Σε αυτήν τη συνάντηση της G20 τα βασικά θέματα συζήτησης δεν είναι μεν επείγοντα, αλλά είναι εξίσου κρίσιμα και σημαντικά. Είναι η πρώτη φορά που οι ηγέτες της συναντώνται μετά από τρία χρόνια χωρίς να υπάρχει η αίσθηση της ανάγκης για επείγουσα δράση. Προβλήματα, όμως, υπάρχουν όπως επίσης κι έντονες διαφωνίες και αντιπαλότητες. Και αυτήν τη φορά η διαμάχη είναι μεταξύ των αναπτυσσόμενων κρατών και της Fed.
Επί τάπητος βρίσκεται η πρόθεση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ να προχωρήσει σε μείωση της αντισυμβατικής νομισματικής πολιτικής. Ο ίδιος ο Μπεν Μπερνάνκε έχει δηλώσει ότι πρόθεση είναι να μειωθεί η τεράστια ρευστότητα που δίνεται από τη Fed στις αγορές. Προχώρησε ένα βήμα παραπέρα λέγοντας πως η επιβράδυνση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης θα εξαρτηθεί από την πορεία της αγοράς εργασίας (το ποσοστό ανεργίας στις ΗΠΑ ανακοινώνεται αύριο Παρασκευή).
Οι αντιδράσεις, όμως, είναι έντονες και προέρχονται από όλες τις πλευρές. Ο υφυπουργός Οικονομικών της Κίνας κ. Ζου δηλώνει ότι η απομάκρυνση της ρευστότητας από τη Fed "θα επιφέρει σημαντικό παγκόσμιο αντίκτυπο". "Δεν είναι η ώρα για αλαζονική συμπεριφορά, ενώ τα διαρθρωτικά προβλήματα στην Ευρώπη ακόμη δεν έχουν λυθεί", δήλωσε. Υποστήριξε ότι η επιβράδυνση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης από τη Fed πυροδοτεί φυγή κεφαλαίων, υποτιμήσεις νομισμάτων, αλλά και οι αναδυόμενες αγορές έχουν διαρθρωτικά προβλήματα.
Η G20 άλλωστε ξεκινά ενώ οι αναδυόμενες χώρες βλέπουν τα νομίσματά τους να βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση: η ινδική ρουπία έχει χάσει το ένα τέταρτο της αξίας της από την αρχή του 2013, το βραζιλιάνικο ρεάλ 15% και το ρωσικό ρούβλι 10%.
Παρόμοια ήταν και η στάση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Σε έκθεσή του που θα παρουσιαστεί στην G20, και την οποία αποκαλύπτει το πρακτορείο Reuters, το ΔΝΤ διατυπώνει σαφείς προειδοποιήσεις για τις επόμενες κινήσεις της Fed. Αναφέρει ότι η στροφή πολιτικής από τη Fed θα προκαλέσει κίνδυνο επιβράδυνσης για τις αναπτυσσόμενες αγορές. Τονίζει πως η αμερικανική οικονομία είναι η κινητήριος δύναμη για την παγκόσμια ανάπτυξη, ότι οι αναδυόμενες είναι ευάλωτες στις κινήσεις της Fed και αποκαλύπτει πως προχωρά σε υποβάθμιση των προβλέψεών του γι' αυτές.
"Οι αξιωματούχοι θα πρέπει να επιτρέψουν στις συναλλαγματικές ισοτιμίες να αντιδράσουν στην αλλαγή των θεμελιωδών οικονομικών μεγεθών, αλλά πρέπει να εξασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρξει ο κίνδυνος άτακτης προσαρμογής, όπου περιλαμβάνεται και η παρέμβαση για την εξομάλυνση της υπερβολικής αστάθειας", αναφέρει το ΔΝΤ.
Στο ίδιο κλίμα κινήθηκαν και οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών της Ινδονησίας, ο οποίος κάλεσε την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της καθώς ελλοχεύουν κίνδυνοι για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Μιλώντας στους Financial Times, ο Chatib Basri επέκρινε την "έλλειψη διαφάνειας στη διαδικασία" και τόνισε: "Ζούμε σε έναν κόσμο αλληλεξάρτησης, γι' αυτό το συγκεκριμένο θέμα χρειάζεται να συζητηθεί με καλύτερο τρόπο".
"Οι αναδυόμενες αγορές από την Ινδονησία ως τη Βραζιλία έχουν υποστεί έντονο sell off, που πυροδοτήθηκε από τις προσδοκίες για άμεση μείωση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της Fed", σχολιάζουν οι F.T. και συμπληρώνουν: "Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης των ΗΠΑ είχε οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα τις τιμές των διεθνών τίτλων, ειδικότερα εκείνων με ισχυρές αποδόσεις, των πιο επικίνδυνων αναδυόμενων οικονομιών, μειώνοντας το κόστος δανεισμού".
Οι κινήσεις της Fed είναι μία μόνο από τις διαφωνίες που θα τεθούν επί τάπητος σε αυτήν την G20, όπου γενικότερα το κλίμα δεν είναι και τόσο θετικό. Ο κ. Ζου δήλωσε πως σε αυτήν τη σύνοδο το καθήκων των συμμετεχόντων δεν είναι να δημιουργηθεί ένα πλάνο διάσωσης της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά "να ενισχυθεί ο συντονισμός της οικονομικής πολιτικής".
Εν μέσω της κρίσης στη Συρία και της κατάστασης των οικονομικών των αναπτυσσόμενων χωρών, σε αυτήν τη σύνοδο ίσως καταγράφονται "οι περισσότερες διαφωνίες από ποτέ", σχολίασε ο Κρις Ουίφερ, οικονομολόγος της εταιρίας συμβούλων Macro Advisory.
Πολλοί μάλιστα κάνουν λόγο και για την κακή χημεία μεταξύ του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και του Αμερικανού ομολόγου του Μπαράκ Ομπάμα, που δυναμιτίζει το κλίμα συνεργασίας. Ανοιχτό παραμένει αν θα πραγματοποιηθεί τελικά η κατ΄ ιδίαν συνάντηση των δύο ανδρών, η οποία ακυρώθηκε από τον Λευκό Οίκο με αφορμή τη γνωστή υπόθεση του πρώην συνεργάτη των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών NSA, Έντουαρντ Σνόουντεν.
Οι διαφωνίες για τη Συρία
Εν όψει της συνόδου, η καγκελάριος Μέρκελ δήλωσε σε βιντεοσκοπημένο της μήνυμα: "Τη σύνοδο θα την απασχολήσουν κυρίως οικονομικά θέματα, αλλά και η ανάπτυξη. Στη σύνοδο της G20 στην Κορέα πριν από τρία χρόνια είχαμε καταλήξει στο ότι μόνο όταν οι πιο φτωχές χώρες αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τη φτώχεια θα αναπτυχθεί η παγκόσμια οικονομία. Παράλληλα, θα μας απασχολήσουν σίγουρα και διεθνή ζητήματα, όπως το συριακό".
Ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ υπενθύμισε τη Δευτέρα ότι "η G20 δημιουργήθηκε για να επιλύονται οικονομικά και χρηματοπιστωτικά προβλήματα", προσθέτοντας ότι "η Συρία δεν βρίσκεται στην ατζέντα της συνόδου της Αγίας Πετρούπολης". Παρ' όλα αυτά, ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας αναγνώρισε πως "οποιοσδήποτε πολιτικός ηγέτης μπορεί να θέσει το ζήτημα αυτό. Είμαστε έτοιμοι για μια τέτοια συζήτηση". Το Σάββατο, ο Βλαντιμίρ Πούτιν είχε κρίνει ότι η G20 αποτελεί ένα καλό πεδίο για να συζητηθεί η κρίση στη Συρία, αν και τόνισε ότι ασφαλώς "δεν μπορεί να αντικαταστήσει το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ". "Γιατί να μην επωφεληθούμε;», αναρωτήθηκε.
Ο οικοδεσπότης της συνόδου παραμένει ένας από τους βασικούς υποστηρικτές του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσαντ, καθώς η Ρωσία τα τελευταία δύο χρόνια έχει εμποδίσει την κύρωση οποιασδήποτε απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, μαζί με την Κίνα. Χθες η Μόσχα ανέφερε ότι ανησυχεί έντονα για το ενδεχόμενο μονομερούς ανάληψης στρατιωτικής δράσης από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες.
Η Ρωσία δεν άλλαξε στάση αφού πολλές δυτικές δυνάμεις κατηγόρησαν τη συριακή κυβέρνηση ότι χρησιμοποίησε χημικά σε μία επίθεση η οποία στοίχισε τη ζωή σε εκατοντάδες ανθρώπους την 21η Αυγούστου σε προάστιο της Δαμασκού, επιχειρηματολογώντας ότι δεν είναι πειστικά τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία έχουν παρουσιαστεί ως σήμερα.
Η ρωσική θέση ενισχύθηκε μετά την απόρριψη της συμμετοχής της Βρετανίας στη στρατιωτική επέμβαση από τη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά και την ανακοίνωση του προέδρου των ΗΠΑ ότι θα ζητήσει την έγκριση του αμερικανικού Κογκρέσου, το οποίο είναι κλειστό ως την 9η Σεπτεμβρίου.
"Δεν βλέπω πώς θα μπορούσαν να συμφωνήσουν οι ηγέτες σχετικά με τη Συρία", σχολίασε ο Σεργκέι Καραγκανόφ της σχολής Οικονομίας και Διεθνούς Πολιτικής του Πανεπιστημίου της Μόσχας. Κατά τον ίδιο, η σύνοδος δεν θα αποβεί σε συμφωνία για κανένα σημαντικό θέμα.