Περισσότερο «φως» στη Συμφωνία για ΑΟΖ που υπεγράφη χθες μεταξύ Ελλάδας-Ιταλίας, όσον αφορά στη στάση του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση και, σήμερα, ως αξιωματική αντιπολίτευση, έριξε ο Αλέξης Τσίπρας, παρεμβαίνοντας στο Οικονομική Φόρουμ των Δελφών.
«Η υπογραφή της Συμφωνίας είναι εξέλιξη που θα μπορούσαμε να έχουμε από το 2016. Τη χαιρετίζουμε αλλά επιλέξαμε, τότε, να μην την έχουμε», είπε και εξήγησε ότι η κυβέρνησή του το 2016, δια του τότε υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, προσέκρουσε στο αίτημα του επίσης τότε Ιταλού πρωθυπουργού κ. Τζεντιλόνι για τη χαμηλή επήρεια νησιών του Ιονίου και για το δικαίωμα των αλιέων στα 12 μίλια.
Στο ερώτημα της δημοσιογράφου Όλγας Τρέμη γιατί τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ τη χαρακτηρίζει ως «θετική εξέλιξη», αφού περιλαμβάνει ακριβώς αυτά τα σημεία που είχαν απορριφθεί (από την Ελλάδα) το 2016, ο κ. Τσίπρας απάντησε: «Διότι τότε δεν είχαμε το τουρκολιβυκό Σύμφωνο».
Το οποίο, όπως πρόσθεσε, αλλάζει τις προτεραιότητες στην ευρύτερη περιοχή και επιβάλλει να κλείσουν εκκρεμότητες για να προχωρήσουμε στην καθοριστική Συμφωνία για ΑΟΖ Ελλάδας-Αιγύπτου, που θα «ακυρώσει» το τουρκολιβυκό Σύμφωνο.
Στο σημείο αυτό, μάλιστα, τόνισε ότι η Συμφωνία με την Αίγυπτο θα μπορούσε να είναι σ' αυτή τη φάση «και μερική», δηλαδή να θωρακίζει τα νότια της Κρήτης αλλά να αφήνει προς άλλη συζήτηση το Καστελόριζο, ακριβώς λόγω των προτεραιοτήτων που θέτει η ακύρωση της «συμφωνίας» Τουρκίας-Λιβύης.
Σε κάθε περίπτωση, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης τόνισε ότι πρέπει να υπάρξει εθνική στρατηγική και, επομένως, ζήτησε εκ νέου από τον πρωθυπουργό να καλέσει Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών.
Η ύφεση ήλθε πριν τον κορωνοϊό
Aναφερόμενος στην οικονομία και στην επιβάρυνσή της από την πανδημία, ο κ. Τσίπρας επέμεινε -και εξήγησε με αριθμούς- ότι η ύφεση άρχισε πριν την επέλαση του κορωνοϊού.
«Η ύφεση δεν ήρθε το Α' τρίμηνο 2020, αλλά το τελευταίο τρίμηνο του 2019, όπου η χώρα είχε τη χειρότερη απόδοση ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ. Η κυβέρνηση υποσχέθηκε αναπτυξιακή έκρηξη και έφερε την ύφεση πριν έλθει ο κορωνοϊός», σημείωσε.
Στην παρατήρηση ότι υπήρχε πτώση των εξαγωγών στα τέλη του προηγούμενου έτους, σχολίασε πως για την τελική εικόνα της οικονομίας, εκείνη την περίοδο, φταίει «ένας συνδυασμός γεγονότων, όπως οι εξαγωγές, αλλά και πολιτικών, όπως η μείωση της κατανάλωσης», παραπέμποντας στην επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να μη δώσει το κοινωνικό μέρισμα, «για το οποίο εμείς τόσο πολύ κατηγορηθήκαμε τον προηγούμενο Δεκέμβριο, του 2018».
Ο κ. Τσίπρας επέμεινε στο εμπροσθοβαρές πρόγραμμα του κόμματός του («Μένουμε Όρθιοι»), επικαλούμενος και τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, που δείχνουν πως «το rebound της ελληνικής οικονομίας το 2021 δεν θα είναι αντίστοιχο με την ύφεση του 2020».
«Η κακή διαχείριση της κυβέρνησης Καραμανλή»
Σε ερώτηση για το μέγεθος του χρέους, ο κ. Τσίπρας απέδωσε (για πρώτη φορά τόσο ευθέως) ευθύνες και στην κυβέρνηση Καραμανλή.
«Αν το χρέος φτάσει στο 200%, δεν θα είναι καθόλου διαχειρίσιμο», είπε, ενώ απαντώντας σε σχετική ερώτηση τόνισε:
«Το πρόβλημα της χώρας είναι το μεγάλο της χρέος και προέκυψε από την κρίση ελλείμματος που μας οδήγησε στα μνημόνια, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή άφησε έλλειμμα 15%.
Η αφετηρία του προβλήματος έρχεται από πιο πριν, από τον τρόπο ένταξης στην ΟΝΕ, από τη χρηματοπιστωτική φούσκα, αλλά και από την κακή διαχείριση της κυβέρνησης Καραμανλή.
Φυσικά την επέτεινε και η διαχείριση μετά το 2010, με τις λαθεμένες πολιτικές της τρόικας. Καταφέραμε να βγούμε από τα μνημόνια πετυχαίνοντας μία δύσκολη συμφωνία για το χρέος. Ναι, μας φοβίζει το ‘διακοσάρι’ στο χρέος».
Η απάντηση, όπως είπε, στο τι πρέπει να γίνει, είναι «πιο ανταγωνιστική οικονομία, ώστε να έχουμε μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης», δηλαδή η αύξηση του περίφημου παρονομαστή (ΑΕΠ) στο κλάσμα για το χρέος.
Κοιτάξτε τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων
Στην ερώτηση για τη δημοσκοπική καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας απάντησε: «Δεν έχει νόημα αυτή την ώρα να κοιτάζει κάποιος τις δημοσκοπήσεις, ούτε ένας στους δέκα πολίτες δεν θέλει εκλογές, άρα δεν υπάρχει διακύβευμα αλλαγής κυβέρνησης αλλά αλλαγής κυβερνητικής πολιτικής».
Επικαλέσθηκε, προς τούτο, τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων, που δείχνουν ένα όλο και αυξανόμενο ποσοστό πολιτών οι οποίοι ζητούν μέτρα για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας και της εργασίας, εκφράζοντας φόβους για το άμεσο μέλλον τους.
«Αγαπώ τους συντρόφους μου αλλά...»
Αίσθηση προκάλεσε η απάντηση που έδωσε για τα εσωκομματικά του ΣΥΡΙΖΑ και, κυρίως, στην ερώτηση εάν «το βαθύ κόμμα», δηλαδή το περίφημο 3%, αποτελεί τροχοπέδη στην πορεία διεύρυνσης και μετασχηματισμού.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει από 40 κύματα, ενηλικιώθηκε σε δύσκολες συνθήκες, άρα η κριτική για το 3% απευθύνεται σε... άλλο κόμμα».
Στην ερώτηση εάν οι αντίρροπες δυνάμεις (για τον μετασχηματισμό) οφείλονται σε ιδεολογικές διαφωνίες ή σε εσωτερικό power game, απάντησε:
«Ο Μαρξ είχε πει ότι τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο. Υπάρχει η ανάγκη των ανθρώπων να διεκδικούν περισσότερο ζωτικό χώρο. Εντός του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία δεν υπάρχουν στρατηγικές διαφωνίες. Υπάρχει μία αγωνία για το τι θα φέρει ο μετασχηματισμός του. Σε δύο χρόνια θα έχει ανασυγκροτηθεί πλήρως η εσωκομματική γεωγραφία του νέου ΣΥΡΙΖΑ.
Εχω αποφασίσει ότι πρέπει προχωρήσουμε μπροστά, δεν αφορά πρόσωπα αλλά πολιτικές. Αγαπώ τους συντρόφους μου, παλιούς και νέους, αλλά οι ηγέτες πρέπει να ξεπεράσουν αγάπες για να πάνε μπροστά».