Με την απρόσμενη κατάθεση υποψηφιότητας για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ από τον “πασοκογενή” Στέφανο Τζουμάκα, συνεχίζεται η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, που έχει ως βασικό θέμα το χρονοδιάγραμμα της προεδρικής εκλογής.
Ανακοινώνοντας την υποψηφιότητα του ο κ. Τζουμάκας είπε: “Μπορώ να συμβάλλω με γνώση, εμπειρία και εντιμότητα στην αλλαγή πορείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη συγκρότηση μίας στρατηγικής νίκης στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση και την ανασύνταξη του προοδευτικού κινήματος, με στόχο την υλοποίηση της πολιτικής μας υπέρ της χώρας και του ελληνικού λαού”.
Έκανε δε εκτενή αναφορά στον Αλέξη Τσίπρα: “υπό την ηγεσία του ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καθιερώθηκε στη συνείδηση των πολιτών και αποτέλεσε φορέα αλλαγής, προόδου, υπερασπιστής των εθνικών και λαϊκών συμφερόντων”.
Αυτό που αναμένεται είναι η επίσημη ανακοίνωση της πρόθεσης του Νίκου Παππά να διεκδικήσει το τιμόνι του κόμματος παρουσιάζοντας αναλυτική πλατφόρμα, αλλά και να ξεκαθαρίσουν τι θα κάνουν ο Παύλος Πολάκης και ο Διονύσης Τεμπονέρας.
Στη συνεδρίαση δεν μετέχει ο Αλέξης Τσίπρας, παραμένοντας πιστός στην απόφαση να μην εμπλακεί στη διαδικασία “διαδοχής” του, καθώς η κάθε φράση ή κίνηση “θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως παρέμβαση υπέρ ενός υποψηφίου ή του χρονοδιαγράμματος”, όπως λένε συνεργάτες του. Με την επισήμανση ότι δεν θα μπορούσε να μετέχει στη συνεδρίαση του ηγετικού οργάνου και να είναι… αμίλητος.
Η συζήτηση στην Κεντρική Επιτροπή άνοιξε με τις εισηγήσεις της γραμματέα του κόμματος Ράνιας Σβίγκου και του αναπληρωτή γραμματέα Γιώργου Βασιλειάδη.
Εφη Αχτσιόγλου: Γιατί χάσαμε
Παίρνοντας τον λόγο η (επισήμως υποψήφια) Έφη Αχτσιόγλου αναφέρθηκε αρχικά στις βασικές αιτίες της μεγάλης εκλογικής ήττας.
“Σε συνθήκες απλής αναλογικής, δεν καταφέραμε να συγκροτήσουμε μια αξιόπιστη πρόταση κυβερνητικής λύσης.
Κι εδώ εδράζεται μια επιπλέον αδυναμία μας. Η αδυναμία μας να κατανοήσουμε στο απαιτούμενο βάθος πόσο σημαντική ήταν στην παρούσα φάση για την ελληνική κοινωνία η κυβερνητική σταθερότητα, που μετατράπηκε σχεδόν σε κοινωνικό αίτημα.
Η πολυφωνία ως προς τις στρατηγικές μας προτεραιότητες που ενίοτε μετατρεπόταν ακόμα και σε κακοφωνία. Η επικοινωνιακή μας υστέρηση με δεδομένο μάλιστα το εξαιρετικά δυσμενές μιντιακό περιβάλλον.
Και άλλα αίτια που ίσως δεν έχουν συζητηθεί ακόμη, όπως η αδυναμία να αξιοποιήσουμε τη στρατηγική της διεύρυνσης για να μετατρέψουμε το ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ σε ένα κόμμα όχι μόνο μαζικό αλλά ταυτόχρονα συμμετοχικό, παρεμβατικό και χρήσιμο για την κοινωνική πλειοψηφία.
Αντίθετα πολλές φορές η διεύρυνση αξιοποιήθηκε για να χαραχτούν στρεβλές εσωτερικές διαχωριστικές γραμμές, να οικοδομηθούν σκληροί μηχανισμοί εντός του κόμματος.
Η αδυναμία μας να μιλήσουμε θετικά, για τις δυνατότητες που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία και οικονομία, για την άλλη πολιτική που μπορεί να οδηγήσει με ασφάλεια και με ρεαλιστικούς όρους σ’ ένα καλύτερο μέλλον για όσους δημιουργούν στη χώρα μας.
Η έλλειψη μιας αναγκαίας επάρκειας τεχνικού χαρακτήρα στον πολιτικό και προγραμματικό μας λόγο που θα προσέδιδε και μεγαλύτερο βάθος στο σχέδιό μας.
Κι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχε σε ατομικό επίπεδο επάρκεια, αλλά δεν αξιοποιήσαμε συλλογικά τις επιμέρους δυνατότητες”.
Εφη Αχτσιόγλου: Τα πολιτικά μου διαπιστευτήρια τα έχω δώσει
Η κ. Αχτσιόγλου απάντησε στην κριτική που δέχθηκε από τμήμα του κόμματος για ασαφές ιδεολογικό στίγμα:
“Θα το πω ευθέως: Μια από τις ευκολίες είναι η αντιπαράθεση, για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ πρέπει να κινηθεί προς τα αριστερά ή προς το Κέντρο. Είναι απλουστευτικό και λανθασμένο ερώτημα.
Αυτό που έχει σημασία είναι να γεμίσουμε με περιεχόμενο τις έννοιες ώστε αυτές να μην περιφέρονται ως αδειανά πουκάμισα στον δημόσιο διάλογο.
Σε ό,τι με αφορά αυτό προσπάθησα να κάνω ως υπουργός Εργασίας της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Τα πολιτικά μου διαπιστευτήρια τα έδωσα εκεί που έπρεπε, στον κόσμο της εργασίας. Με όσα μπορέσαμε, εγώ και οι σύντροφοι που δουλεύαμε μαζί, να κάνουμε, με όσα καταφέραμε να υπερασπιστούμε και με πολλά που διεκδικήσαμε απέναντι σε ασύμμετρης ισχύος δυνάμεις.
Και αναρωτιέμαι: Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας; Με στόχο την αύξηση των μισθών στο μερίδιο του ΑΕΠ, τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων;”.
Σε εξέλιξη είναι η συνεδριαση της ΚΕ προκειμένου να αποφασίσει οριστικά το χρονοδιάγραμμα των διαδικασιών και να “ανακηρύξει” τους υποψηφίους για το προεδρικό αξίωμα.
Ερώτημα παραμένει εάν θα κάνει, τελικά, το βήμα και ο Παύλος Πολάκης, με τις πληροφορίες να τον εμφανίζουν διστακτικό, καθώς μία δική του υποψηφιότητα θα “ροκανίσει”, ενδεχομένως, τον κ. Παππά, με τον οποίον ανήκουν στην ίδια πλειοψηφική ομάδα των πάλαι ποτέ “προεδρικών”.
Με ερωτηματικό παραμένει και η εκδήλωση ενδιαφέροντος από τον Διονύση Τεμπονέρα, ο οποίος συναρτά την απόφαση του με την απόφαση για τον “οδικό χάρτη” καθώς επιμένει στην άποψη “πρώτα συνέδριο τον Νοέμβριο για να ξεκαθαριστεί η φυσιογνωμία του κόμματος και μετά εκλογή προέδρου”.
Το χρονοδιάγραμμα, όπως εγκρίθηκε αρχικά από την Πολιτική Γραμματεία πριν από δύο εβδομάδες, ορίζει Διαρκές Συνέδριο στις 25 Αυγούστου και εσωκομματικές κάλπες για την εκλογή προέδρου στις 3 Σεπτεμβρίου, με τον δεύτερο γύρο ανάμεσα στους δύο πρώτους (αν χρειαστεί) στις 10 Σεπτεμβρίου.