Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να επικαλούνται την εθνική ασφάλεια ως λευκή επιταγή για να δικαιολογούν τη χρήση κακόβουλου λογισμικού, αναφέρει έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είδε το Politico.
Οι κυβερνήσεις που αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν λογισμικό κατασκοπείας, όπως το Pegasus της NSO Group, «δεν μπορούν να ασκούν τις ευθύνες τους με τρόπο που υπονομεύει την αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας της ΕΕ» για την προστασία των δεδομένων και την ιδιωτική ζωή, αναφέρει προσχέδιο ανακοίνωσης που συντάχθηκε ως απάντηση σε έκθεση της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα spyware.
Η εθνική ασφάλεια έχει χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογία από ορισμένες κυβερνήσεις της ΕΕ που χρησιμοποίησαν λογισμικό υποκλοπών για τη συλλογή πληροφοριών από τηλέφωνα και άλλες συσκευές που ανήκουν σε δικηγόρους, δημοσιογράφους, ακόμη και πολιτικούς της αντιπολίτευσης.
Στην Ισπανία, τουλάχιστον 65 Καταλανοί αυτονομιστές πολιτικοί έχουν γίνει στόχος spyware. Στην Ελλάδα, σκάνδαλο ξέσπασε όταν η κυβέρνηση αναγνώρισε ότι είχε υποκλέψει το τηλέφωνο πολιτικού αρχηγού της αντιπολίτευσης. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις χρήσης κακόβουλου λογισμικού κατά ακτιβιστών και δημοσιογράφων στην Πολωνία και την Ουγγαρία, αναφέρει το Politico.
Με το έγγραφο, όταν οριστικοποιηθεί, θα είναι η πρώτη φορά που η Επιτροπή λαμβάνει θέση για τα λογισμικά υποκλοπών. Αρχικά είχε προγραμματιστεί η δημοσίευσή του για τον Ιούνιο, αλλά η ημερομηνία μετατέθηκε, είπαν δύο αξιωματούχοι της Επιτροπής υπό τον όρο της ανωνυμίας.
Η Επιτροπή, ωστόσο, βλέπει χώρο για χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού. «Όταν υπόκειται σε κατάλληλες συνθήκες και διασφαλίσεις, η χρήση λογισμικού παρακολούθησης από τις αρχές εθνικής ασφάλειας ή επιβολής του νόμου μπορεί να χρησιμεύσει για την προστασία σημαντικών στόχων γενικού δημόσιου συμφέροντος σε μια δημοκρατική κοινωνία», αναφέρεται στο έγγραφο.
«Παρ' όλα αυτά, η ακατάλληλη χρήση του μπορεί να υπονομεύσει ή ακόμη και να καταστρέψει την εύρυθμη λειτουργία των δημοκρατικών διαδικασιών υπό τον μανδύα της υπεράσπισής τους […] Το λογισμικό επιτήρησης οδηγεί σε σοβαρή παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα και ως εκ τούτου πρέπει να ελέγχεται αυστηρά», αναφέρεται.
Ωστόσο, «το γεγονός και μόνο ότι διακυβεύεται η εθνική ασφάλεια δεν καθιστά ανεφάρμοστο το δίκαιο της ΕΕ», προστίθεται.
Ενώ η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει εκδώσει μαύρη λίστα με ορισμένες εταιρείες spyware, η Επιτροπή δεν έχει ακόμη ανταποκριθεί στην έκκληση του Κοινοβουλίου να εκπονήσει νομοθετική πρόταση ή να επιπλήξει χώρες για κακή χρήση της τεχνολογίας.
Το προσχέδιο προτείνει αρκετές «ελάχιστες διασφαλίσεις και προϋποθέσεις» που θα πρέπει να εφαρμοστούν «ανεξαρτήτως του σκοπού της επιτήρησης».
Για παράδειγμα, τη διασφάλιση ότι ένα δικαστήριο ή ανεξάρτητο όργανο έχει εξουσιοδοτήσει εκ των προτέρων για την παρακολούθηση, αποκλείοντας τη χρήση spyware σε δημοσιογράφους και άλλους. Επίσης, απαιτούνται έλεγχοι σχετικά με τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, καθώς και έγκυροι λόγοι παρακολούθησης. Προτείνεται επίσης η ενημέρωση των ατόμων που βρέθηκαν υπό παρακολούθηση.
«Αναμφισβήτητα ένα από τα πιο σημαντικά δικαιώματα των ατόμων είναι το δικαίωμα να ειδοποιούνται ότι υπόκεινται στη χρήση λογισμικού παρακολούθησης μόλις περάσει η απειλή που προκάλεσε τη χρήση του», αναφέρεται.
Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η χρήση spyware για την επιβολή του νόμου θα πρέπει να περιοριστεί σε σοβαρά εγκλήματα, όπως η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, οι δολοφονίες, το ξέπλυμα χρήματος, η διακίνηση ναρκωτικών και η διαφθορά. Οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να «διαστρεβλώσουν» την έννοια του σοβαρού εγκλήματος για να αποκλίνουν από το δίκαιο της ΕΕ.
«Το εύρος των απαιτήσεων που σχετίζονται με τη διατήρηση της εθνικής ασφάλειας δεν μπορεί να καθοριστεί μονομερώς από κάθε κράτος μέλος, χωρίς κανέναν έλεγχο από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ», αναφέρεται στο έγγραφο.
Καραμέρος: «Συνώνυμη των υποκλοπών η κυβέρνηση Μητσοτάκη και με τη βούλα της ΕΕ
Με αφορμή το έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είδε το φως της δημοσιότητας σχετικά με την ευρεία χρήση κατασκοπευτικών λογισμικών από κράτη-μέλη της ΕΕ, με πρόφαση κατά κανόνα λόγους εθνικής ασφάλειας, ο βουλευτής Α’ Ανατολικής Αττικής και Τομεάρχης Ψηφιακής Διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Γιώργος Καραμέρος δήλωσε:
«Το έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ζητά αυστηρότερη χρήση κατασκοπευτικών λογισμικών από τα κράτη-μέλη επαναφέρει στην τάξη των πραγμάτων όσες κυβερνήσεις εκμεταλλευόμενες λόγους εθνικής ασφάλειας ανέτρεψαν κάθε εθνικό και κοινοτικό πλαίσιο που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και το απόρρητο των επικοινωνιών των Ελλήνων πολιτών.
Στη χώρα μας, το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων κηλίδωσε τη δημόσια ζωή του τόπου μας και γι' αυτό θα μείνει στην πολιτική ιστορία του τόπου μας. Μόλις πριν λίγες ημέρες καταθέσαμε ερώτηση, ως Τομείς Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Προστασίας του Πολίτη και Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου σχετικά με την πρόθεση προμήθειας από την κυβέρνηση λογισμικού παρακολούθησης όμοιου του Predator που χρησιμοποίησε το Μέγαρο Μαξίμου και μάλιστα εξήγαγε σε τρίτες χώρες με την έγκριση του Υπουργείου Εξωτερικών.
Η σημερινή εξέλιξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο επιβεβαιώνει την ανάγκη προσήλωσης στις δημοκρατικές αρχές και την απαρέγκλιτη τήρηση του Συντάγματος προκειμένου να μην πλήττεται η αξιοπιστία του πολιτεύματός μας και η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς της χώρας μας.
Η κυβέρνηση οφείλει να σταματήσει τη ψευδο-ρητορική περί προστασίας του εθνικού συμφέροντος, όταν πίσω απ' αυτό κρύβεται η επιθυμία χειραγώγησης κάθε ελεύθερης και εναλλακτικής, την οποία αντιμετωπίζει εχθρικά.
Ο έλεγχος των κατασκοπευτικών λογισμικών είναι επίκαιρος όσο ποτέ, όπως και οι αντικειμενικοί τους περιορισμοί σε σοβαρά εγκλήματα όπως η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, η δολοφονία, το ξέπλυμα χρήματος, η διακίνηση ναρκωτικών και η διαφθορά.
Όσο η κυβέρνηση δεν εγγυάται την ορθή διαχείριση της τεχνολογίας με διαφάνεια και σε διαρκή συνεργασία με την ίδια τη Δικαιοσύνη, τόσο θα γενικεύεται το κλίμα ανασφάλειας και τοξικότητας στη δημόσια ζωή. Η εθνική ασφάλεια είναι πολύ σοβαρή έννοια για να τη διαστρέφει η κυβέρνηση της ΝΔ κατά το δοκούν προς όφελος του πολιτικού της κέρδους και εις βάρος των Ελλήνων πολιτών».