιστώσουμε ότι ο μοναδικός συνασπισμός που ήταν εφικτός μετά τις εκλογές δεν ήταν επιθυμητός από το ένα κόμμα το οποίο διαπραγματευόταν μαζί μας. Η κουλτούρα του συμβιβασμού είναι στοιχειώδης για μια λειτουργούσα δημοκρατία», έγραψε ο Έζντεμιρ αμέσως μετά στον λογαριασμό του στο Twitter.
Από την πλευρά της, η έτερη συμπρόεδρος Κάτριν Γκέρινγκ-Έκαρτ εξέφρασε την πεποίθηση ότι η συμφωνία ήταν εφικτή. «Δεν χρειαζόμασταν πολύ χρόνο ακόμη», δήλωσε, για να σημειώσει ότι ήταν σαφές ότι δεν επρόκειτο να ήταν εύκολη υπόθεση, αλλά οι Πράσινοι ήθελαν να κάνουν τα πάντα προκειμένου αυτός ο συνασπισμός να λειτουργήσει. «Αποτελεί πολιτική ευθύνη να είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε. Είμαι πεπεισμένη ότι η συμμαχία ήταν εφικτή. Απείχαμε μόνο σε κάποια σημεία ο ένας από τον άλλον. Και σε πολλά σημεία ήμασταν πιο κοντά από ό,τι θα πίστευε κανείς. Στη μετανάστευση, στο κλίμα, στη γεωργία», κατέληξε.
Ζεεχόφερ: Βρισκόμασταν κοντά σε συμφωνία, ακόμη και στο μεταναστευτικό
«Το FDP απόψε τα παράτησε, είναι κρίμα. Αυτό την ίδια στιγμή συνεπάγεται μια επιβάρυνση για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας», τόνισε ο αρχηγός των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) Χορστ Ζεεχόφερ και συμπλήρωσε ότι «σε όλα τα θέματα τα οποία τέθηκαν, είχαμε ήδη καταλήξει σε συνεννόηση -όπως και στη γεωργία. Επρόκειτο για αξιοσημείωτο αποτέλεσμα».
«Και σε πολλά άλλα θέματα βρισκόμασταν κοντά σε αποτέλεσμα. Το τονίζω, ακόμη και στο θέμα της μετανάστευσης. Κι εκεί θα ήταν εφικτή μια συμφωνία. Είναι κρίμα ότι δεν κατέστη δυνατόν να φτάσουμε ως το τέλος σε κάτι που βρισκόταν πολύ κοντά», επέμεινε ο Βαυαρός πρωθυπουργός και ευχαρίστησε την καγκελάριο για τον τρόπο που χειρίστηκε τις διαπραγματεύσεις και τη μεγάλη προσφορά της σε αυτές.
Η κατάσταση για το SPD «δεν άλλαξε» με την αποτυχία των διερευνητικών
Εν τω μεταξύ, σταθεροί στη θέση τους να μη συμμετάσχουν σε κυβέρνηση συνεργασίας παραμένουν οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), μετά την αποτυχία των διερευνητικών συνομιλιών για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού «Τζαμάικα».
Σε ανάρτησή του στο Twitter, ο αντιπρόεδρος του κόμματος Ραλφ Στέγκνερ τόνισε πριν από λίγο ότι η αποτυχία των διερευνητικών «δεν αλλάζει την κατάσταση για το SPD». Εξήγησε ότι «το αποτέλεσμα των εκλογών για το SPD δεν άλλαξε με τις διερευνητικές διαπραγματεύσεις διάρκειας εβδομάδων και με τις δηλώσεις των άλλων κομμάτων».
Σημειώνεται πως το γερμανικό βιομηχανικό και εμπορικό επιμελητήριο (DIHK) έκρινε ότι μια παρατεταμένη περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας θα ζημιώσει τη γερμανική οικονομία.
«Υπάρχει ο κίνδυνος, η δουλειά στα μείζονα θέματα για το μέλλον της χώρας μας να καθυστερήσει για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο», προειδοποίησε ο πρόεδρος του επιμελητηρίου Ερικ Σβάιτσερ, σε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. «Οι γερμανικές εταιρείες πρέπει τώρα να προετοιμαστούν για μια πιθανόν μακρά περίοδο αβεβαιότητας. Αυτό είναι πάντα δύσκολο για την οικονομία».
Η 63χρονη Μέρκελ, στην εξουσία από το 2005, είδε την ισχύ της να μειώνεται όταν ψηφοφόροι εξοργισμένοι για την απόφασή της να ανοίξει τα σύνορα της Γερμανίας το 2015 και να επιτρέψει την έλευση ενός εκατομμυρίου και πλέον προσφύγων μέσα σε δύο χρόνια τιμώρησαν τα κυβερνητικά κόμματα, πολλοί επιλέγοντας να ψηφίσουν το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Η ανησυχία αρκετών είναι ότι εάν προκηρυχθούν νέες εκλογές, η AfD θα καταλάβει ποσοστό ακόμη υψηλότερο από το σχεδόν 13% που απέσπασε τον Σεπτέμβριο.
Η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στη Γερμανία ενδέχεται να έχει επιπτώσεις για πολλά ζητήματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, από τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη ως την πολιτική της ΕΕ έναντι της Ρωσίας και της Τουρκίας.