Η ΕΚΤ έθεσε χθες σε εφαρμογή το εκτεταμένο πρόγραμμα αγοράς ευρωπαϊκών ομολόγων, διαθέτοντας μέχρι και το 2017 συνολικό κεφάλαιο που υπερβαίνει το 1 τρις ευρώ. Η ευρωτράπεζα σχεδιάζει να προβεί σε αγορά χρέους των κρατών της ευρωζώνης αλλά και δημόσιων θεσμικών οργανισμών, όπως είναι η ΕΤΕπ ή η γερμανική Κρατική Επενδυτική Τράπεζα KfW. Πρόκειται για ομόλογα με σταθερή περίοδο ωρίμανσης και σταθερά επιτόκια. Καθότι απαγορεύεται η απευθείας χρηματοδότηση κρατών εκ μέρους της ΕΚΤ, η τελευταία μπορεί να προβεί σε αγορές ομολόγων μόνο στη δευτερογενή αγορά, δηλαδή από τράπεζες ή θεσμικούς επενδυτές. Η αύξηση της ζήτησης των ομολόγων θα οδηγήσει σε αύξηση της αξίας τους και -δεδομένου του σταθερού επιτοκίου- σε μείωση της απόδοσής τους, σύμφωνα με την Deutsche Welle.
Περισσότερες επενδύσεις στην πραγματική οικονομία;
Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος δεν συμμετέχουν σε πρώτη φάση στο πρόγραμμα της ΕΚΤ λόγω εκκρεμοτήτων στα προγράμματα στήριξης που ακολουθούν. Στόχος του φιλόδοξου προγράμματος της ΕΚΤ είναι η καταπολέμηση των αποπληθωριστικών τάσεων στην ευρωζώνη. Ο πληθωρισμός αναμένεται να κινηθεί φέτος κοντά στο 0%, πολύ μακριά από το στόχο του 2%. Επιπλέον, η ΕΚΤ επιθυμεί να βελτιώσει τους όρους δανεισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, κάτι που επιτυγχάνεται συνήθως μέσω της μείωσης του βασικού επιτοκίου. Ωστόσο, παρότι το βασικό επιτόκιο έχει οριστεί στο ιστορικό χαμηλό του 0,05% χωρίς να φέρει ορατά αποτελέσματα, η ΕΚΤ ελπίζει να πετύχει περισσότερα μέσω της εκτεταμένης αγοράς ομολόγων.
Όπως εξηγεί ο Κιθ Κούστερ, οικονομολόγος του Πανεπιστημίου της Βόννης, «αν προκληθεί αύξηση της τιμής των ομολόγων τότε οι επενδυτές θα στραφούν πιθανόν σε άλλες μορφές επενδύσεων, για παράδειγμα σε δάνεια για επιχειρήσεις. Ενδέχεται τα νοικοκυριά να αυξήσουν τη ζήτηση για ακίνητα. Και αυτή η ζήτηση θα χρηματοδοτηθεί αργά ή γρήγορα μέσω δανεισμού».
Σύμφωνα με τον κ. Κούστερ, ο οποίος εργάστηκε στο παρελθόν στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) αλλά και στην ΕΚΤ, οι επενδυτές ενδέχεται να διοχετεύσουν περισσότερα χρήματα στην πραγματική οικονομία ή σε δάνεια για επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Η ΕΚΤ ελπίζει ότι με αυτόν τον τρόπο θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Οι φορολογούμενοι θα επωμιστούν ενδεχόμενες απώλειες
Πάντως, ορισμένοι αναλυτές, όπως ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank Γιέργκ Κρέμερ, εκτιμούν ότι τα χρήματα που θα διοχετεύσει η ΕΚΤ στην αγορά «δεν πρόκειται να αυξήσουν τη χορήγηση δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά σε πολλές χώρες της ευρωζώνης». Σύμφωνα με τον γερμανό ειδικό, οι τράπεζες θα παραμείνουν επιφυλακτικές έναντι των δανείων στην προσπάθειά τους να αυξήσουν τα ίδια κεφάλαιά τους.
Παρά τις αμφιβολίες που διατυπώνουν αρκετοί ειδικοί για την αποτελεσματικότητα του προγράμματος της ΕΚΤ, ο Κιθ Κούστερ εκτιμά ότι αργά ή γρήγορα η ευρωτράπεζα θα κατορθώσει να αυξήσει τον πληθωρισμό κοντά στο επιδιωκόμενο επίπεδο του 2%, δεδομένου ότι τα κεφάλαια που μπορεί να διαθέσει είναι θεωρητικά απεριόριστα. Όπως εκτιμά ο γερμανός οικονομολόγος, «όπως σε κάθε αγορά υπάρχει ο κίνδυνος αυτό που αγοράζει κανείς να μην έχει αξία. Τις σχετικές απώλειες θα τις επωμιστεί μετά ο φορολογούμενος».
Ήδη από την ημέρα που ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε την πρόθεσή του να εφαρμόσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, η ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου άρχισε να υποχωρεί. Το κοινό νόμισμα επανήλθε στα επίπεδα του 2003. «Το νόημα ενός προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης είναι βεβαίως η πτώση της ισοτιμίας. Πρόκειται για σκόπιμη επενέργεια», εξηγεί ο Κιθ Κούστερ, επισημαίνοντας ότι για τους τομείς της οικονομίας με εξαγωγικό προσανατολισμό η εξασθένηση του ευρώ λειτουργεί σαν πρόγραμμα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας.