Η Επιτροπή Μελέτης των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) της Τράπεζας της Ελλάδος παρουσίασε σήμερα, Τρίτη 18 Δεκεμβρίου, την τελευταία της έκδοση The Economics of Climate Change στο Κεντρικό Κατάστημα της Τράπεζας. Ο Διοικητής κ. Γιάννης Στουρνάρας χαιρέτισε την εκδήλωση, ενώ τον τόμο παρουσίασαν ο Ακαδημαϊκός κ. Χρήστος Ζερεφός και η συγγραφική ομάδα, αποτελούμενη από τους καθηγητές Αναστάσιο Ξεπαπαδέα, Γεώργιο Οικονομίδη, Ανδρέα Παπανδρέου και Ευτύχιο Σαρτζετάκη, σύμφωνα με ανακοίνωση της ΤτΕ.
Στόχος του βιβλίου The Economics of Climate Change είναι η παρουσίαση των μεθόδων με τις οποίες η οικονομική επιστήμη εντάσσει την κλιματική αλλαγή στα σύγχρονα μακροοικονομικά υποδείγματα, σχεδιάζει πολιτικές μετριασμού και προσαρμογής, εκτιμά τις ζημιές από αυτήν στο ΑΕΠ, προσδιορίζει τη σημασία που δίνουμε στις μελλοντικές γενεές και εξετάζει διεθνείς συνεργασίες για την αντιμετώπισή της.
Ο Διοικητής κ. Γ. Στουρνάρας τόνισε στο χαιρετισμό του τον σημαντικό ρόλο που έχει αναλάβει η Τράπεζα της Ελλάδος για τη μελέτη των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή: μέσα από την έρευνα και τις δράσεις της ΕΜΕΚΑ στοχεύει να δημιουργήσει τις απαραίτητες συνθήκες για την άσκηση της σχετικής πολιτικής, καταδεικνύοντας τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που απορρέουν από την μεταβολή του κλίματος. Η Τράπεζα της Ελλάδος, επεσήμανε, είναι από τις πρώτες κεντρικές τράπεζες που ασχολήθηκαν με το θέμα της κλιματικής αλλαγής, συστήνοντας την ΕΜΕΚΑ σχεδόν δέκα χρόνια πριν. Έκτοτε, οι μελέτες της ΕΜΕΚΑ έχουν δείξει πως η κλιματική αλλαγή πρέπει να αποτελεί βασικό και οριζόντιο κριτήριο στη χάραξη της πολιτικής, καθώς επηρεάζει σχεδόν όλους τους τομείς της ελληνικής οικονομίας.
Η κλιματική αλλαγή, όπως ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, δημιουργεί σημαντικές προκλήσεις για την άσκηση της οικονομικής πολιτικής. Tο βιβλίο της ΕΜΕΚΑ παρέχει μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση των τελευταίων εξελίξεων των οικονομικών της κλιματικής αλλαγής, με εστίαση στο σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής που αποσκοπεί στον έλεγχο της κλιματικής εξωτερικότητας, δηλαδή των αρνητικών εξωτερικών επιπτώσεων στην παγκόσμια ευημερία από την ανάπτυξη. Στην περίπτωση αυτή, πολιτικές μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, όπως ο φόρος επί των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και τα συστήματα εμπορίας εκπομπών, επιχειρούν να διορθώσουν αυτές τις αστοχίες και να βοηθήσουν τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών.
Η έρευνα της ΕΜΕΚΑ, προσέθεσε ο κ. Στουρνάρας, θέτει επίσης τα θεμέλια για τη μελέτη του ρόλου της νομισματικής πολιτικής κάτω από συνθήκες υπερθέρμανσης του πλανήτη και για τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ νομισματικής πολιτικής και κλιματικής αλλαγής. Παρόλο που η νομισματική πολιτική δεν είναι το πρωτεύον μέσο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής σε σύγκριση με τη δημοσιονομική, την περιβαλλοντική και την διαρθρωτική πολιτική, υπάρχει περιθώριο για τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές να λάβουν υπόψη στις παρεμβάσεις τους τις παραμέτρους της κλιματικής αλλαγής. Η αποτίμηση των κλιματικών κινδύνων και των κινδύνων που σχετίζονται με τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, η διαχείριση και οι επιπτώσεις σε περιουσιακά στοιχεία, τα οποία σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα θα παραμείνουν αδρανή (stranded assets), η ορθή τιμολόγηση της περιουσίας με τη συνεκτίμηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, καθώς και η υιοθέτηση και παραμέτρων κλιματικής αλλαγής στο σχεδιασμό της νομισματικής πολίτικής και της εποπτείας των εμπορικών τραπεζών, είναι λειτουργίες που σχετίζονται με το ρόλο των κεντρικών τραπεζών υπό συνθήκες κλιματικής αλλαγής – και το βιβλίο αυτό, κατέληξε ο κ. Στουρνάρας, φιλοδοξεί να αποτελέσει τη βάση για τον διάλογο πάνω σε αυτά τα ζητήματα.
Ο ακαδημαϊκός Χ. Ζερεφός σημείωσε πως η μελέτη της ΕΜΕΚΑ 2011 αποτελεί σημείο αναφοράς τόσο για την ελληνική όσο και για τη διεθνή βιβλιογραφία στον τομέα των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής. Επίσης, η Τράπεζα της Ελλάδος δια της ΕΜΕΚΑ συνέβαλε και στην εκπόνηση της εθνικής στρατηγικής προσαρμογής, υπογράφοντας Μνημόνιο Συνεργασίας με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την Ακαδημία Αθηνών. Αναφέρθηκε επίσης στο μνημόνιο τριετούς συνεργασίας που υπέγραψε πρόσφατα η Τράπεζα της Ελλάδος με το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, με στόχο τη δημιουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων σχετικών με την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της στην οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον.
Ο καθηγητής Α. Ξεπαπαδέας ανέφερε ότι η οικονομική πολιτική για την κλιματική αλλαγή, η μεγαλύτερη και πιο πολυδιάστατη μέχρι σήμερα αποτυχία των αγορών, είναι αντικείμενο της δημοσιονομικής πολιτικής. Τόνισε παράλληλα πως η παρέμβαση, το 2015, του διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας έφερε στο προσκήνιο τη σχέση μεταξύ κλιματικής αλλαγής και σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τους νέους κινδύνους που η κλιματική αλλαγή δημιουργεί για αυτό, όπως φυσικοί κίνδυνοι, ή κίνδυνοι μετάβασης σε οικονομίες χαμηλού άνθρακα. Επιπλέον, στόχος του βιβλίου είναι, σύμφωνα με τον κ. Ξεπαπαδέα, να δώσει κατευθύνσεις για περαιτέρω έρευνα της σχέσης μεταξύ κλιματικής αλλαγής, νομισματικής πολιτικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Επιπλέον, η μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε οικονομία χαμηλού άνθρακα, σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα προσαρμογής, μπορούν να επιτύχουν το επονομαζόμενο «διπλό μέρισμα» (double dividend): προστασία από την κλιματική αλλαγή και ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης μέσω τεχνολογικού μετασχηματισμού και αποτελεσματικών επενδυτικών προγραμμάτων.
Ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής και των πολιτικών να αντιμετωπισθεί, οι μακροοικονομικές εξελίξεις ενδέχεται να είναι λιγότερο ομαλές και ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης να χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερες διακυμάνσεις μέσα στο χρόνο, ανέφερε ο αναπληρωτής καθηγητής Γ. Οικονομίδης. Αν και υπάρχουν διάφοροι μηχανισμοί, μέσω των οποίων η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να επηρεάσει την οικονομία και άρα και την άσκηση της οικονομικής πολιτικής, ίσως ο καλύτερος τρόπος να σκεφθεί κανείς την κλιματική αλλαγή είναι με την μορφή μίας σειράς αρνητικών διαταραχών (προσωρινών αλλά και μόνιμων) από την πλευρά της προσφοράς.
Αυτές οι διαταραχές οδηγούν σε συρρίκνωση του προϊόντος, σε υψηλότερες τιμές και μειούμενους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης. Πως επηρεάζεται η χρηματοοικονομική σταθερότητα σε αυτό το περιβάλλον και ποιος είναι ο ρόλος της νομισματικής πολιτικής; Όπως τόνισε ο κ. Οικονομίδης, οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα καθορίζουν το σύγχρονο ρόλο μίας κεντρικής τράπεζας υπό το πρίσμα της κλιματικής αλλαγής.
Ο καθηγητής Α. Παπανδρέου τόνισε πως η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή έχει καθοριστικό ρόλο στη μείωση των επιπτώσεών της καθώς και στην αξιοποίηση ευκαιριών που πηγάζουν από αυτήν. Όπως ανέφερε, το βιβλίο προσφέρει επίσης μια ευρεία επισκόπηση των οικονομικών της προσαρμογής που συμπεριλαμβάνει το θεωρητικό υπόβαθρο, τις διάφορες αναλυτικές και εμπειρικές μεθόδους, τις εκτιμήσεις του κόστους και των ωφελειών της προσαρμογής σε παγκόσμιο και τομεακό επίπεδο, καθώς και τα εργαλεία άσκησης πολιτικής. Τα οικονομικά της προσαρμογής είναι κρίσιμα για να κατανοηθεί ο τρόπος που μια οικονομία θα προσαρμοστεί ή θα ακολουθήσει λάθος τροχιά απέναντι στην κλιματική αλλαγή, τα κόστη και τα οφέλη εναλλακτικών πολιτικών και έργων προσαρμογής, τα εργαλεία πολιτικής και τη συνολική προσπάθεια που θα χρειαστεί σε όλα τα επίπεδα της διακυβέρνησης.
Ο καθηγητής Ε. Σαρτζετάκης ανέφερε πως οι εφαρμογές Συστημάτων Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ), ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (EU-ETS), είναι πολύ αποτελεσματικές από την άποψη της επίτευξης του περιβαλλοντικού στόχου με το χαμηλότερο κόστος.. Παρά την επιτυχή εφαρμογή των ΣΕΔΕ, υβριδικά συστήματα, που συνδυάζουν φόρους με άδειες, λειτουργούν καλύτερα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα, την εφαρμοσιμότητα και την αποδοχή. Επίσης, ο κ. Σαρτζετάκης αναφέρθηκε στις διαπραγματεύσεις για την κλιματική αλλαγή, καταλήγοντας ότι η δημιουργία πολλών και ευέλικτων συμφωνιών μεταξύ χωρών, μπορεί να είναι μια πιο αποτελεσματική οδός για την μείωση των εκπομπών των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου σε σύγκριση με μία μοναδική συμφωνία, αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΤτΕ.