«Τα τελευταία 15 χρόνια, μετά την οικονομική κρίση του 2008, ζούμε σ' έναν κόσμο ταραγμένο. Με παράλληλες και αλλεπάλληλες κρίσεις. Σ' αυτό το ασταθές περιβάλλον, το μίσος, ο ρατσισμός, ο εθνικισμός βρήκαν ξανά έδαφος να εξαπλωθούν στην ευρωπαϊκή ήπειρο, 70 και πλέον χρόνια μετά την ήττα του φασισμού», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας σε ομιλία του στο Συμβούλιο της Ευρώπης και διερωτήθηκε:
«Ποιος ευθύνεται όμως γι' αυτή την εξέλιξη; Ποιος έκανε mainstream τον ακραίο ρατσιστικό λόγο; Ποιοι προσπάθησαν να αναθεωρήσουν την ιστορία και να εφεύρουν τη θεωρία των δύο άκρων; Ποια μιντιακά συστήματα ξέπλυναν την ακροδεξιά ρητορική, ακόμη και τους νεοναζί; Ποιες πολιτικές οδήγησαν στον κοινωνικό αποκλεισμό εκατομμύρια Ευρωπαίους πολίτες, κάνοντάς τους ευάλωτους στην ακροδεξιά ρητορική; Ποιες κυβερνήσεις στοχοποίησαν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες;».
Αναφέρθηκε επίσης στην «πιο σκληρή» οικονομική κρίση που πέρασε η Ελλάδα, χάνοντας το 25% του ΑΕΠ και φτάνοντας την ανεργία στο 28%, με 1,2 εκατομμύρια πρόσφυγες να διασχίζουν τη χώρα και «τους νεοναζί τρίτο κόμμα στο Κοινοβούλιο».
«Καταφέραμε όμως να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση και να περιορίσουμε την Ακροδεξιά. Γιατί τολμήσαμε να συγκρουστούμε με τις ιδέες και τις πολιτικές της. Γιατί προστατεύσαμε τους ευάλωτους τη δύσκολη στιγμή. Γιατί, αντί να φωνάζουμε ότι μόνη λύση στο προσφυγικό είναι οι θάνατοι στη θάλασσα και οι απωθήσεις, προστατέψαμε την ανθρώπινη ζωή. Γιατί δώσαμε το δικαίωμα στα χιλιάδες παιδιά μεταναστών που ζούσαν στην Ελλάδα να πάρουν την ελληνική υπηκοότητα. Γιατί σταθήκαμε απέναντι στη βία κατά της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα επιλογής φύλου και θεσμοθετώντας σύμφωνο συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια. Γιατί δεν φοβηθήκαμε να συγκρουστούμε μετωπικά με τον εθνικισμό, λύνοντας το Μακεδονικό και δίνοντας ξανά ευρωπαϊκή προοπτική στα Δυτικά Βαλκάνια», συνέχισε, τονίζοντας:
«Μπορεί αυτές οι επιλογές να είχαν πολιτικό κόστος. Αλλά το 2019 οι νεοναζί έμειναν εκτός Βουλής. Δυστυχώς όμως σήμερα έχουμε ξανά όχι ένα, αλλά τρία ακραία δεξιά κόμματα στο Κοινοβούλιο».
Συνεχίζοντας, σημείωσε ότι, «για να περιορίσουμε λοιπόν την επιρροή της Ακροδεξιάς, χρειάζονται πολιτικές και ιδεολογικές ρήξεις με τον πυρήνα των ιδεών της, με τον ρατσισμό και τον εθνικισμό». «Χρειάζονται κοινωνικές πολιτικές μείωσης των ανισοτήτων, κοινωνική δικαιοσύνη και ασφάλεια. Και χρειάζεται περισσότερη ειλικρίνεια και λιγότερη υποκρισία απ' όλους μας», προσέθεσε και κατέληξε:
«Γιατί όσα σεμινάρια και να κάνεις κατά της ρητορικής βίας, όταν είσαι ο ίδιος φορέας του εθνικισμού και του μίσους, όταν αποκαλείς τους γείτονές σου καρκίνωμα, τότε δεν πρόκειται να λύσουμε κανένα πρόβλημα. Ούτε στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, ούτε στο Κόσοβο, ούτε στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Ούτε φυσικά στις ευρωπαϊκές κοινωνίες».