Στις περιοχές του Ιράκ και της Συρίας που έχουν καταληφθεί από τους τζιχαντιστές, το Ισλαμικό Κράτος έχει θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο για να στηθούν οιονεί κρατικές δομές - υπουργεία, δικαστήρια και ένα υποτυπώδες σύστημα φορολόγησης.
Η πολιτική του IS έχει ένα σταθερό και επαναλαμβανόμενο μοτίβο, από το 2013 όταν είχε καταλάβει τις πρώτες πόλεις της Συρίας.
Μετά την ανάληψη του ελέγχου της πόλης εξασφαλίζει γρήγορα τον έλεγχο στο νερό, στο αλεύρι και στα καύσιμα της περιοχής και οργανώνει τη διανομή τους με προφανή στόχο να καταστήσει τον τοπικό πληθυσμό πλήρως εξαρτημένο.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια παραδοσιακή πολεμική οικονομία.
«Μόλις είχαμε για μια ώρα ηλεκτρικό, οι τιμές των τροφίμων έχουν εκτιναχθεί και λείπουν τα φάρμακα» λέει ένας καθηγητής κολεγίου που ζει στη Μοσούλη που βρίσκεται στον έλεγχο του χαλιφάτου. Στην πόλη έχει επιβληθεί το πλήρες πέπλο για τις γυναίκες και σκληρές σωματικές τιμωρίες για 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους που αγωνίζονται για την άμεση καθημερινή επιβίωση.
«Υπάρχει μια ασφυκτική κρίση. Οι τιμές έχουν ανέβει πολύ και όσοι δεν έχουν μισθούς φοβούνται ότι θα πεθαίνουν από την πείνα», δήλωσε μία γυναίκα η οποία θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία της. Ας σημειωθεί ότι παρά το γεγονός ότι τα καταστήματα παραμένουν ανοικτά, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι το υψηλό κόστος των τροφίμων.
Η ίδια και ο σύζυγός της, δημόσιοι υπάλληλοι και οι δύο, εξακολουθούν να πληρώνονται και έτσι εξασφαλίζουν την ινσουλίνη που χρειάζεται ένας από τους γιους τους. Άλλοι δεν είναι τόσο τυχεροί.
Μόλις δύο μέρες μετά την κατάληψη της πόλης, τα μεγάφωνα από τα τζαμιά άρχισαν να μεταδίδουν τον νέο νόμο της πόλης ο οποίος ήταν σύμφωνος με τον ισλαμικό νόμο (Σαρία). Απαγορεύσεις στο αλκοόλ, στο κάπνισμα αλλά και σωματικές τιμωρίες, όπως ο ακρωτηριασμός των χεριών των κλεφτών, ο λιθοβολισμός των μοιχών και το σημαντικότερο: οι γυναίκες θα πρέπει να ντύνονται αξιοπρεπώς, ένας ευφημισμός για το πλήρες πέπλο που καλύπτει το πρόσωπο (νικάμπ), και να κυκλοφορούν στο δρόμο με τη συνοδεία άνδρα. Επίσης, έχει απαγορευτεί στις γυναίκες να εργάζονται έξω από το σπίτι, εκτός από τις γυναικολόγους και τις νοσηλεύτριες.
Οι κανόνες θυμίζουν το μοντέλο που οι Ταλιμπάν επέβαλαν στο Αφγανιστάν. Η καθημερινότητα είναι δραματική. Το νερό της βρύσης διανέμεται δύο φορές την ημέρα. Το διαδίκτυο είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο. Δεν υπάρχει τηλεόραση ή δορυφόρος που είναι χρήσιμα για πληροφορίες.
Εκτιμάται ότι το ένα τέταρτο των δύο εκατομμυρίων κατοίκων της Μοσούλης επέλεξε να φύγει. Πρόκειται για χριστιανούς αλλά και ανθρώπους άλλων μειονοτήτων, στους οποίους οι τζιχαντιστές είχαν δώσει τη δυνατότητα είτε να ασπαστούν το Ισλάμ είτε να πληρώσουν έναν ειδικό φόρο είτε να πεθάνουν, κάτι που ο ΟΗΕ το εξομοιώνει με πράξη εθνοτικού και θρησκευτικού διωγμού.