Η «Ατζέντα 2030» είναι η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που έχει λάβει χώρα στις Ένοπλες Δυνάμεις. Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, οι κυβερνοεπιθέσεις και η Τεχνητή Νοημοσύνη, όπως και οι ένοπλες συρράξεις των τελευταίων ετών στην περιοχή μας, υπογραμμίζουν περισσότερο από ποτέ την ανάγκη για τον εκσυγχρονισμό και την προσαρμογή των Ενόπλων Δυνάμεων στα νέα δεδομένα.
Αυτό τόνισε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική».
«Κύρια στοιχεία της μεταρρύθμισης είναι η ανάπτυξη της έρευνας και της καινοτομίας, με τη δημιουργία του σχετικού οικοσυστήματος στις Ένοπλες Δυνάμεις, ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου των Ανωτάτων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, η σύσταση Κοινού Σώματος Πληροφορικής» εξήγησε ο κ. Δένδιας.
«Η Ελλάδα», είπε, «οφείλει να είναι προετοιμασμένη για όλα τα ενδεχόμενα. Να έχει ισχυρή παρουσία στη διεθνή σκηνή, να περιφρουρεί έμπρακτα όσα έχουν επιτευχθεί στην εξωτερική της πολιτική την τελευταία τετραετία και στηριζόμενη στις Ένοπλες Δυνάμεις της να αποτελεί σημαντικό παράγοντα ασφάλειας και σταθερότητας».
Για την ελληνική φρεγάτα «Ύδρα» ανέφερε ότι βρίσκεται σε μια αποστολή υπηρετώντας «τα εθνικά συμφέροντα, ως μονάδα του Πολεμικού Ναυτικού της χώρας με τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον πλανήτη, την ασφάλεια των ναυτικών μας και την ελευθερία των οδών εφοδιασμού της Ελλάδας, που επηρεάζουν το κόστος ζωής και την αξία της χώρας ως διαμετακομιστικού κόμβου».
Ο κ. Δένδιας ξεκαθάρισε ότι «σήμερα είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ η ανάγκη να λάβει σάρκα και οστά η δημιουργία αμυντικού βραχίονα στην ΕΕ».
«Οφείλουμε», πρόσθεσε, «να μην επιτρέψουμε σε χώρες που έχουν αναθεωρητικές και επεκτατικές φιλοδοξίες να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους και να λάβουμε όλα τα αναγκαία μέτρα αποτροπής».
Για τη διαμόρφωση της νέας Ευρωπαϊκής Αμυντικής Βιομηχανικής Στρατηγικής υπογράμμισε ότι «όσα προβλέπονται για κοινή αγορά, σε σημαντικό ποσοστό, του αμυντικού εξοπλισμού, όπως και οι διασφαλίσεις για ευρωπαϊκής προέλευσης κατά το ήμισυ αμυντικές προμήθειες, είναι μία μεγάλη ευκαιρία όχι μόνο για τη διαμόρφωση κοινής αντίληψης σχετικά με την Ασφάλεια, αλλά και για την αμυντική μας βιομηχανία».
«Η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία σε αυτή την στρατηγική για την αμυντική αυτάρκεια της ΕΕ και είναι δεσμευμένη να συμμετάσχει ενεργά σε κάθε πρωτοβουλία που στοχεύει στην προάσπιση του ευρωπαϊκού χώρου» συμπλήρωσε.
Τόνισε ότι το να διαθέτει η χώρα μας ισχυρή Άμυνα «είναι όρος εθνικής επιβίωσης» και συνέχισε: «Αυτό δεν σημαίνει, από την άλλη πλευρά, ότι οι δαπάνες μας θα είναι αλόγιστες, καθώς θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα δημοσιονομικά περιθώρια. Για τον ίδιο λόγο ζήτησα από τα Γενικά Επιτελεία προτεραιοποίηση και επαναξιολόγηση των μελλοντικών εξοπλιστικών προγραμμάτων, με την κατάρτιση νέου 12ετούς προγράμματος».
«Στόχος», είπε, «είναι κάθε ευρώ που θα δαπανάται στην Άμυνα να αποτελεί πραγματική ανάγκη που θα ικανοποιείται με τον βέλτιστο τρόπο στη σχέση κόστους-αποτελέσματος».
Με την υλοποίηση της «Ατζέντας 2030», «φιλοδοξούμε» είπε, να φύγουμε από τη λογική «ψωνίζω από το ράφι» και «να περάσουμε στην ανάπτυξη προγραμμάτων αμυντικής τεχνολογίας που να έχουν εγχώρια προστιθέμενη αξία».
«Με αυτόν τον τρόπο οι επενδύσεις στην Άμυνα όχι μόνο δεν θα μπορούν να χαρακτηριστούν "αντιπαραγωγικές" από οικονομική άποψη, αλλά θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της χώρας μας και στην αύξηση της απασχόλησης» εξήγησε ο κ. Δένδιας.
Για την αμυντική βιομηχανία της χώρας, ανέφερε ότι υπάρχουν «αξιόλογες εταιρείες στον κλάδο, αλλά δεν θέλουμε να αποτελούν μεμονωμένες περιπτώσεις». Χαρακτήρισε «εμβληματική περίπτωση», την ΕΑΒ, «στην οποία θέλουμε να της προσδώσουμε τον ρόλο που οραματιζόταν για αυτήν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής».
«Η ανάληψη της εποπτείας της από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας ήταν αναγκαία συνθήκη προκειμένου να επιτευχθεί η διάσωση της εταιρείας. Άλλωστε, χωρίς μια ΕΑΒ που να λειτουργεί ομαλά, δεν μπορεί να επιτελέσει χωρίς προβλήματα την αποστολή της η Πολεμική μας Αεροπορία» ξεκαθάρισε.
Συνολικά για την Αμυντική Βιομηχανία, είπε ότι «η πρόθεσή μας είναι να δημιουργήσουμε ένα οικοσύστημα διαφορετικό από ό,τι υπάρχει μέχρι σήμερα». Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα «διαθέτει εξειδικευμένη και έμπειρη βιομηχανία» στον τομέα των ναυπηγείων, με τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και τα Ναυπηγεία Ελευσίνας, ενώ συνέχισε: «Η αποδοχή από τις ΗΠΑ της πρότασης να συμμετέχουμε στη ναυπήγηση νέων φρεγατών τύπου Constellation είναι μια μεγάλη εθνική επιτυχία».
«Η αποδοχή αυτή έχει τεράστιο επιχειρησιακό όφελος, καθώς η χώρα μας, σε συνδυασμό με την απόκτηση των 3 νέων FDI, έχει τη δυνατότητα να μπει στην επόμενη δεκαετία με νεότευκτα, στο μεγαλύτερο μέρος του στόλου της, πλοία» πρόσθεσε.
«Για λόγους εθνικού συμφέροντος», συμπλήρωσε, «θα ζητήσουμε κατά τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη εμπλοκή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στη ναυπήγηση των φρεγατών, ώστε να ενισχυθούν οι ικανότητες και η τεχνογνωσία του τομέα, να προωθηθεί η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και να δημιουργηθούν εξειδικευμένες θέσεις εργασίας».
Για τις αλλαγές στη θητεία, ανέφερε ότι θα δοθεί έμφαση «στον συνδυασμό της ανάπτυξης ψηφιακών και άλλων δεξιοτήτων κατά τη στρατιωτική θητεία -οι οποίες μπορούν να φανούν χρήσιμες και μετά από αυτή- με την εντατική στρατιωτική εκπαίδευση, που είναι προσαρμοσμένη στον σχετικά σύντομο χρόνο θητείας».