Οι επενδυτές μετέφεραν το συγκλονιστικό ποσό των 92 δισ. δολαρίων στα ETFs στη διάρκεια του τρίτου τριμήνου του 2016. Σύμφωνα με έκθεση της UBS, πρόκειται για ένα από υψηλότερα συνολικά ποσά τριμήνου στην ιστορία.
Στα τέλη της περιόδου από 1η Ιουλίου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου, τα 1.743 εισηγμένα ETFs στις Ηνωμένες Πολιτείες, κατείχαν περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 2,4 τρισ. δολαρίων. Μέχρι στιγμής φέτος, οι επενδυτές έχουν μετακινήσει πάνω από 150 δισ. δολάρια στα ETFs.
Με αυτό το ρυθμό, το 2016 θα είναι η τρίτη συνεχόμενη χρονιά κατά την οποία τα ETFs βλέπουν τα περιουσιακά στοιχεία που διαχειρίζονται να αυξάνονται κατά πάνω από 200 δισ. δολάρια.
Στη διάρκεια του τριμήνου, οι μετοχές παρέμειναν η πιο δημοφιλής κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, αντιστοιχώντας στο 76% των συνολικών υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων στο τέλος του τριμήνου.
Τα λεγόμενα «smart beta» αποδείχθηκαν όλο και πιο δημοφιλή. Βάσει των υπολογισμών της UBS, υπάρχουν πλέον πάνω από 548 smart beta funds με περιουσιακά στοιχεία σχεδόν 300 δισ. δολαρίων, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 12% των συνολικών περιουσιακών στοιχείων των ETFs.
Αν και αντιπροσωπεύουν μόνο περίπου το 1% των συνολικών περιουσιακών στοιχείων, τα Actively Managed ETFs επίσης εμφάνισαν κάποια ανάπτυξη, με τα συνολικά υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία να ενισχύονται σε 27 δισ. δολάρια το τρίτο τρίμηνο.
Όπως σημειώνει το MarketWatch, δεν είχαν όλοι οι τύποι funds εισροές. Οι επενδυτές απέσυραν περίπου τα μισά από τα 45 δισ. που τοποθέτησαν στα ETFs νομισμάτων πέρυσι.
Σε γενικές γραμμές, τους επενδυτές έχουν προσελκύσει τα ETFs με σχετικά χαμηλότερες προμήθειες και αυξανόμενο σκεπτικισμό απέναντι στην ενεργή διαχείριση χαρτοφυλακίου (active management), καθώς πολλοί διαχειριστές δυσκολεύονται να ξεπεράσουν σε επιδόσεις τους δείκτες αναφοράς, εξήγησε ο David Perlman, στρατηγικός αναλυτής ETFs στην UBS και συντάκτης της έκθεσης.
Πάντως, αν και τα ETFs έχουν δει ανάπτυξη στα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία τα τελευταία 15 χρόνια –έχουν διπλασιαστεί από το 2011 και μετά-, μέχρι τα τέλη του δεύτερου εξαμήνου φέτος, αντιστοιχούσαν μόνο στο 17% των επενδύσεων σε αμοιβαία κεφάλαια.