Από την πρώτη στιγμή της επίθεσης της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εστίασε στην απειλή του ιστορικού αναθεωρητισμού και την «ωμή» παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Συντασσόμενος στη γραμμή της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, επέλεξε να πάρει εξαρχής θέση, στηρίζοντας τον αμυνόμενο και εγκαλώντας τον εισβολέα, παρά τους στενούς ιστορικούς δεσμούς που τους ενώνουν.
Μέσα από τις πολεμικές και διπλωματικές συγκρούσεις στην πρώην Σοβιετική Ένωση, ο πρωθυπουργός χαρακτηρίζει ιδιαίτερα θετική εξέλιξη την κοινή -χωρίς αστερίσκους- στάση της διεθνούς κοινότητας, την οποία μάλιστα βλέπει ως σημαντική παρακαταθήκη για τυχόν μελλοντικές αντίστοιχες περιπτώσεις, όπως -εν προκειμένω- στη γειτονιά μας, στη σχέση της χώρας μας με την Τουρκία.
Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι από τη στιγμή που όλος ο δυτικός κόσμος συμπαρίσταται με τόση θέρμη στην Ουκρανία, χώρα -υπενθυμίζεται- που δεν ανήκει ούτε στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ, δεν μπορεί να μην πράξει το ίδιο εάν στην ίδια μειονεκτική θέση βρεθεί η Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η ενεργή συμμετοχή της χώρας μας στην αποστολή στρατιωτικού υλικού στο Κίεβο. «Εάν δεν δείξουμε εμείς έμπρακτη αλληλεγγύη, με ποιο ηθικό ανάστημα θα ζητήσουμε αύριο εμείς αλληλεγγύη εάν -ο μη γένοιτο- προκληθούμε;», διερωτήθηκε ο κ. Μητσοτάκης, κατά τη χθεσινή τοποθέτησή του στη Βουλή.
Οι χώρες της Ε.Ε. (κυρίως) και του ΝΑΤΟ (δευτερευόντως), σύμφωνα με συνομιλητή του πρωθυπουργού, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, «ταρακουνήθηκαν, αναγκάστηκαν μπροστά στον ρωσικό κίνδυνο να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να συντονιστούν. Το σκηνικό πλέον έχει αλλάξει. Αυτό αφορά και το θέμα των κυρώσεων, στο οποίο πια δεν μπορεί να εφαρμόζονται δύο μέτρα και δύο σταθμά».
Και αυτό ενώ η ίδια πηγή δεν αποκλείει αυτό που έκανε ο Βλαντιμίρ Πούτιν με την ακύρωση των συμφωνιών του Μινσκ, να θελήσει να το μιμηθεί και ο Ταγίπ Ερντογάν, παραβιάζοντας τη συνθήκη της Λωζάνης. Σε επίπεδο ρητορικής άλλωστε ήδη ο Τούρκος πρόεδρος το έχει θέσει πολλές φορές στον δημόσιο διάλογο.
«Κανέναν μιμητή»
«Δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν μιμητή του αναθεωρητισμού να δράσει στην περιοχή μας. Τελεία και παύλα», ήταν το σχόλιο του κ. Μητσοτάκη, εξηγώντας παράλληλα την απόφασή του για την ποικιλότροπη στήριξη της Ουκρανίας.
«Είμαστε ένας λαός που 48 χρόνια μετά ζει ακόμα με την ανοιχτή πληγή της Κύπρου. Και που καλείται να απαντά σε συνεχείς αναφορές για υποτιθέμενες αδικίες των διεθνών Συνθηκών σχετικά με τα νησιά του Αιγαίου. Άρα δεν μπορούμε να στεκόμαστε αδιάφορα απέναντι σε κάθε αυταρχικό ηγέτη που θέλει να ζωγραφίσει μόνος του τα σύνορα. Εδώ δεν χωρούν ίσες αποστάσεις. Ή είσαι με την ειρήνη και το Διεθνές Δίκαιο ή είσαι απέναντί τους», σημείωσε.
Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι εάν στον πόλεμο της Ουκρανίας δεν έπαιρναν καθαρή θέση και δεν συμμετείχαν στο σύνολο των αποφασισμένων δράσεων (και στην αποστολή του στρατιωτικού υλικού), η επόμενη μέρα θα ήταν εξαιρετικά αβέβαιη, όπως αβέβαιη θα ήταν και η επιθυμητή στήριξη των συμμάχων.
Από την άλλη, ο πρωθυπουργός θέλησε να αποσαφηνίσει ότι ποτέ δεν έκλεισε την πόρτα στον διάλογο με την Άγκυρα. Υπό το πρίσμα αυτό, έχει συναντηθεί τρεις φορές με τον Ταγίπ Ερντογάν, ενώ και τα επίπεδα των πολιτικών διαπραγματεύσεων, των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, αλλά και των διερευνητικών επαφών είναι ανοιχτά. Δήλωσε μάλιστα έτοιμος ανά πάσα στιγμή να συναντηθεί με τον Τούρκο πρόεδρο. «Και πράγματι η συγκυρία αυτή ενδεχομένως να δικαιολογούσε και μια τέτοια συνάντηση, γιατί υπάρχουν ζητήματα τα οποία θα πρέπει να συζητηθούν, τα οποία αφορούν και τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και τον τρόπο τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τις νέες προκλήσεις που η ουκρανική κρίση έχει δημιουργήσει. Δεν είμαι, λοιπόν, αντίθετος σε μια τέτοια προοπτική. Ούτε η χώρα κλείνει την πόρτα του διαλόγου. Προσερχόμαστε πάντα σε αυτή τη συζήτηση, με πίστη στη δύναμη των επιχειρημάτων μας», τόνισε.